Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Κρύβει μέσα του ένα παιδί με τον πολύχρωμο κόσμο του. Ένα παιδί με τις τσέπες γεμάτες μπίλιες. Συζητώντας μαζί του, ανακαλύπτοντας την ευγένεια, την καλλιέργεια και την προσήνειά του, έχεις την αίσθηση ότι στην ψυχή του πνέει η αύρα της ζωής με όλες της τις εικόνες της. Είναι ωραία και ιδιαίτερη η αντίληψη της τέχνης, έτσι όπως την εκφράζει και τη διατυπώνει ο Γιώργος Λύρας. Ένας καλλιτέχνης που με τη δουλειά του απευθύνεται στο κοινό στοχεύοντας σε κάτι ουσιώδες. Γνωστοποιώντας την πεποίθησή του ότι η τέχνη δεν χρειάζεται κραυγαλέους τόνους, αλλά αρκούν τα καλά υλικά και η μαεστρία του τεχνίτη για να αποκαλυφθεί η ομορφιά της αλήθειας της.
Πρόκειται για έναν νέο δημιουργό, για έναν έντιμο και σοβαρό σκηνοθέτη, που κινητοποιείται από τη συνείδησή του. Με τον τρόπο του ασκεί την καλλιτεχνική του ιδιοσυγκρασία σε παραστάσεις υψηλής αισθητικής κι όχι απλώς επιδεικτικές και εντυπωσιακές.
Το 2014 αποφάσισε να τολμήσει και δημιούργησε τη θεατρική εταιρεία «Μπουλούκι» που έχει ως στόχο την προώθηση του ελληνικού έργου. Με αρχικό προσανατολισμό στο ελληνικό ρεπερτόριο των δύο προηγούμενων αιώνων, σκηνοθέτησε το μοναδικό θεατρικό έργο του Αργύρη Εφταλιώτη «Ο Βουρκόλακας» με πρωταγωνίστρια τη Νένα Μεντή και έξι νέους ηθοποιούς στο θέατρο «Αποθήκη», ένα έργο που δεν είχε ανέβει ποτέ στην Ελλάδα. Ακολούθησε η «Στέλλα Βιολάντη (Έρως Εσταυρωμένος)» του Γρηγορίου Ξενόπουλου στο θέατρο «Χώρα», έργο άγριο, σκοτεινό, σκληρό και συναισθηματικά βίαιο, που έκανε αίσθηση τον χειμώνα του 2016 -17. Την ίδια σεζόν παρουσίασε την παράσταση «No man’s Land» της Alexandra Badea στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και στο θέατρο Από Μηχανής. Μια εξαίρετη παράσταση που αποτελείτο από δύο έργα, το «Aller – Retour», δηλαδή την ιστορία ενός νεαρού ζευγαριού το οποίο προσπαθεί να περάσει τα σύνορα στον Δούναβη επί Τσαουσέσκου και το «Βαρώσια, 13 Ιουλίου», όπου μια αρχαιολόγος πηγαίνει το 2014, στα Βαρώσια της Κύπρου, σε μια πόλη – φάντασμα για να συμβάλει σε μια αποστολή ταυτοποίησης νεκρών μέσω DNA. Εκεί μέσα στα αρχεία της βρίσκει την ιστορία ενός ζευγαριού του 1974 που χωρίστηκε με την εισβολή. Κοινό νήμα η ουδέτερη ζώνη. Ο άνθρωπος ανάμεσα σε σύνορα, φυσικά και μη.
Με την άριστα διεισδυτική ματιά του, με έναν καινοφανώς διακριτικό μα και συνάμα βαθιά ανθρώπινο και ιδιαιτέρως οικείο τρόπο, ο Γιώργος Λύρας θα φέρει στη σκηνή και πάλι μια θεατρική απόπειρα από έναν λογοτεχνικό ορίζοντα που διεκδικεί ξανά το φως. Για το χειμώνα του 2019 εργάζεται πάνω σε ένα ακόμη θεατρικό έργο του 20ου αιώνα. Ένα ελληνικό κείμενο του 1908 που μελετά εδώ και ενάμιση χρόνο.
Εν τω μεταξύ, ακριβώς όσα χρόνια εργάζεται και στο θέατρο, βρίσκεται και στο σχεδιασμό παραγωγής μουσικών παραστάσεων την καλλιτεχνική διεύθυνση των οποίων έχει ο Απόλλων Παπαθεοχάρης. Φέτος συνεργάζεται με δημοφιλείς καλλιτέχνες, όπως τη σπουδαία και αγαπημένη όλων Μαρινέλλα και τον Αντώνη Ρέμο (η συνεργασία του μαζί τους ξεκίνησε το 2005 και συνεχίζεται ως τώρα), την Έλενα Παπαρίζου, τον Κώστα Μακεδόνα, τους αδελφούς Τσαχουρίδη, τη Δέσποινα Βανδή, την Ήβη Αδάμου. Οι παραστάσεις αυτές ετοιμάζονται για το Αθηνών Αρένα, το Διογένης Studio στην Αθήνα και την Πύλη Α. στη Θεσσαλονίκη. Ταυτόχρονα συμμετέχει στην ομάδα διδασκαλίας θεατρικής γραφής του Εργαστηρίου Νέων Θεατρικών Συγγραφέων του Ιδρύματος Κακογιάννη.
Επιστρέφοντας στους τόπους του ονείρου, της φαντασίας και της φυγής, ο Γιώργος θερμαίνει και συντηρεί την παρουσία εκείνων των λογοτεχνών που τείνουν να ξεχαστούν και αξιοποιεί με σεβασμό, τρυφερότητα και υπευθυνότητα την ελληνική λογοτεχνική και πνευματική παράδοση.
Γιώργο, θα ήθελες να μας περιγράψεις μια σκηνή ή ένα γεγονός από την παιδική σου ηλικία;
* Υπάρχουν κάτι φωτογραφίες από αποκριάτικα πάρτι. Σε μια υπάρχουν βασίλισσες την νύχτας, λουλούδια, ποντίκια, πειρατές. Σε άλλη υπάρχει ο μπάτμαν, ο σούπερμαν και μια αμαζόνα. Κάπου συναντήθηκε και ο Μίκυ με μια Ινδιάνα. Σε όλες τις φωτογραφίες σε μια γωνία υπάρχει πάντα ο Δράκουλας. Ένα παιδί που κάθε χρόνο ήθελε να ‘ναι ο Δράκουλας. Αυτό το παιδάκι ήμουνα εγώ. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε. Κάθε χρόνο ήθελα να είμαι ο Δράκουλας. Με την ίδια στολή. Είμαι ολόιδιος σε όλες τις παιδικές φωτογραφίες. Μόνο η κάπα του κόμη που κόνταινε όσο ψήλωνα. Κι αυτό το λίγο που ψήλωσα έστω. Αυτό απ’ τα έξι εφτά μου ως τα 15, όχι αστεία.
Ποια ήταν τα παιδικά σου αναγνώσματα και οι πρώτες καλλιτεχνικές σου επιρροές;
* Στα παιδική μου ηλικία, θυμάμαι ότι διάβαζα πολλά παραμύθια, απ’ τον Αίσωπο ως την Πηνελόπη Δέλτα, Μαρκ Τουέιν, τον Όλιβερ Τουίστ, τα παραμύθια του Γουάιλντ, τα Ψηλά Βουνά του Παπαντωνίου, και πολλά κόμικς με αγαπημένο μου το «Ιστορίες απ’ την κρύπτη». αυτά δηλαδή είναι που θυμάμαι πιο έντονα. Η πρώτη μου καλλιτεχνική επιρροή ήταν ένα δώρο του Άι Βασίλη όταν ήμουν πολύ μικρός. Του πατέρα μου δηλαδή. Ένα κουκλοθέατρο. Με κούκλες, βασίλισσες, λύκους, μάγισσες. Δεν έβγαινα από κει μέσα μετά με τίποτα. Δυστυχώς κατάλαβα πολύ αργά πόσο καλά με ήξερε αυτός ο άνθρωπος.
Τότε που ήσουν παιδί, τι επιθυμούσες για το μέλλον σου;
* Δεν ονειρευόμουν το μέλλον ποτέ. Ειδικά ως παιδί. Ήθελα να δοκιμάσω πράγματα εκείνη τη στιγμή. Ήθελα να μάθω χορό, να είμαι πρωταθλητής κολύμβησης, να μάθω ξένες γλώσσες, να κάνω ψηφιδωτά. Αλλά ποτέ δεν τα ονειρευόμουν στο μέλλον μου. Τα έκανα όλα αυτά όταν ήμουν παιδί. Όνειρα για το μέλλον κάνω όσο μεγαλώνω.
Ποιοι σε ενθάρρυναν να ασχοληθείς με το θέατρο;
* Δεν με ενθάρρυνε κανείς γιατί ήταν μια ξαφνική απόφαση στα δεκαοκτώ. Δεν ήταν ένα όνειρο που ανακοίνωνα από μικρός. Μάλλον θα έλεγα ότι ανησύχησαν όλοι οι δικοί μου άνθρωποι. Αλλά με στήριξαν και με στηρίζουν βέβαια με όλες τους τις δυνάμεις. Ειδικά η οικογένειά μου, η μητέρα μου και η αδελφή μου.
Υπάρχουν δάσκαλοι στους οποίους οφείλεις και τι;
* Βεβαίως, υπάρχουν άνθρωποι που με εμπνέουν και διδάσκομαι απ’ αυτούς στο θέατρο και τη ζωή. Ο Σταμάτης Φασουλής είναι ο άνθρωπος που μου έδωσε βήμα και όχι μόνο αυτό, μοιράστηκε μαζί μου γνώσεις και πείρα ετών προσπαθώντας να μου μάθει τη δουλειά. Αλλά το σημαντικότερο που έχει κάνει ο Σταμάτης είναι ότι μου έχει δείξει εξαιρετικά μεγάλη εμπιστοσύνη σε στιγμές που έκανα λάθη, εξαιρετικά σημαντικό γιατί όταν στο λάθος στη δουλειά δεν τιμωρείσαι αλλά σου λένε συνέχισε αυτό είναι μεγάλη κινητήριος δύναμη για να μπορέσεις να προχωρήσεις και να μην οπισθοχωρήσεις. Και βέβαια η Νένα Μεντή που ήταν η πρώτη ηθοποιός που με εμπιστεύτηκε ως σκηνοθέτη χωρίς ποτέ να με αντιμετωπίσει ως πρωτάρη. Αυτό ήταν μεγάλο μάθημα για μένα ως στάση ζωής απέναντι στην τέχνη μου.
Έχεις σκηνοθετήσει έργα των Αργύρη Εφταλιώτη και Γρηγόρη Ξενόπουλου. Πού οφείλεται η προτίμησή σου στην ελληνική λογοτεχνία του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα;
* Είναι μια κλίση που ακόμη δεν μπορώ να εξηγήσω. Στην αρχή ξεκίνησε ο προσανατολισμός μου σε κείμενα των δύο προηγούμενων αιώνων για λόγους σπουδής. Όταν αποφάσισα να ιδρύσω την εταιρεία μου με στόχο την υποστήριξη και προώθηση του ελληνικού έργου, είπα θα τα πάρω τα πράγματα απ’ την αρχή και θα μελετήσω το νεοελληνικό έργο σε όλο του το φάσμα με μια ιστορική αν θέλετε σειρά. Μετά όμως αντί να προχωράω παρέμεινα σε αυτό το ρεπερτόριο. Ασκεί πάνω μου μια γοητεία δημιουργικά που δεν μπορώ να εξηγήσω ούτε σε εσάς ούτε σε μένα. Και να σας πω την αλήθεια δεν βιάζομαι και να το απαντήσω γιατί απολαμβάνω ακόμα τη γνωριμία μου με αυτά τα κείμενα και τη έρευνά μου πάνω σε αυτά.
Ποια είναι τα σχέδιά σου για το φθινόπωρο και το χειμώνα που έρχονται;
* Τώρα το φθινόπωρο βρίσκομαι σε περίοδο προετοιμασίας – στο σχεδιασμό παραγωγής -των μουσικών παραστάσεων την καλλιτεχνική διεύθυνση των οποίων έχει ο Απόλλων Παπαθεοχάρης. Ένας δημιουργός που αγαπάω και εκτιμώ εξαιρετικά και είναι και φίλος μου αγαπημένος εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Συνεργαζόμαστε και φέτος – και λέω και φέτος γιατί εργάζομαι στη σκηνοθεσία και τον σχεδιασμό παραγωγής μουσικών παραστάσεων ακριβώς όσα χρόνια εργάζομαι και στο θέατρο – με καλλιτέχνες που θαυμάζω απεριόριστα: τη σπουδαία και αγαπημένη μου Μαρινέλλα και τον Αντώνη Ρέμο (που η συνεργασία μου μαζί τους ξεκίνησε το 2005 και συνεχίζεται ως τώρα), την Έλενα Παπαρίζου, τον Κώστα Μακεδόνα, τους αδελφούς Τσαχουρίδη, τη Δέσποινα Βανδή, την Ήβη Αδάμου. Οι παραστάσεις αυτές ετοιμάζονται για το Αθηνών Αρένα, το Διογένης Studio στην Αθήνα και την Πύλη Α. στη Θεσσαλονίκη. Ταυτόχρονα θα συμμετέχω στην ομάδα διδασκαλίας θεατρικής γραφής του Εργαστηρίου Νέων Θεατρικών Συγγραφέων του Ιδρύματος Κακογιάννη μαζί με εξαιρετικούς συναδέλφους. Αργότερα το χειμώνα θα εργαστώ πάνω σε ένα ακόμη θεατρικό έργο του 20ου αιώνα. Ένα ελληνικό κείμενο του 1908 που μελετάω εδώ και ενάμιση χρόνο περίπου, αμέσως μετά το πρώτο ανέβασμα της «Στέλλας Βιολάντη» και το έχω αγαπήσει πολύ.
Το ταλέντο και οι στοιχειώδεις σπουδές αρκούν για να κάνει κάποιος τέχνη;
* Εγώ δεν πιστεύω στο ταλέντο. Το ταλέντο υπάρχει και είναι πάντα μια εκκίνηση. Χρειάζεται διαρκής σπουδή θεωρητικά και πρακτικά και πολλή τύχη. Το ταλέντο αρκεί για να είσαι καλλιτέχνης. Όχι για να είσαι επαγγελματίας δημιουργός. Υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που ήταν εξαιρετικά ταλαντούχοι και δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν ως επαγγελματίες.
Τι σημαίνει να είσαι σκηνοθέτης στην Ελλάδα της κρίσης;
* Είναι ένας συνεχής, καθημερινός αγώνας να αποδεικνύεις ότι είναι επάγγελμα. Μας απορροφά τόσο χρόνο και ενέργεια η προσπάθεια διεκδίκησης των πιο βασικών πραγμάτων που αυτό έχει επιπτώσεις δημιουργικά. Αυτό ισχύει και για τους ηθοποιούς, για τους σκηνογράφους, τους φωτιστές, όλους τους δημιουργικούς συντελεστές του θεάτρου.
Τι είναι αυτό που, κατά τη γνώμη σου, αναζητά ο θεατής όταν πηγαίνει στο θέατρο;
* Δεν μου αρέσει να το σκέφτομαι αυτό. Ούτε να το ξέρω. Ένας απ’ τους λόγους που ξεκινάω κάθε φορά μια παράσταση είναι αυτός. Το ότι δεν ξέρω. Σκέφτομαι πάντα τι θα ήθελα εγώ να τους προσφέρω μέσα από ένα έργο. Και πάντα προσπαθώ να προσφέρω μέσα απ’ τη δουλειά μου αυτό που δεν θα μπορούσαν ποτέ να φανταστούν, ή να αναζητήσουν ή να περιμένουν. Δεν ξέρω αν το πετυχαίνω ποτέ. Αλλά πάντα με μια τέτοια σκέψη και έναν τέτοιο στόχο αρχίζω. Για την ανατροπή, για την έκπληξη και την απόλαυσή της. Αν πετύχει το απρόοπτο και το πέρα του αναμενόμενου τότε νομίζω ότι το κοινό και οι δημιουργοί συναντώνται ευτυχείς. Αυτό το κατάλαβα από το πώς αισθάνομαι εγώ όταν βρίσκομαι στο κοινό και παρακολουθώ μια παράσταση. Κάθε φορά που εκπλήσσομαι και βλέπω την εκδοχή μιας ιστορίας που ποτέ δεν είχα φανταστεί ή που συγκινούμαι για πράγματα που ποτέ δεν περίμενα πως θα συγκινηθώ ή προβληματίζομαι για πράγματα που πίστευα πως δεν με αφορούν αισθάνομαι ότι μου ανοίγονται κόσμοι που δεν γνωρίζω. Είναι μεγάλη ηδονή για μένα να αυξάνονται τα ενδεχόμενα, οι πιθανότητες και οι εκδοχές.
Η εκπαίδευση στη χώρα μας προωθεί την τέχνη;
* Όχι κάθε άλλο. Προσπαθεί για το ακριβώς αντίθετο. Στο εκπαιδευτικό σύστημα αυτό που προωθείται είναι οι λάθος επιλογές και ο αποπροσανατολισμός των παιδιών. Είναι απ’ τα πιο άγονα και στείρα εκπαιδευτικά προγράμματα παγκοσμίως.
Ποια είναι η άποψή σου για τη σύγχρονη δραματουργία στην Ελλάδα;
* Υπάρχει μεγάλη διάθεση και παραγωγή αλλά με βαθύτατη έλλειψη τεχνικής κατάρτισης. Επειδή έρχομαι συνέχεια σε επαφή με νέους συγγραφείς εντοπίζω πάντα το ίδιο πρόβλημα. Γράφουν βιωματικά και εξομολογητικά. Για να ξαλαφρώσουν. Δεν γνωρίζουν τεχνικές αφήγησης. Την εισήγηση και τη δημιουργία χαρακτήρων. Το χειρισμό των ανατροπών και των συγκρούσεων. Το γλωσσικό ύφος. Το πώς καταγράφεται η προφορικότητα. Υπάρχει μια αοριστία σε ζητήματα της σκηνής πολύ βασικά.
Η τέχνη -και ειδικά το θέατρο- πόση πειθαρχία χρειάζεται;
* Χρειάζεται ένα πολύ ιδιαίτερο είδος πειθαρχίας. Χρειάζεται μια μεγάλη πειθαρχία στη συναισθηματική ελευθερία. Στην αναρχία της φαντασίας. Στην εμπιστοσύνη στον άλλον. Στην πνευματική διαύγεια. Νομίζω γι’ αυτό η δουλειά μου είναι εθιστική. Τουλάχιστον για μένα. Γιατί το να πειθαρχώ σε τέτοιου είδους αρχές με συντηρεί ζωντανό.
Το περιβάλλον στο οποίο κινείσαι επαγγελματικά και καλλιτεχνικά, θεωρείται πολύ ανταγωνιστικό. Είναι πράγματι, κατά τη γνώμη σου;
* Ναι είναι βέβαια. Και είναι και λογικό. Αλλά ο ανταγωνισμός δεν είναι κάτι που πρέπει να σε αφορά ή να τον φοβάσαι. Υπάρχει σε όλους τους χώρους – συναντάται στους ανθρώπους που βρέθηκαν τυχαία εκεί ή που δεν ξέρουν τι κάνουν.
Οι σωστές επιλογές είναι ένας τομέας που απαιτεί ταλέντο και στρατηγική;
* Ποιες επιλογές λέμε σωστές; Εγώ ακόμα και πράγματα που μου απέτυχαν τα θεωρώ σωστές επιλογές τη στιγμή που έγιναν. Για μένα μια επιλογή θα ήταν λάθος μόνο αν δεν ήταν δική μου. Έχω την τεράστια τύχη να μην έχω ως τώρα καμία τέτοια επιλογή.
Ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που σου έχει δώσει μέχρι τώρα η δουλειά σου;
* Η συνάντηση με το κοινό και τους συνεργάτες μου σε «κοινούς τόπους».
Ποια είναι η μεγαλύτερη ανησυχία σου σχετικά με τη δουλειά σου;
* Το αν θα μπορέσω να συνεχίσω να την κάνω. Και φυσικά δεν εννοώ δημιουργικά. Αναφέρομαι στις επαγγελματικές συνθήκες. Που τείνουν συνεχώς προς το να σταματήσουν να είναι επαγγελματικές.
Η Αθήνα έχει την καλλιτεχνική ζωή που της αξίζει;
* Η Αθήνα έχει εξαιρετικά έντονη καλλιτεχνική ζωή. Πολλές παραστάσεις, μουσικές και θεατρικές. Εξαιρετικά μουσεία, εκδόσεις. Ποσοτικά δεν υστερούμε σίγουρα. Ποιοτικά πάντα μπορούν να γίνουν βελτιώσεις αλλά αυτό είναι και το ενδιαφέρον.
Πώς θα χαρακτήριζες τους Έλληνες θεατές;
* Γιατί να τους χαρακτηρίσω κάπως; Δεν είναι και όλοι ένα. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως παρά τα όσα περνάνε οι θεατές εξακολουθούν να γεμίζουν πολλές αίθουσες κάθε χρόνο. Μάλλον και γι’ αυτό τις γεμίζουν.
Σε τι θα έλεγες ασυζητητί «όχι»;
* Σε οτιδήποτε δεν είναι συνεπές προς την Τέχνη μου. Δεν απορρίπτω το λάθος. Ή το κακό αποτέλεσμα. Δεν μπορούμε πάντα να αποδίδουμε τέλεια. Απορρίπτω αμέσως ό,τι δεν είναι έντιμο θεατρικά.
Τι πιστεύεις ότι πρόκειται να δει και να ζήσει η γενιά σου;
* Δεν ξέρω αν θέλω να το σκέφτομαι αυτό.
Τι απολαμβάνεις;
* Τη δημιουργία.
Τι ψάχνεις;
* Τα πάντα.
Τι ζηλεύεις;
* Ευτυχώς δεν ζηλεύω. Φαίνεται εξοντωτικό.
Πώς ενημερώνεσαι; Από το Διαδίκτυο ή και από τον παραδοσιακό Τύπο (εφημερίδες, περιοδικά);
* Και από το Διαδίκτυο αλλά και από τον παραδοσιακό Τύπο. Απ’ τα δύο εγώ προτιμώ την εφημερίδα.
Σε ευαισθητοποιούν τα γεγονότα της επικαιρότητας;
* Δυστυχώς πολύ.
Τι εύχεσαι για τον τόπο μας;
* Είναι η πιο δύσκολη ερώτηση. Διανύω μια περίοδο βαθύτατης απαισιοδοξίας για τον τόπο μας δυστυχώς. Δεν μπορώ να ονειρευτώ και να ευχηθώ πράγματα αν δεν ελπίζω σε ένα υγιές μέλλον.
Πώς θα χαρακτήριζες τη συμπεριφορά των Ελλήνων προς το δημόσιο χώρο;
* Εντυπωσιακά λάθος. Είναι θέμα παιδείας, κουλτούρας και πολιτισμού. Το αδύνατό μας σημείο.
Ποια εικόνα στην πόλη σε θλίβει περισσότερο;
* Η βρωμιά της και ο βανδαλισμός των ωραιότερων κτηρίων και μνημείων.
Ποιο βιβλίο διαβάζεις αυτή την εποχή και ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου σκηνοθέτες;
* Διαβάζω μια μελέτη για τους πίνακες ζωγραφικής που αναφέρονται στο «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Προυστ. Αγαπημένος μου σκηνοθέτης είναι ο Χίτσκοκ.
Πώς κρίνεις τον τρόπο που φέρονται οι Έλληνες στα ζώα;
* Είμαστε ακόμη και σήμερα μια χώρα με αδέσποτα ζώα στους δρόμους. Αυτό και μόνο αρκεί για να καταλάβουμε ότι ούτε ως Πολιτεία αλλά ούτε και ως άτομα είμαστε εντάξει απέναντί τους. Είναι κι άλλα πολλά, αναφέρω ένα χαρακτηριστικό και καταλαβαινόμαστε είμαι σίγουρος.
Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Έχεις κατοικίδιο;
* Νομίζω εξαιρετική. Έχω έναν γάτο Πέρση, τον Vito. Είναι ένα είδος αγάπης ιδιαίτερο και αφοπλιστικό. Αγαπάς χωρίς να ξέρεις γιατί. Εννοώ με βάση το ανθρώπινο λογικό και συνείδηση. Και το να αγαπάς έτσι είναι μεγάλη γητεία.
***
Ο Γιώργος Λύρας γεννήθηκε, μεγάλωσε και διαμένει στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης Κάρολου Κουν και του τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου. Τον Mάιο του 2010 παρακολούθησε το σεμινάριο του Θωμά Μοσχόπουλου “Αφήγηση και δράση” στο εργαστήρι του “θεάτρου Πόρτα Ξένιας Καλογεροπούλου”. Κατά την περίοδο 2004-06 αρθρογραφεί στο περιοδικό lapsus linguae στην πολιτιστική στήλη (ηλεκτρονική έκδοση της ακαδημαϊκής κοινότητας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών) .
Στο θέατρο έχει εμφανιστεί στις παραστάσεις: Το τρέντυ θα σφυρίξει τρεις φορές, επιθεώρηση σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή και Όρνιθες (Τροχίλος) του Αριστοφάνη, αναβίωση της παράστασης του Κάρολου Κουν σε σκηνοθετική επιμέλεια των Διαγόρα Χρονόπουλου, Κωστή Καπελώνη και Θοδωρή Γράμψα.
Από το 2005 ως σήμερα συνεργάζεται στο θέατρο, ως βοηθός σκηνοθέτης, με τον Σταμάτη Φασουλή σε θεατρικές παραστάσεις (Το τρέντυ θα σφυρίξει τρεις φορές (θέατρο Δ. Χορν), Δύο τρελοί τρελοί παραγωγοί (θέατρο Αλίκη), Ανθρώπινες Φωνές (θέατρο Δ. Χορν), Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης (θέατρο Δ. Χορν), Το κλουβί με τις τρελές (θέατρο Παλλάς), Το τρίτο στεφάνι (Εθνικό Θέατρο), Μαρινέλλα – το musical (θέατρο Παλλάς), O Θεός της Σφαγής (θέατρο Κάτια Δανδουλάκη) , Κόκκινο (θέατρο Δ. Χορν), Σκηνοβάτες (Αρχ. Θέατρο Επιδαύρου) , Ιππείς (Αρχ. Θέατρο Επιδαύρου), Τζων Γαβριήλ Μπόρκμαν (θέατρο Δ. Χορν), Σικάγο (θέατρο Παλλάς), Μερικοί το προτιμούν καυτό (θέατρο Παλλάς), Αρσενικό και παλιά δαντέλα (θέατρο Παλλάς), Ο Μπαμπάς (θέατρο Δ. Χορν), Ο Θάνατος του Εμποράκου (Εθνικό Θέατρο), Στρόχαϊμ (θέατρο Από Μηχανής), «Νίκη» του Χρήστου Χωμενίδη (θέατρο Ελληνικός Κόσμος) καθώς και σε μουσικές παραστάσεις όπως: Μαρινέλλα – Αντώνης Ρέμος ζωντανά στο Αθηνών Αρένα, Μαρινέλλα – Αντώνης Ρέμος «σε ένα tango», Γιώργος Νταλάρας – Όλα απ’ την αρχή, Μαρινέλλα – Γιάννης Πάριος ζωντανά στο Διογένης Studio, «Η φωνή ζει» Συναυλία στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Σε μουσικά θεάματα έχει συνεργαστεί με τους Μαρινέλλα, Γιάννη Πάριο, Γιώργο Νταλάρα, Σάκη Ρουβά, Άννα Βίσση, Αντώνη Ρέμο, Γλυκερία, Γιώτα Νέγκα, Ματούλα Ζαμάνη, Omar Faruk Tekbilek, Goran Bregovic κ.α.
Το 2014 ιδρύει τη θεατρική εταιρεία «Μπουλούκι» με στόχο την προώθηση του ελληνικού έργου. Με αρχικό προσανατολισμό στο ελληνικό ρεπερτόριο των δύο προηγούμενων αιώνων σκηνοθετεί σε πανελλήνια πρώτη το μοναδικό θεατρικό έργο του Αργύρη Εφταλιώτη «Ο Βουρκόλακας» με τη Νένα Μεντή και έξι νέους ηθοποιούς στο θέατρο Αποθήκη. Ακολουθεί για τον χειμώνα του 2016 -17 η «Στέλλα Βιολάντη (Έρως Εσταυρωμένος)» του Γρ. Ξενόπουλου στο θέατρο Χώρα. Τον ίδιο χειμώνα παρουσιάζει το έργο No man’s Land (Aller Retour / Βαρώσια 13 Ιουλίου) της Alexandra Badea στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και στο θέατρο Από Μηχανής. Τέλος, συνδιασκεύασε με τον Σταμάτη Φασουλή το μυθιστόρημα «Νίκη» του Χρήστου Χωμενίδη. Τον χειμώνα του 2015 δίδαξε δημιουργική γραφή σε επαγγελματίες θεατρικούς συγγραφείς στο Εθνικό Θέατρο στο πλαίσιο του Στούντιο Θεατρικής Γραφής του Εθνικού Θεάτρου.
- Φωτογραφίες: Μαρία Τουλούπη