Γράμμα του Εουτζένιο Μπάρμπα…
Απάντηση στον φίλο μου Gregorio Amicuzi του θεάτρου Residui στη Μαδρίτη που μου ζητά ένα βίντεο μήνυμα τριών λεπτών από το «νησί» μου.
Ποια είναι τα απαραίτητα λόγια σήμερα; Ποιος είναι ο ρόλος του θεάτρου; Με ποια κοινωνία θέλουμε να συζητήσουμε, ποια να παρακινήσουμε και να στηρίξουμε;
Holstebro, 27 Απριλίου 2020
Αγαπητέ Gregorio,
αυτή τη στιγμή, δεν έχω κάποιο μήνυμα να στείλω και δεν μπορώ να βρω λόγια για να δώσω κουράγιο. Είναι η ώρα να σιωπήσουμε και να αφήσουμε να προετοιμαστεί η κυοφορία του μέλλοντος το οποίο θα απαιτήσει όλη την απερισκεψία μας, όπως ονόμαζε ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα τον σπόρο της τρέλας των ποιητών. Αναρωτιέμαι αν είναι υγιές ή όχι για το θέατρο το γεγονός ότι η πανδημία θα αραιώσει τα φυτά που δεν θα μπορέσουν να επιζήσουν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε την ιστορία των ηθοποιών με τον πεισματάρικο αγώνα τους ενάντια στην προκατάληψη, στην εξουσία, στον χλευασμό, στην πανώλη αλλά πάνω απ’ όλα ενάντια στη φτώχεια.
Στην Ευρώπη, τα τελευταία εβδομήντα χρόνια χωρίς πόλεμο, έχουν δημιουργηθεί περίεργες συνήθειες. Υπήρχε μια εποχή, που μέσα από την καθαρή απραξία και τους πολιτικούς συμβιβασμούς, το επίσημο ή το καλλιτεχνικά αναγνωρισμένο θέατρο είχε αποδεχτεί βραβεία και επιχορηγήσεις. Αλλά εσύ κι εγώ ανήκουμε στην κουλτούρα του Τρίτου Θεάτρου, των θεατρικών ομάδων, των ορφανών, που ψάχνουν απογόνους, των απόκληρων με φυτεμένες ρίζες στους ουρανούς. Δεν έχουμε τίποτα κοινό με τις κατηγορίες και τις πραγματικότητες των επίσημων ή πειραματικών θεάτρων. Έχουμε συνηθίσει σε ξεκινήματα, να προσποιούμαστε ευγνωμοσύνη για τα ψίχουλα που λαμβάνουμε και να πιστεύουμε ότι είμαστε σημαντικοί στους άλλους. Και ακόμα γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η μόνη πραγματική δύναμη του θεάτρου είναι η άγρια ανάγκη εκείνων που το κάνουν και το πείσμα τους να μην αφήσουν τους εαυτούς τους να εξημερωθούν.
Μπορεί η πανδημία να είναι δώρο των θεών και να αντιστοιχεί στην αναστάτωση που αντιπροσώπευε η φωτογραφία για τους ζωγράφους και η ταινία για τους ηθοποιούς την αρχή του 20ου αιώνα, με την επακόλουθη ανακάλυψη φανταστικών χρήσεων και καλλιτεχνικών εκφράσεων. Μπορεί η πανδημία να είναι ο προάγγελος της επιστροφής στην ταπεινότητα, στην ουσία και στη βαθύτερη δυναμική του επαγγέλματός μας.
Έχω μόνο μία απόλυτη βεβαιότητα: το μέλλον του θεάτρου δεν είναι η τεχνολογία, αλλά η συνάντηση δύο ατόμων, πληγωμένων, μοναχικών, επαναστατών. Ο εναγκαλισμός μιας ενεργούς ενέργειας και μιας δεκτικής ενέργειας. Κανείς δεν μας ανάγκασε να επιλέξουμε το θέατρο. Εμείς που καθοδηγούμαστε από αυτήν την ανάγκη πρέπει να σηκώσουμε τα μανίκια μας και να σκάψουμε τον κήπο που δεν μπορεί να μας τον πάρει κανείς. Εδώ μεγαλώνει το σκουλήκι που μας τρώει μέσα μας, η πείνα για γνώση, τα φαντάσματα που ψιθυρίζουν στο αυτί μας, η επιθυμία να ζήσουμε με αυστηρότητα τη φαντασίωση ότι είμαστε ελεύθεροι, η ικανότητα να βρίσκουμε ανθρώπους που διεγείρονται από τις πράξεις μας. Σκάψε, μέρα τη μέρα, έξω από τις κοινά αποδεκτές κατηγορίες και τα αναγνωρισμένα κριτήρια. Ακόμα και αν το θέατρο είναι το ουρλιαχτό ενός ευνουχισμένου τέρατος ή το γουργουρητό ενός θύματος της γκαρότα (σημείωση μεταφραστή: Γκαρότα, όργανο που χρησιμοποιείτο στην εκτέλεση των θανατικών ποινών στην Ισπανία).
Μια ζεστή αγκαλιά και καλή δουλειά
Eugenio
***
Μετάφραση: Αντώνης Διαμαντής
- Αναρτήθηκε στο χρονολόγιο του ηθοποιού Θανάση Δόβρη (Thanassis Dovris) στο Facebook
3 Μαΐου 2020
***
* Ο Εουτζένιο Μπάρμπα γεννήθηκε στη Νότια Ιταλία το 1936 και μετανάστευσε στη Νορβηγία το 1954. Από το 1962 έως το 1964 σπούδασε θέατρο στην Πολωνία, περνώντας τρία χρόνια με τον Γιέρζι Γκροτόφσκι και γράφοντας το πρώτο βιβλίο για κείνον. Το 1963, ύστερα από ένα ταξίδι στην Ινδία, δημοσίευσε ένα δοκίμιο πάνω στο Κατακάλι, ένα θεατρικό είδος που δεν ήταν τότε ευρέως γνωστό στη Δύση. Ίδρυσε το Θέατρο Όντιν στο Όσλο το 1964 και μετακόμισε μαζί του στη Δανία το 1966, σκηνοθετώντας μέχρι σήμερα περισσότερες από είκοσι παραστάσεις, οι οποίες περιόδευσαν στην Ευρώπη, στη Βόρεια και τη Νότια Αμερική. Το 1979 ίδρυσε την ISTA, τη Διεθνή Σχολή Θεατρικής Ανθρωπολογίας, και έχει βραβευθεί με τιμητικά διδακτορικά από τα Πανεπιστήμια του Aarhus της Δανίας, του Ayacucho του Περού, της Μπολόνια της Ιταλίας και του Μόντρεαλ του Καναδά.