“Η όλη ιστορία άρχισε με μιαν αδεξιότητα, με μιαν αγένεια ολωσδιόλου ανεύθυνη, μια «γκάφα», όπως λεν οι Γάλλοι. Ύστερα, προσπάθησα να επανορθώσω την ανοησία μου. Αλλά όταν κανείς βιάζεται να διορθώσει κάποια ρόδα σ’ ένα ρολόι, καταστρέφει, τις περισσότερες φορές, ολόκληρο το μηχανισμό. Ακόμα και σήμερα, ύστερα από τόσα χρόνια, δεν μπορώ να προσδιορίσω πού τέλειωσε η καθαρή απροσεξία μου, και πού άρχισε η υπαιτιότητά μου. Ίσως να μην το μάθω ποτέ…”
Έτσι αρχίζει το μυθιστόρημα του Στέφαν Τσβάιχ, “Επικίνδυνος Οίκτος”. Το μοναδικό αυτό μυθιστόρημα περιγράφει σπαρακτικά τη βασανιστική προδοσία της τιμής και του έρωτα, με φόντο τη διάλυση της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Το μυθιστόρημα, γραμμένο τις παραμονές και υπό τη σκιά του επερχόμενου Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τοποθετείται στις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και τελειώνει με τη σφαίρα που σκότωσε τον αρχιδούκα Φραγκίσκο Φερδινάνδο της Αυστρίας στο Σαράγεβο. Οι ήρωες είναι οι αποσβολωμένοι θεατές της τραγωδίας τους, σύμβολα ενός παρακμιακού πολιτισμού που δεν μπορεί όμως να αντισταθεί στη διεγερτική χαρά ενός τελευταίου βαλς. Η πρόζα του Τσβάιχ, υπέροχη και εκλεπτυσμένη, μοιάζει με τα λείψανα αυτού του πολιτισμού που τον κατάπιε η τρέλα του 20ού αιώνα. Ο οίκτος παρουσιάζεται ως ένα επικίνδυνο συναίσθημα. Μια ημιπαράλυτη γυναίκα καταστρέφεται από τον πολύ οίκτο του περιβάλλοντός της – του πατέρα, του γιατρού της και του αρραβωνιαστικού της.
Η ιστορία ξεκινάει στα τέλη του 1913 σε μια επαρχιακή πόλη της παραπαίουσας Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Στο κέντρο της περιπέτειας ένας 25χρονος νεαρός ταπεινής καταγωγής, Άντον Χοφμίλερ το όνομά του, υπίλαρχος του αυστροουγγρικού ιππικού που υπηρετεί στη συνοριοφυλακή μιας κωμόπολης στα ουγγρικά σύνορα.
Μια μέρα, ο Άντον θα λάβει μια περίεργη και ιδιαίτερη πρόσκληση. Πρόσκληση που δύσκολα θα αρνιόταν άνθρωπος την εποχή εκείνη. Ο πιο πλούσιος άνθρωπος της περιοχής, ένας αυτοδημιούργητος τύπος ονόματι Λάγιος φον Κεκεσφάλβα, θα καλέσει στον πύργο του τον Άντον Χοφμίλερ για ένα λαμπερό δείπνο. Εκεί ο νεαρός Άντον στην προσπάθειά του να δείξει πως έχει καλούς τρόπους, και παράλληλα να κρύψει την επαρχιώτικη καταγωγή του, προτείνει στην 17χρονη κόρη του οικοδεσπότη, την Έντιθ, να χορέψουν, αγνοώντας, όμως, πως η κοπέλα είναι παράλυτη.
Για να μπορέσει να επανορθώσει ο Άντον, θα της στείλει ένα μπουκέτο ακριβά λουλούδια. Έτσι, ο νεαρός αξιωματικός θα μπει στο «παιχνίδι» ενός ιδιαίτερα επικίνδυνου οίκτου για την νεαρή Έντιθ! Ένα «παιχνίδι» που όμως έχει μάθει να χρησιμοποιεί, και μάλιστα με εξαιρετικό τρόπο, η Έντιθ. Ένα «παιχνίδι» που μετατρέπει την αδυναμία σε όπλο επιβολής!
***
“Ο οίκτος είναι δίκοπο μαχαίρι. Όποιος δεν ξέρει να τον χρησιμοποιήσει, πρέπει να μην καταπιάνεται μ’ αυτόν ποτέ. Στην αρχή ο οίκτος -όπως η μορφίνη- είναι μια ευεργεσία για τον άρρωστο, ένα γιατρικό, ένα καταπραϋντικό, που γίνεται θανάσιμο δηλητήριο όταν δεν ξέρεις τη σωστή αναλογία, το σημείο που πρέπει να σταματήσεις. Οι πρώτες ενέσεις κάνουν καλό, ησυχάζουν, σταματάνε τον πόνο. Δυστυχώς, η ψυχή, όπως κι ο ανθρώπινος οργανισμός, έχει μιαν απίστευτη ικανότητα προσαρμογής. Όπως τα νεύρα ζητάνε ολοένα μεγαλύτερη δόση μορφίνης, έτσι κι η ψυχή έχει ανάγκη από περισσότερο οίκτο και, στο τέλος ζητάει περισσότερο απ’ όσο μπορεί να της δώσει κανείς. Αναπόφευκτα, έρχεται η στιγμή που είσαι αναγκασμένος να πεις το “όχι”. Κι ο άρρωστος μισεί περισσότερο τον ευεργέτη του γι’ αυτή την τελευταία άρνηση, παρά αν αυτός είχε αρνηθεί απ’ την αρχή να τον βοηθήσει. Ναι, αγαπητέ κύριε υπίλαρχε, πρέπει να ‘ναι κανένας κύριος του οίκτου του, γιατί κάνει περισσότερο κακό κι απ’ τη μεγαλύτερη ακόμη αδιαφορία”.
***
Ο Στέφαν Τσβάιχ γεννήθηκε στη Βιέννη το 1881 και αυτοκτόνησε στη Βραζιλία στις 23 Φεβρουαρίου 1942. Στη ζωή του ασχολήθηκε με πολύ διαφορετικά λογοτεχνικά είδη: ποίηση, θέατρο, μεταφράσεις, μυθιστορηματικές βιογραφίες, λογοτεχνικές κριτικές. Όμως οι νουβέλες τον κατέστησαν παγκοσμίως γνωστό: Η σύγχυση των συναισθημάτων, Αμόκ, Εικοσιτέσσερις ώρες από τη ζωή μιας γυναίκας, Η σκακιστική νουβέλα, Ο παλαιοβιβλιοπώλης Μέντελ, Η αόρατη συλλογή κ.ά. Οι νουβέλες του Τσβάιχ παρουσιάζονται ως μια σειρά πίνακες που αναπαριστούν την εκλέπτυνση και την ευαισθησία του κλειστού κόσμου που ήταν η βιεννέζικη κοινωνία των αρχών του 20ού αιώνα. Αν και οι γνωστότερες νουβέλες του γράφτηκαν μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, στη δεκαετία του ’20, σημαδεύουν το δέσιμο του συγγραφέα με τον κόσμο του χθες, μια ευαισθησία τέλους αιώνα, ένα αισθητικό κλίμα βιεννέζικου ιμπρεσιονισμού, και δείχνουν το ενδιαφέρον του για μια ψυχολογία του βάθους. Εκτός από την κοινωνιολογική τους μαρτυρία, γοητεύουν με την ένταση που περιέχουν και που υποφώσκει κάτω από τη φαινομενικά επίπεδη αφήγηση. Τα αφηγήματα αυτά συνδυάζουν τον μοντερνισμό των ψυχολογικών ανακαλύψεων του Φρόιντ με τη ζωντάνια του μυθιστορήματος δράσης.
To 1938, τις παραμονές και υπό το κλίμα του επερχόμενου Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κυκλοφόρησε το μοναδικό του μυθιστόρημα, ο Επικίνδυνος οίκτος.
Η φήμη του Τσβάιχ οφειλόταν όχι μόνο στο λογοτεχνικό του έργο αλλά και στις ιστορικές μικρογραφίες και στα βιογραφικά του κείμενα. Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησαν τα απομνημονεύματά του, Ο κόσμος του χτες, έργο που μιλάει για μια αμετάκλητα παρελθούσα εποχή.
-Πληροφορίες: «Επικίνδυνος οίκτος» του Στέφαν Τσβάιχ, μετάφραση: Μιμίκα Κρανάκη, εκδόσεις Άγρα.
- Εικόνα: Ο Stefan Zweig σε λεωφορείο στη Νέα Υόρκη, 1941. Photo: by Kurt Severin