Στην εβδομαδιαία στήλη του με τον τίτλο «Θεατρικές μνήμες» στην εφημερίδα «Έθνος», το 1988, ο ηθοποιός Αρτέμης Μάτσας έγραφε ένα θέμα για τον Γιάννη Τσαρούχη. Ήταν μια επιστολή του Νίκου Βέλμου (1890 – 1930) ο οποίος ήταν ηθοποιός, λογοτέχνης, δημοσιογράφος και ζωγράφος. Ήταν επίσης ο κυριότερος και ένας από τους λίγους ένθερμους υποστηρικτές του Αναρχισμού στον τομέα της λογοτεχνίας.
Έγραψε λοιπόν ο Βέλμος το 1927 στον Γιάννη Τσαρούχη την παρακάτω επιστολή: «Ιωάννη Τσαρούχη μαθητήν δεκαεπταετή της α΄τάξεως του Μετσοβείου Πολυτεχνείου. Σας συνιστώμεν να αποχωρήσετε αυθωρεί και παραχρήμα από το Πολυτεχνείο. Μα στο Θεό σου, από δασκάλους που ‘πρεπε να ‘ναι μαθητάδες σου, τι περιμένεις να μάθεις»;…
***
Αξίζει εδώ να δούμε άλλο ένα απόσπασμα από τη ραδιοφωνική εκπομπή του Αρτέμη Μάτσα: «Θα επιθυμούσα να αποκαταστήσω μια φράση που την έχει στο στόμα του κάθε Έλληνας, αλλά που ποτέ δεν αναφέρθηκε ποιος είναι ο αληθινός εμπνευστής της, αυτός που την πρωτοείπε δηλαδή και την έκανε τόσο χαρακτηριστικά επιγραμματική και δημοφιλή. Λοιπόν η φράση: «Στην Ελλάδα είσαι ό, τι δηλώσεις» ανήκει ολοκληρωτικά στον ηθοποιό Τζαβαλά Καρούσο. Αυτός και μόνο αυτός την πρωτοείπε. Και σε αυτόν ανήκει. Μάλιστα ο ίδιος ο Γιάννης Τσαρούχης μου είχε πει: «Η φράση είναι του Καρούσου, όμως εγώ τη διέδωσα»…
***
Ο Γιάννης Τσαρούχης, γεννήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1910, στον Πειραιά. Τα πρώτα του έργα τα εξέθεσε το 1927 στο Άσυλο Τέχνης. Η επιτυχία που σημείωσε τον οδήγησε στη συνέχεια να φοιτήσει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Μετσόβειου Πολυτεχνείου (1927–1935), με καθηγητές τους Ιακωβίδη, Βικάτο και Παρθένη.
Από το 1928, είχε ασχοληθεί ενεργά και με το θέατρο. Μάλιστα, τα κοστούμια και τα σκηνικά για την παράσταση του Εθνικού Θεάτρου «Πριγκίπισσα Μαλένα», τα είχε επιμεληθεί ο ίδιος.
***
Το 1977, στο ελεύθερο οικόπεδο – που είχε μεταβληθεί σε πάρκινγκ – στην οδό Καπλανών 6, στο Κολωνάκι, ο Τσαρούχης ανέβασε τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη σε δική του νεοελληνική απόδοση, με δική του διδασκαλία και σκηνογραφία. Ήταν μια δουλειά που συμπύκνωνε την αισθητική και την κοσμοθεωρία του για τη ζωή, την τέχνη και το αρχαίο δράμα.
Κατά τη διάρκεια αυτών των παραστάσεων και συγκεκριμένα την Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 1977, όταν έγινε γνωστός ο θάνατος της μεγάλης ντίβας, ο Τσαρούχης ανέβηκε στη σκηνή και είπε:
«Σας αναγγέλλω με μεγάλη θλίψη ότι η Mαρία Kάλλας πέθανε. Ήταν μια θεά και θα μείνει αθάνατη. Αλλά μην ξεχνούμε ποτέ ότι η καχεκτική ελληνική Λυρική Σκηνή τη βρήκε ανεπαρκή και την ανάγκασε να φύγει από την Ελλάδα».
***
Ο Τσαρούχης συνεργάστηκε με την Κάλλας το 1960. Τότε (24 Αυγούστου του 1960), η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη «Νόρμα» του Βιντσέντζο Μπελίνι. Ήταν το έργο που η ίδια είχε ζητήσει για την πρώτη της εμφάνιση στο αρχαίο θέατρο. Η Κάλλας δεν έχανε ποτέ την ευκαιρία να ξαναζήσει το δράμα και το πάθος της ηρωίδας. Γι αυτό τη στιγμή που τραγουδούσε την άρια «Κάστα ντίβα» αφέθηκαν στην ορχήστρα δύο λευκά περιστέρια, προκαλώντας θύελλα χειροκροτημάτων. Στο τέλος, ο ενθουσιασμός του κοινού ήταν τόσο μεγάλος που κάλεσαν την Κάλλας 10 φορές στη σκηνή.
Τα σκηνικά, στην ιστορική αυτή παράσταση, υπέγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης, τα κοστούμια φιλοτέχνησε ο Αντώνης Φωκάς και η σκηνοθεσία ήταν του Αλέξη Μινωτή.
***
Το επόμενο χρόνο και στις 6 Αυγούστου 1961, η Κάλλας παρουσίασε στο Αρχαίου Θέατρο της Επιδαύρου τη «Μήδεια» του Κερουμπίνι, αυτή τη φορά τα κοστούμια ήταν του Γιάννη Τσαρούχη και η σκηνοθεσία και πάλι του Αλέξη Μινωτή.
Το 1981, είκοσι χρόνια μετά την παράσταση, ο Γιάννης Τσαρούχης έβαλε την υπογραφή του στη μεγάλη φωτογραφία της Κάλλας που τοποθέτησε ο αγαπημένος Λεωνίδας Λιακόπουλος στο γευστικό «καταφύγιο» όλων από το 1954 μέχρι και σήμερα, στο Λυγουριό.
***
Ο Τσαρούχης πέθανε την 20η Ιουλίου 1989, στο Νοσοκομείο «Αμαλία Φλέμιγκ», στα Μελίσσια. Ήμουν στο «Έθνος» όταν το έμαθα.
Με τη συνάδελφο Σμαράγδα Μιχαλιτσιάνου έτρεξα με τον «σκαραβαίο» στο Νοσοκομείο. Οι γιατροί και οι συνοδοί του ζωγράφου μας μίλησαν για το τέλος του…
***
Στην κορυφαία φωτογραφία το έργο – του 1978 – είναι αυτοπροσωπογραφία του Γιάννη Τσαρούχη, δώρο στον Ηλία Δεβλέτογλου.