Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Ο φόνος μιας “βλαβερής ψείρας” είναι τελικά «έγκλημα»;
Η λογοτεχνία του Ντοστογιέφσκι πάντοτε συμβάδιζε με την Εγκληματολογία και την Ψυχανάλυση γιατί ψάχνουν -από διαφορετικούς δρόμους- να βρουν πώς λειτουργεί το εγκληματικό μυαλό.
Μοιάζοντας με αστυνομικό μυθιστόρημα, το «Έγκλημα και Τιμωρία» γυρεύει ενόχους και ενοχές αλλά ο εγκληματολόγος Ντοστογιέφσκι δεν ηθικολογεί. Τα εγκλήματα και οι εγκληματίες του Ντοστογιέφσκι δεν έχουν ακριβώς το «πολιτικώς ορθόν» αλλά η ζωή τους δεν στερείται αρχών.
Το «Έγκλημα και Τιμωρία», η παράσταση που παρακολουθήσαμε στο κατάμεστο θέατρο «Άνεσις», μας αποκαλύπτει ανάγλυφα το ιδιόρρυθμο, εξαχρειωμένο περιβάλλον των μικροϋπαλλήλων της Αγίας Πετρούπολης, που αποτέλεσε το φυσικό σκηνικό των πρώτων αφηγημάτων του Ντοστογιέφσκι και κάποιων κορυφαίων μυθιστορημάτων του. Εξαθλιωμένοι διανοούμενοι και άποροι κατώτεροι κοινωνικοί λειτουργοί αποτελούν -κατά κύριο λόγο- τους δυστυχείς ήρωες των έργων του.
Ο αναμορφωτής του γεωργιανού θεάτρου και καλλιτεχνικός διευθυντής του Kote Marjanishvili Theatre, Λεβάν Τσουλάτζε, συνεργάζεται για δεύτερη συνεχή χρονιά με το θέατρο «Άνεσις», μετά το περσινό «Λεωφορείο ο Πόθος», αναλαμβάνοντας τη διασκευή και τη σκηνοθεσία του παγκόσμια αναγνωρισμένου λογοτεχνικού έργου του Φίοντορ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι, «Έγκλημα και Τιμωρία».
Ο Ρασκόλνικοφ είναι ένας φτωχός, ιδεοληπτικός, αμοραλιστής αλλά περήφανος φοιτητής. Αμοραλιστής, δηλαδή «ξένος (άσχετος) με την ηθικότητα». Κι αυτό γιατί διαφέρει ο αμοραλιστής από τον ανήθικο. Ο ανήθικος εναντιώνεται στις αρχές της ηθικής, ενεργεί ενάντια στην ηθική, ενώ ο αμοραλιστής είναι ο αδιάφορος για την ηθική.
Για να βρει διέξοδο, λοιπόν, από τη μιζέρια του, ο Ρασκόλνικοφ σκοτώνει και κλέβει μία γριά τοκογλύφο που τη θεωρεί βλαβερή ύπαρξη, μία «ψείρα». Δεν χρησιμοποιεί τα χρήματα, δεν αφήνει δικά του ίχνη, αλλά βασανίζεται από μια εσωτερική τιμωρία. Από «υπεράνθρωπος» αρχίζει να αισθάνεται εγκλωβισμένος. Φοβάται μήπως ο ανακριτής Πορφύρης αποκαλύψει το έγκλημά του, συλληφθεί, δικαστεί και καταδικαστεί.
Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα έργα του Ρώσου πεζογράφου και στοχαστή που αφορά στην ηθική, το νόμο και τον άνθρωπο. Ο Ντοστογιέφσκι το εμπνεύστηκε από ένα αληθινό περιστατικό, όταν στα μέσα της δεκαετίας του 1860, ένας φοιτητής είχε δολοφονήσει έναν γέροντα… με κίνητρα παρόμοια με αυτά του Ρασκόλνικοφ.
Εγκληματολογική σημασία
Η ιστορία της ζωής του Ρασκόλνικοφ έχει ιδιαίτερη εγκληματολογική σημασία καθώς εκθέτει τις δικές του απόψεις και σκέψεις και κυρίως τον δικό του κώδικα αξιών. Αν συνδυάσει κανείς αυτές τις θέσεις με τις αντιλήψεις του 19ου αιώνα για την ηθική φτώχεια των (επικίνδυνων και λόγω αδυνάτου χαρακτήρα) εγκληματιών, αντιλαμβανόμαστε άμεσα γιατί ο Ρασκόλνικοφ ταιριάζει απόλυτα με το προφίλ του ανοργάνωτου δράστη αφού το έγκλημά του ήταν αυθόρμητο, η σκηνή του εγκλήματος ακατάστατη, τα πειστήρια ατάκτως αφημένα.
Ο Ρασκόλνικοφ είναι η μορφή που επιμένει να μας στοιχειώνει, μια απέραντα τραγική μορφή, εξαιτίας της αντίφασης ανάμεσα στα ηθικά ιδεώδη του και την προσπάθειά του να τα υλοποιήσει μέσα από τον φόνο, ενώ την ίδια στιγμή τον κατατρύχει η αίσθηση ότι δεν είναι ικανός να ανταποκριθεί στην αποστολή που έχει αναλάβει.
Ο συγγραφέας καταπιάνεται εδώ με ύψιστα ηθικά διλήμματα και τα αναλύει σε μεγάλο βάθος, παρασύροντας τον αναγνώστη στο σκοτεινό λαβύρινθο μιας αλλοτριωμένης ψυχής. Το πρόβλημα του κακού τοποθετείται στην πιο ακραία εκδήλωσή του, το έγκλημα. Στα έργα του Ντοστογιέφσκι δεν υπάρχουν ευτυχισμένοι ήρωες, όπως δεν υπάρχουν και «θετικοί ήρωες». Όλα τα πρόσωπα που παρουσιάζονται σ’ αυτά τα έργα, είναι πρόσωπα που πάσχουν, που υποφέρουν, που βασανίζονται, που, όμως, στο τέλος, δυστυχώς, δε λυτρώνονται. Ακόμη και όταν ο κολασμός των πράξεών τους, ο βαρύς πέλεκυς της τιμωρίας πέφτει επί δικαίους και αδίκους και επί των κεφαλών του.
Όπως ορίζεται σε όλα τα σύγχρονα λεξικά, «η γενική μελέτη του καλού και η γενική μελέτη της ορθής πράξεως αποτελούν το κύριο έργο της ηθικής» (The Cambridge Dictionary of Philosophy, 1955, σ. 244). Χωρίς τη διάκριση καλού και κακού η έννοια της ηθικής καταρρέει και για τον Ρασκόλνικοφ, φοιτητή της Νομικής, η υπακοή και η συμμόρφωση στους νομικούς κανόνες δε συνεπάγεται πάντα και την ηθική καθώς η γριά ενεχυροδανείστρια, την οποία δολοφονεί, ασκεί απολύτως νόμιμα το επάγγελμά της συντελώντας από την άλλη στην κοινωνική αδικία και ανισότητα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι σχολίασε για το «Έγκλημα και Τιμωρία»:
«Εδώ, αναπτύσσεται η συνολική ψυχολογική διαδικασία του εγκλήματος. Ο δολοφόνος βασανίζεται από άλυτα προβλήματα και απρόσμενα συναισθήματα. Θείοι και ανθρώπινοι νόμοι ζητούν να τους καταβληθεί το οφειλόμενο αντίτιμο. Και, στο τέλος, αναγκάζεται να παραδοθεί, ούτως ώστε, παρότι ίσως πεθάνει στη φυλακή, να μπορεί να χαρεί τη συντροφιά των άλλων ανθρώπινων πλασμάτων. Τον οδηγεί σ’ αυτό η αίσθηση ότι απομονώθηκε από την υπόλοιπη ανθρωπότητα».
Ξεκινώντας από ένα έγκλημα για το οποίο υπεύθυνη είναι η ίδια η κοινωνία, ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, στο πρόσωπο του θύτη, που είναι συγχρόνως και θύμα, προβάλλει την υπαρξιακή του αγωνία σε έναν κόσμο ζοφερό. Με το «Έγκλημα και Τιμωρία» ο συγγραφέας θέτει ενώπιόν μας το υπαρξιακό πρόβλημα: Ο φοιτητής Ρασκόλνικοφ, ένας ανίσχυρος νέος, που έγινε δολοφόνος διαμαρτυρόμενος για την κοινωνική αδικία και καταγγέλλοντάς την, προβληματίζεται αν είναι ο ίδιος εγκληματίας, τη στιγμή που όσοι ισχυροί κάνουν τους πολέμους ευθύνονται για εκατομμύρια θανάτους σε όλο τον κόσμο… Η ψυχολογική ανάλυση του ήρωα από το μεγάλο Ρώσο συγγραφέα δίνει στο έργο βάθος και ο προβληματισμός του το καθιστά διαχρονικό. Δίκαια θεωρείται ένα από τα μεγάλα μυθιστορήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και διδάσκεται σε πολλές σχολές Ψυχολογίας πανεπιστημίων του σύγχρονου κόσμου.
Θυμίζουμε ότι ο Ρασκόλνικοφ, φοιτητής της Νομικής στην Πετρούπολη του 19ου αιώνα, διαπράττει το φόνο μιας γριάς τοκογλύφου. Κίνητρο της δολοφονίας ήταν η ληστεία, αλλά σε βάθος ο ήρωας φαίνεται πως επιδίωξε να υπερβεί τα ηθικά κοινωνικά όρια.
Ενοχή και παράνοια
Μετά τη δολοφονία ο Ρασκόλνικοφ κατακλύζεται από αντιφατικά συναισθήματα μεταξύ ενοχής και παράνοιας. Κυρίαρχα πρόσωπα στη ζωή του, ο Ραζουμίχιν, συμφοιτητής του, η αδελφή του Ντούνια, μία ορφανή νεαρή πόρνη, η Σόνια, που έχει πάρει το ρόλο του προστάτη της οικογένειάς της από τον ανήμπορο και αλκοολικό πατέρα της Μαρμελάντωφ, ενώ καταδιώκεται από τον δαιμόνιο Πορφύρη Πετρόβιτς, ο οποίος ξέρει από την αρχή πως είναι ο ένοχος και ωθεί τον Ρασκόλνικοφ να κάνει τρομερά λάθη ώστε να αποκαλυφθεί.
Ο Ρασκόλνικοφ, άτομο μορφωμένο, ευαίσθητο με φιλοσοφικές ανησυχίες εγκαταλείπει τις σπουδές του λόγω φτώχειας και εξαθλίωσης. Με το φόνο αυτό, πιστεύει ακόμα, ότι θα απαλλάξει συνανθρώπους του απ’ την τοκογλύφο που τους απομυζούσε και τα χρήματά της θα τα διαθέσει σε εξαθλιωμένους ανθρώπους για να σωθούν από την αρρώστια, την έλλειψη παιδείας, τη μιζέρια… Για τον Ρασκόλνικοφ δηλαδή, «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».
Και όμως, επηρεασμένος από τη Σόνια, μια κοινή γυναίκα που τον αγαπάει και του συμπαραστέκεται, πηγαίνει μόνος του και παραδίδεται. Καταδικάζεται σε καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία όπου τον ακολουθεί η Σόνια και σιγά σιγά συνειδητοποιεί ότι είναι «μικρός θεός» και αναζητεί τη σωτηρία στην πίστη.
Αυτό που μας μαθαίνει η στάση της Σόνιας στην ιστορία -και υποκλινόμαστε στο μεγαλείο της- είναι η δύναμη που μπορεί να κρύβει ένας άνθρωπος, παρά τα απανωτά χτυπήματα που δέχεται από τη μοίρα. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι μια χαμένη φαινομενικά ψυχή όπως αυτή, όχι απλώς καταφέρνει να σταθεί στα πόδια της διατηρώντας την αξιοπρέπειά και την πίστη της, αλλά αποκτά και κατά μία έννοια αγιοσύνη, ως μία άλλη Μαρία Μαγδαληνή, καταφέρνοντας να συμβάλει στη σωτηρία ενός εγκληματία όπως ο Ρασκόλνικοφ.
Ψυχολογικά και φιλοσοφικά ζητήματα
Το κύριο ενδιαφέρον της παράστασης επικεντρώνεται στα αισθήματα και τις σκέψεις του ατόμου. Αναπτύσσεται αριστοτεχνικά ο λογοτεχνικός μύθος, η πλοκή του έργου, η οποία χρησιμεύει, μέσα από τα γεγονότα που περιγράφει, ως μία βαθιά διείσδυση στα πολύπλοκα ψυχολογικά και φιλοσοφικά ζητήματα, στο βαθύτερο είναι της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ο σκηνοθέτης Λεβάν Τσουλάτζε, με πολλή οξυδέρκεια, μας έκανε εμφανές ότι το έργο μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ψυχολογικό μυθιστόρημα, που καλύπτεται από το πέπλο μiας ιστορίας μυστηρίου. Στην πραγματικότητα, ως βαθύς γνώστης του συγγραφέα, επιπλέον μας ξετύλιξε ένα μυθιστόρημα ιδεών, που ενσαρκώνεται από λογοτεχνικούς ήρωες οι οποίοι βιώνουν παθιασμένα και ακραία. Οι ήρωες του Ντοστογιέφσκι παλεύουν με τους δαίμονες της ταραγμένης τους ψυχής και ενίοτε καταφεύγουν σε εκ προμελέτης φόνους.
Ο Ντοστογιέφσκι, εκτός από τους Ρώσους, επηρέασε σημαντικά και πολλούς άλλους σύγχρονούς του και μελλοντικούς συγγραφείς, όπως οι Thomas Mann, Ernest Hemmingway, Virginia Woolf, James Joyce κ.α. Ο Albert Camus αναγνώριζε στον Ντοστογιέφσκι τον σπουδαιότερο προφήτη του 20ού αιώνα, ενώ τόσο ο Nietzsche όσο και ο Sigmund Freud έχουν αντλήσει από το έργο του. Ο Nietzsche αναφερόταν στον Ντοστογιέφσκι ως τον μοναδικό ψυχολόγο από τον οποίο είχε να μάθει κάτι. Ο Freud έγραψε το άρθρο «Ο Dostoyevsky και η Πατροκτονία» και αν και είναι κριτικός απέναντι στο έργο του συγγραφέα, κατατάσσει τους «Αδερφούς Καραμάζοφ» μεταξύ των τριών σπουδαιότερων έργων λογοτεχνίας. Ο δε Albert Einstein είχε πει: «Ο Ντοστογιέφσκι μου προσφέρει πολύ περισσότερα από οποιονδήποτε επιστήμονα».
Συμπάθεια και κατανόηση
Δίπλα στον Ρασκόλνικοφ κινούνται κι άλλοι ανθρώπινοι χαρακτήρες. Η Σόνια, μια αγγελική μορφή, που παρόλα τα κτυπήματα της μοίρας της, διατηρεί την πηγαία καλοσύνη της και την αγνή πίστη της στο Θεό και προσφέρει απλόχερα την αγάπη της στον Ρασκόλνικοφ. Ο Ραμουζίχιν, ο τύπος του φίλου που δεν τον εγκαταλείπει και τον στηρίζει συγκινητικά, η Ντούνια, η αδελφή του Ρασκόλνικοφ, μια σοβαρή κι όμορφη κοπέλα έτοιμη να συντρέξει κάθε πάσχοντα, ο Πορφύρης Πέτροβιτς, ένα ανοιχτό μυαλό ανακριτή που πίσω από τη σκληρότητα που του επιβάλλει η θέση του κρύβει μέσα του στοιχεία ανθρωπισμού, ο Σβιντριγκάιλοφ, ένας άλλου τύπου εγκληματίας, και η αξιολύπητη μορφή του συμπαθέστατου κατά τ’ άλλα μέθυσου Μαρμελάντωφ, του πατέρα της Σόνιας, ο οποίος, ενώ έχει συνείδηση των ευθυνών του για τις οικογενειακές του δυστυχίες, αδυνατεί να απαλλαγεί από το πάθος του αλκοόλ. Ο Ντοστογιέφσκι με το να ξεδιπλώνει σιγά σιγά τα μύχια της ψυχής τους πλάθει ολοζώντανους χαρακτήρες, οι οποίοι τελικά κερδίζουν τη συμπάθεια και την κατανόηση του αναγνώστη για κάθε ανθρώπινο που τους συμβαίνει!
Ρασκόλνικοφ και Πορφύρη Πέτροβιτς
Στις σκηνές του Ρασκόλνικοφ και του ανακριτή Πορφύρη Πέτροβιτς εμφανίζονται γλαφυρά οι λεπτές ισορροπίες, οι ελιγμοί, τα ανατρεπτικά παιχνίδια, οι δυσκολίες του ανακριτικού έργου. Προβάλλονται τα λεπτά όρια ανάμεσα στα οποία πρέπει να κινηθεί ο ανακριτής – δημόσιος λειτουργός κι ο ανακριτής – άνθρωπος. Όρια που του επιβάλλονται αφενός από τη δικονομία, που καθορίζει τη μεθοδολογία της ανάκρισης κι αφετέρου από την προσωπική του ελευθερία να συνδυάσει γεγονότα και ψυχολογικά δεδομένα για να ανακαλύψει τα αποδεικτικά στοιχεία που ενοχοποιούν τον ύποπτο. Σημειωτέον ότι την εποχή εκείνη μόνο τα γεγονότα θεωρούνταν ως αποδεικτικά στοιχεία ενώ η ψυχολογική διερεύνηση της προσωπικότητας του υπόπτου είναι η νέα αντίληψη που έρχεται για την ανάκριση, η οποία μπορεί να κλονίσει την απόλυτη εμπιστοσύνη στα γεγονότα. Ο συγγραφέας προβάλλει τις προσπάθειες του φλεγματικού ανακριτή Πέτροβιτς που επιμένει στην ψυχολογική διερεύνηση της συμπεριφοράς του Ρασκόλνικοφ σε πείσμα του ισχυρού άλλοθι που παρουσιάζει. Τα δραματικά απρόοπτα για την εύρεση της αλήθειας καθηλώνουν τον θεατή σε ένα “αγωνιώδες” θέαμα.
Ρασκόλνικοφ και Σόνια
Στη σχέση του Ρασκόλνικοφ και της Σόνιας τίθεται επί τάπητος το ζήτημα του προορισμού του ανθρώπου, κι αν αξίζει να θυσιάζεται κανείς για τους άλλους, ενώ ξέρει ότι η θυσία του αποβαίνει άκαρπη. Όπως η εκπόρνευση της αθώας Σόνιας για να συντηρεί τον μέθυσο πατέρα, τη φυματική μητριά, τα μικρά ετεροθαλή αδέλφια της. Στην άρνηση του Ρασκόλνικοφ να κατανοήσει και να αποδεχτεί αυτού του είδους τη θυσία, η Σόνια αντιτάσσει την άδολη αγάπη να βοηθήσει αγαπημένα της πρόσωπα, που πάσχουν, ίσως παρά τη θέλησή τους. Επίσης τίθεται το θέμα της ύπαρξης του Θεού, ο οποίος, αν υπάρχει, πρέπει να είναι δίκαιος, αλλιώς ουδόλως μπορεί να δικαιολογηθεί η ύπαρξή του, σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι. Ακόμα η σύγκρουση λογικής και πίστης στο Θεό, όπου μόνο η τελευταία μπορεί να αποτελέσει καταφύγιο του δοκιμαζόμενου ανθρώπου.
Αφήγηση και δράση
Ο σκηνοθέτης απέφυγε την αφήγηση διότι, ως γνωστόν, το θέατρο βασίζεται στη δράση και όχι στην αδράνεια. Αυτό εμπεριέχει αρκετούς κινδύνους και μεγάλες δυσκολίες όταν συζητάμε για ένα λογοτεχνικό κείμενο. Πρόκειται όμως για ένα ευλογημένο λογοτεχνικό κείμενο του Ντοστογιέφσκι και δίνονται τόσα πολλά περιθώρια ελευθερίας μέσα σε ένα τόσο προστατευμένο περιβάλλον, που σαν διασκευαστής αρχικώς μπορείς να το μοντάρεις με ακρίβεια. Ο Λεβάν Τσουλάτζε το έπραξε χωρίς να αυθαιρετήσει. Έδειξε ότι το έργο είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Η παγκόσμια καταστροφή σε όλα τα ανθρώπινα και κοινωνικά φάσματα καταγράφεται από το συγγραφέα και βρίσκει απόλυτα σημεία ταύτισης με τις καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Τα όρια της ηθικής δεν είναι καθόλου ευκρινή, οι θύτες είναι την ίδια στιγμή θύματα και τα θύματα, θύτες. Θύτες δεν είναι οι τρομοκράτες; Δεν είναι όμως και την ίδια στιγμή θύματα ενός κυρίαρχου συστήματος;
Ο χρόνος της αφήγησης και ο χρόνος του θεάτρου είναι δύο διαφορετικά μεγέθη. Ως εκ τούτου η βίωσή τους απαιτεί άλλης ποιότητας διαθεσιμότητα, όπως και προκαλεί άλλης ποιότητας ευχαρίστηση η απόλαυσή τους. Ωστόσο είδαμε, σε αυτή την παράσταση, το πρωτογενές υλικό να μεταστοιχειώνεται σε σκηνικό γεγονός ύψιστης τέρψης. Ο τεχνίτης σκηνοθέτης σεβάστηκε το πνεύμα και δεν θυσίασε τη θεατρικότητα. Έξοχος χειρισμός της θεατρικής τεχνικής και πετυχημένο αποτέλεσμα.
Εξάλλου, στους θλιβερούς μας καιρούς, ένας σκηνικός Ντοστογιέφσκι σαν αυτόν είναι παρήγορος αρωγός ώστε ο συνεπαρμένος θεατής να κατευθυνθεί και προς την ηδονή της ανάγνωσης.
Είναι γοητευτικός ο τρόπος που ο Γεωργιανός σκηνοθέτης πέτυχε να συνδυάσει στην παράσταση τις τεχνικές του μυστηρίου και του θρίλερ με τα μεγάλα φιλοσοφικά ζητήματα που εξερευνούσε ο συγγραφέας.
«Να μελετήσω τους ανθρώπους – αυτός είναι ο πρώτος μου στόχος και φιλοδοξία»! Σ’ αυτή τη φράση του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, του συγγραφέα που ένιωσε «τη δίψα της ψυχής της ανθρωπότητας», όπως ο ίδιος είπε στο τέλος της ζωής του, συμπυκνώνεται η οπτική με την οποία ο Ντοστογιέφσκι προσέγγισε τα πάθη των ανθρώπων, τις αναζητήσεις τους, τις ελπίδες τους, τη δύναμη της ψυχής τους. Άνθρωπος με έντονα πάθη ο ίδιος, ζούσε κάθε στιγμή μέχρι το μεδούλι. Ερωτεύτηκε, εξορίστηκε, φυλακίστηκε, έφτασε μέχρι το ικρίωμα για να ακούσει τη μετατροπή της ποινής του την τελευταία στιγμή, αγάπησε τον τζόγο, και βασανίστηκε σ’ όλη του τη ζωή από ασθένειες, σωματικές και ψυχικές. Μόνη του διέξοδος η γραφή. Και την υπηρέτησε με αφοσίωση, κληροδοτώντας μας αριστουργήματα.
Οι συντελεστές
Στους κεντρικούς ρόλους ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης που δεν χρήζει συστάσεων, η Θάλεια Ματίκα και ο Τάσος Ιορδανίδης που με τη δουλειά τους τα δύο τρία τελευταία χρόνια έχουν δίχως άλλο πείσει το θεατρικό κοινό ότι είναι δύο ηθοποιοί με ξεχωριστή σοβαρότητα και ταλέντο.
Ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης (ανακριτής Πορφύρης) με κύρος και οντότητα θεατρική δημιούργησε έναν αξέχαστο τύπο, αξιοποιώντας αφαιρετικά εξωτερικά και πληθωρικά εσωτερικά μέσα έκφρασης.
Ο Τάσος Ιορδανίδης έδωσε έναν Ρασκόλνικοφ με συνέπεια, πόνο, πάθος, ορμή και πυρετό ψυχής.
Οι δύο κυρίες της παράστασης, εκθαμβωτικές στην εμφάνιση, με ευαισθησία και εσωτερική ειλικρίνεια στην ερμηνεία.
Η μεν Θάλεια Ματίκα (Σόνια) με αγνότητα και θέρμη, η δε Σοφία Πανάγου (Ντούνια) με αγαθότητα και χάρη.
Ο Δημήτρης Καπετανάκος (Ραζουμίχιν) ήταν μια έξοχη φιγούρα, απόλυτα στιβαρός. Με ήθος και αποφασιστικότητα. Με δεδομένη πλέον την ακρίβεια, το ρεαλισμό και την καθαρότητα της υποκριτικής του, έπλασε μια αρρενωπή, αυθεντική, δυνατή ψυχή η οποία επιδίδεται σε μια αφελή και καλοσυνάτη δραστηριότητα.
Ο Δημήτρης Διακοσάββας (γριά τοκογλύφος – Λούζιν) κατέθεσε μια φιλέρευνη ερμηνεία υψηλών ερμηνευτικών δυνατοτήτων.
Και ο αγαπημένος Θοδωρής Κατσαφάδος (Μαρμελάντωφ), ηθοποιός σημαντικός, με σκηνική αγωγή, συνδύασε την άγια αφέλεια με τη συντριβή.
Το πολύ ωραίο σκηνικό του Σταύρου Λίτινα μας έφερε κοντά στην εσωτερική ατμόσφαιρα του έργου.
Διατηρώ κάποιες επιφυλάξεις για τα γυναικεία κοστούμια του έργου, που θεωρώ πως έπρεπε να είναι λίγο πιο απλά και λίγο πιο ταλαιπωρημένα. Στα ανδρικά κοστούμια απόλυτα επιτυχημένη η δουλειά της καλής ενδυματολόγου Ηλένιας Δουλαδίρη.
Ο σεβαστός Λεβάν Τσουλάτζε, εκτός από την επιμελημένη του σκηνοθεσία, ανέλαβε και την επιλογή των ευαίσθητων μουσικών κομματιών. Οι δε φωτισμοί του ήταν μοναδικής τεχνικής και σπάνιας αισθητικής. Ειδικά στους φωτισμούς η παράσταση αυτή είναι ένα πολύτιμο μάθημα.
Το «Έγκλημα και Τιμωρία» είναι μια ωραία, εμβριθής παράσταση, χορταστική, μεθυστική! Αξίζει να επισκεφθείτε γι’ αυτό το θέατρο «Άνεσις».
Η ταυτότητα της παράστασης
Διασκευή – Σκηνοθεσία/Φωτισμοί/Μουσική επιμέλεια: Λεβάν Τσουλάτζε
Μετάφραση (από τα γεωργιανά): Xάτια Γκόσουα
Σκηνικά: Σταύρος Λίτινας
Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη
Παίζουν: Ιεροκλής Μιχαηλίδης (ανακριτής Πορφύρης), Τάσος Ιορδανίδης (Ρασκόλνικοφ), Θάλεια Ματίκα (Σόνια), Σοφία Πανάγου (Ντούνια), Δημήτρης Καπετανάκος (Ραζουμίχιν), Δημήτρης Διακοσάββας (γριά τοκογλύφος-Λούζιν) και ο Θοδωρής Κατσαφάδος (Μαρμελάντωφ).
Ημέρες και Ώρες Παραστάσεων:
Τετάρτη και Κυριακή στις 19:30, Πέμπτη στις 20:00, Παρασκευή και Σάββατο στις 20:30
Θέατρο «Άνεσις»
Λ. Κηφισίας 14, Αμπελόκηποι
Τηλ. 2107488881-2