ΕΝΔΥΜΑ
Αφήσαμε ανοιχτή την πόρτα στη νύχτα
Ψυχή μέσα σ’ αυτή την πολιτεία
Έφυγαν όλοι για τα μακρινά νησιά τους
Σκυλιά και σπίτια μες στους δρόμους
Κάνει πολύ κρύο σ’ αυτό το απόμακρο άστρο
Ο κόσμος είναι σκοτάδι
Ένα παλιό τραπέζι
Ανάμεσα σε τέσσερους τοίχους
Έφυγαν όλοι για τα μακρινά νησιά τους
Περπάτησα πολύ μέσα στα δάση
Τα μάτια μου χτυπήθηκαν από πετάγματα
Γίνομαι αγνός
Ένα κομμάτι απλή πέτρα
Αγαπώ την πιο κλειστή γωνία
Ανάμεσα σκεπάσματα από παράθυρα και στέγες
Στον τοίχο επάνω καρφωμένα τα ίχνη μου
Περπάτησα πολύ μέσα στα δάση
Το συρτάρι τρίζει
Μια θλιμμένη εικόνα περιφέρεται στο δάπεδο
Ήταν μια φορά ένα άγαλμα
Που χαμογελούσε
Πώς έτσι αγάπησα τη σκοτεινιά και ντύθηκα
Ο Γιώργος Θέμελης (1900-1976) ήταν Έλληνας ποιητής, δοκιμιογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών. Το όνομά του συνδέθηκε με τη Θεσσαλονίκη, όπου εγκαταστάθηκε και έζησε ως το τέλος της ζωής του (τον Απρίλη του 1976). Στη Θεσσαλονίκη, άλλωστε, διαμορφώθηκε η ποιητική του προσωπικότητα, κι αυτή στάθηκε η πνευματική του πατρίδα. Ως φιλόλογος δίδαξε στο Πειραματικό Σχολείο και στα Εκπαιδευτήρια Βαλαγιάννη. Διετέλεσε γενικός γραμματέας και μέλος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος από την ίδρυσή του, το 1961, και έως το 1965. Η ποιητική ιστορία του Θέμελη αρχίζει ουσιαστικά με τον πόλεμο και την κατοχή. Τότε μυήθηκε στα νεότερα ποιητικά ρεύματα από τον πρωτοποριακό κύκλο του περιοδικού «Κοχλίας», του οποίου υπήρξε τακτικός συνεργάτης.