Το κείμενο που ακολουθεί, οι φωτογραφίες και οι λεζάντες ανήκουν στο Αρχείο του δημοσιογράφου Δημήτρη Λιμπερόπουλου. Δημοσιεύθηκαν στο εβδομαδιαίο περιοδικό «Εικόνες» το 1989 στη στήλη του με τον τίτλο «Αυτοί οι υπέροχοι Έλληνες». Ήταν η χρυσή εποχή του περιοδικού που είχε την υπογραφή του Αλέκου Φιλιππόπουλου, του Ανδρέα Μπόμη και της Πέλλης Κεφαλά.
***
Του Δημήτρη Λιμπερόπουλου
Ο πλούτος δεν έφερε την ευτυχία που την αναζήτησε σε τέσσερις γάμους και έναν αρραβώνα. Η Χριστίνα Ωνάση γεννήθηκε τη Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου του 1950 «στα πούπουλα» στο νοσοκομείο LeRoy Sanitarium [Νέα Υόρκη, ΗΠΑ]. Βρέθηκε νεκρή στην μπανιέρα της το Σάββατο 19 Νοεμβρίου του 1988, στο Μπουένος Άιρες [Tortuguitas, Αργεντινή]. Ήταν κόρη του Αριστοτέλη Ωνάση και της Τίνας Λιβανού.
***
Ο πρώτος γάμος της Χριστίνας ήταν με τον Αμερικανό κτηματομεσίτη Τζότζεφ Μπόλκερ. Ο δεύτερος, με τον Αλέξανδρο Ανδρεάδη, γιο του γνωστού τραπεζίτη κι εφοπλιστή. Ο τρίτος, με τον Σοβιετικό πολίτη Σεργκέι Καούζοφ. Και ο τέταρτος και τελευταίος, με τον Γάλλο Τιερί Ρουσέλ, γιο φαρμακοβιομήχανου.
Τέσσερις γάμοι, που ο καθένας κατέπληξε την κοινή γνώμη για την επιλογή των γαμπρών.
*Ο Μπόλκερ ήτανε 47 χρονών, όταν η 20χρονη Χριστίνα, αηδιασμένη από τη ερωτική διαγωγή των γονιών της, κατέφυγε στην «πατρική» αγκαλιά του, όπως δικαιολογήθηκε όταν χώρισε.
*Ο Ανδρεάδης ήτανε τρελός με τις μοτοσικλέτες, μέχρι σημείου – αν τον αφήνανε – να φύγει από την εκκλησία με τη νύφη πισωκάπουλα σε μια χιλιάρα…
*Ο «κοντός» Καούζοφ είχε ένα γυάλινο μάτι και καραφλίτσα και δεν έδινε – έτσι έλεγε – ρούβλι για την περιουσία της νύφης…
*Κι ο Ρουσέλ, που ήξερε τη Χριστίνα από παιδί, σχετιζότανε με μανεκέν και στάρλετ και λόγω της οικονομικής ανεξαρτησίας του, ποτέ δεν θα κοίταζε τη βαθύπλουτη κληρονόμο. Φαίνεται όμως ότι το μήλο πέφτει κάτω από τη μηλιά κι έτσι η Χριστίνα κατέπληξε τον κόσμο, κυρίως με τον πρώτο και τον τρίτο από τους γάμους της. Όπως κι η μάνα της, που είχε παντρευτεί τον άντρα της αδελφής της, τον Σταύρο Νιάρχο, κι ο πατέρας της, που είχε κατεβάσει από το «εικονοστάσι» των ΗΠΑ την Τζάκι.
Αυτά σαν περίληψη, για όσα θα διαβάσετε παρακάτω.
Έκανε όμως η Χριστίνα και έναν αρραβώνα, τα τελευταία της χρόνια, με τον Γιώργο – Χόρχε Τσομλεκτσόγλου, πρόεδρο της ελληνικής παροικίας της Αργεντινής. Όμως ο αιφνίδιος θάνατός της, την πρόλαβε…
Πριν ακόμη ενηλικιωθεί, η Χριστίνα έλεγε ότι θαύμαζε την Έθελ Κένεντι και την Ντορέτα Κινγκ, επειδή ήθελε να τονίσει την πίστη των δύο αυτών γυναικών στη μνήμη των δολοφονημένων συζύγων τους.
Την Τζάκι Κένεντι, που κάθε τόσο πόζαρε δίπλα σε διανοούμενους διάσημους άντρες, δεν την είχε σε υπόληψη. Πολύ πιο μπροστά είχε πάψει να έχει σ’ εκτίμηση και τη μητέρα της.
Πρώτα, γιατί δεν τη βοήθησε για να σώσει το γάμο της και δεύτερον επειδή παντρεύτηκε τον γόνο της αγγλικής αριστοκρατίας, τον δούκα του Μπλάντφορντ…
Τέλος επειδή έκανε έναν τρίτο γάμο, που έπεσε σαν κεραυνός στο κεφάλι της μικρής: Πρόκειται για την απροσδόκητη ένωση της μητέρας της με τον Σταύρο Νιάρχο, πρώτο σύζυγο της θείας της Ευγενίας.
Αυτός ο γάμος έκανε τη Χριστίνα ν’ αηδιάσει τόσο που το έβαλε στα πόδια κι έτρεχε να σωθεί από τον πατέρα της και τη μητέρα της. Έτσι, ζήτησε και βρήκε καταφύγιο στην αγκαλιά του 47χρονου κτηματομεσίτη του Λος Άντζελες Τζότζεφ Μπόλκερ που στάθηκε δίπλα της σαν δεύτερος πατέρας. Φυσικά ο Αριστοτέλης Ωνάσης σήκωσε γη και ουρανό μέχρι που κατάφερε και τη χώρισε από τον Μπόλκερ.
Στο πρώτο βιβλίο μου για τον Ωνάση, γράφω περισσότερα, αλλά εδώ παραθέτω μερικές παραγράφους, που δείχνουνε πώς σχολίαζε ο μεγαλοεφοπλιστής μερικά από τα συμβάντα, μπροστά στα οποία τύφλα να ‘χουνε τα ερωτικά πάρε – δώσε στις σαπουνόπερες του «Ντάλας» και της «Δυναστείας»:
«…Από τότε η Χριστίνα φώναζε διαρκώς ότι ήθελε να πεθάνει. Δεν ήθελε ν’ ακούσει λέξη για το ότι ο γάμος της μητέρας της με το θείο της ήτανε συμβόλαιο οικονομικών συμφερόντων, για το καλό το δικό της και του αδελφού της.
Ο Ωνάσης είχε κάνει μια φορά το σταυρό του, όταν ο Νιάρχος χώρισε την Ευγενία για να παντρευτεί την γκαστρωμένη Φορντ.
Δεύτερη φορά όταν χώρισε την τελευταία για να ξαναπάρει την Ευγενία.
Και σταυροκοπήθηκε για τρίτη φορά όταν έμαθε το μυστηριώδη θάνατο της Ευγενίας…
Τον είχα ρωτήσει αν πίστευε ότι η πρώην κουνιάδα του είχε πεθάνει από υπερβολική χρήση βαρβιτουρικών…
Μου είχε απαντήσει:
-Δεν ξέρω, αλλά οι τελευταίες ώρες της πρέπει να ήταν φριχτές.
Όταν ο Ωνάσης έμαθε για τα παντρολογήματα της πρώην γυναίκας του με το Νιάρχο, δεν έκανε καθόλου το σταυρό του, γιατί έμεινε σύξυλος. Ψέλλισε όμως «τον αθεόφοβο» και ξαφνικά άρχισε να ψάχνει στο τηλέφωνο να βρει την κόρη του Χριστίνα, να της γλυκάνει με μερικά λόγια το πικρό χάπι που είχε δώσει σ’ όλους τους η Τίνα.
-Κύριε Ωνάση, ήταν ένας γάμος σκοπιμότητας και οικονομικών συμφερόντων;
Όταν τον είχα ρωτήσει, η Χριστίνα είχε πια χωρίσει το γκριζομάλλη κτηματομεσίτη, αλλά απόφευγε το Νιάρχο τόσο πολύ, που δεν έπαιρνε τηλέφωνο τη μητέρα της στην Σπετσοπούλα, μήπως και βρεθεί εκείνος στο ακουστικό.
Ο καπετάνιος με τις πολλές οικογενειακές φουρτούνες κούνησε το κεφάλι. Δεν ήθελε ή δεν ήξερε τι ν’ απαντήσει, πώς να δικαιολογήσει αυτό το γάμο:
-Δεν μπορώ να καταλάβω τι είδους γάμος είναι αυτός; Μου προκαλεί ναυτία.
…Όταν η Χριστίνα παντρεύτηκε τον Αλέξανδρο Ανδρεάδη ήταν 25 χρονών κι είχε χάσει αδερφό, μάνα και πατέρα.
*Ο Αλέξανδρος σκοτώθηκε το Γενάρη του 1973 με το αεροπλάνο του.
*Η Τίνα πέθανε τον Οκτώβρη του 1974, ψυχικό και σωματικό ράκος. Τη βρήκανε νεκρή στο διαμέρισμά της στο Παρίσι.
*Ο Αριστοτέλης Ωνάσης πέθανε το Μάρτη του 1975 σε κλινική του Παρισιού. Ξεψύχησε έχοντας δίπλα του τη μοναχοκόρη και μοναδική κληρονόμο του. Τις τελευταίες μέρες την έβαλε να σκίσει μπροστά του το αμερικάνικο διαβατήριο και την ορμήνευε να παντρευτεί Έλληνα.
Όταν η Χριστίνα κήδεψε τον πατέρα της στο Σκορπιό, έφυγε με τις θείες της, από τις οποίες η Άρτεμις – από την ίδια μάνα με τον πατέρα της – άρχισε να την τρομάζει. Μαζί με τον άντρα της, καθηγητή Θεόδωρο Γαροφαλίδη, τη συμβουλέψανε πως έπρεπε να παντρευτεί το συντομότερο, να κάνει παιδιά, οικογένεια…
Από στιγμή σε στιγμή, της είπε μια μέρα ο θείος της, μπορεί να σε «φάνε»…
-Ποιοι;
-Ίσως κάποιος νομικός σύμβουλος, διευθυντής, διαχειριστής ή συνεταίρος του μακαρίτη, που θα ‘χει μεγάλο συμφέρον. Γιατί αν πεθάνεις κι εσύ, ώσπου να ξεκαθαρίσουμε τα κληρονομικά, κάποιος ή κάποιοι θα κάνουνε γερές μπάζες, θα καρπωθούνε πολλά… Ήτανε σαν να βάζανε το μαχαίρι στο λαιμό της ζάπλουτης κληρονόμου, που τρομοκρατημένη στον τέταρτο μήνα από το θάνατο του πατέρα της παντρεύτηκε τον Αλέξανδρο Ανδρεάδη.
Λένε πως πίσω από το γάμο βρισκότανε ο πατέρας Στρατής Ανδρεάδης, που παρακίνησε τον κοινό φίλο με τους Γαροφαλίδηδες, μηχανικό Μανώλη Καραντίνα, να κάνει τα προξενιά…
Παραπέμπω πάλι στο βιβλίο μου:
«…Βρισκόμουνα στο γάμο της Χριστίνας με τον Αλέξανδρο Ανδρεάδη, που έγινε σε μικρή εκκλησία της Γλυφάδας. Η νύφη, πιο αδύνατη από κάθε άλλη φορά, χλωμή και κλεισμένη στον εαυτό της, δίπλα στο γαμπρό, λες και δεν καταλάβαινε τι γινότανε. Έμοιαζε ντοπαρισμένη με ηρεμιστικό, αφού η ματιά της, βυθισμένη στο παρελθόν, δεν αντιδρούσε ούτε στα φλας των φωτορεπόρτερ.
Μόνο, μόλις η τελετή τέλειωσε, βγήκε από την εκκλησία στο μπράτσο του νέου άντρα της, χαμογέλασε μηχανικά στους φωτογράφους που την περικύκλωσαν. Κι ο γάμος αυτός δεν ευτύχησε, ακόμη περισσότερο γιατί το αντρόγυνο, αν και προσπάθησε – όλο στους γυναικολόγους πήγαινε – δεν μπόρεσε ν’ αποχτήσει παιδί. Ο άντρας της κληρονόμου έτρεχε περισσότερο με το ιστιοπλοϊκό σκάφος του και τις μοτοσικλέτες του κι όταν μια μέρα τον μαζέψανε με σπασμένο πόδι, η Χριστίνα έπαθε σοκ. Όχι πως τον λάτρευε, αλλά δεν άντεχε σ’ άλλα αίματα και θανάτους. Ζήτησε να χωρίσουν -όταν μάλιστα βεβαιώθηκε πως δεν υπήρχε πιθανότητα για παιδί- και χωρίσανε φιλικά.
«…Ο Σεργκέι Καούζοφ ήρθε στη ζωή της Χριστίνας όταν, αφοσιωμένη με πάθος στις μπίζνες που είχε κληρονομήσει, χώνεψε τούτο: Πως το χρήμα κυνηγάει με πλεονεξία το χρήμα και ο κάτοχός του γίνεται σκλάβος του. Το είχε εκμυστηρευτεί και στην αγαπημένη της θεία Άρτεμη, που μου το ‘πε όταν της έστειλα κάτι χειρόγραφα με το φίλο Άρη Γρηγοριάδη, πριν βγάλω το βιβλίο μου. Πήγα να τα ζητήσω στο σπίτι της, στη Γλυφάδα, και με την κουβέντα το ‘φερα στο γάμο της ανιψιάς της με το σοβιετικό πολίτη… Η αδελφή του Ωνάση μού είπε πως η Χριστίνα ήταν ευτυχισμένη και το ‘χε ρίξει μάλιστα στη φιλοσοφία, αφού της είχε ξομολογηθεί:
-Θεία, ξέρεις τι κατάλαβα; Ότι όσο πλουσιότερη είμαι, τόσο πιο άπληστη γίνομαι…
«…Ο Σεργκέι, πολίτης μιας χώρας χωρίς είδωλα του πλούτου και του σεξ και χωρίς αδιάκριτους ρεπόρτερς και παπαράτσι, της έδειξε έναν αλλιώτικο κόσμο από εκείνον που την είχε κάνει νευρωτική. Έναν κόσμο που τον μισούσε από μικρή, όταν διάβαζε κρυφά τις πρωτοσέλιδες περιγραφές κι έβλεπε τις φωτογραφίες από την ιδιωτική ζωή των γονιών της…
»Διάβαζε και για τις απαγωγές και δολοφονίες πολυεκατομμυριούχων στο Δυτικό Κόσμο που ζούσε. Ένιωθε κι απομονωμένη ψυχικά, γιατί ως τώρα δεν είχε ούτε μια αληθινή φίλη, έναν άνθρωπο δικό της. Έκανε μια γνωριμία, αλλά αμέσως ήτανε βέβαιη πως την πλησιάζανε γιατί ήτανε μια Ωνάση. Και κάθε άντρας την έβλεπε σαν πολύφερνη νύφη. Με το «Ρωσάκι» της, όπως αποκαλούσε χαϊδευτικά τον τρίτο της άντρα, αισθάνθηκε διαφορετικά, καθώς μιλούσαν για βαπόρια και ναύλους, που εκείνος, λόγω ειδικότητας, τα έπαιζε στα δάχτυλα. Οι ναυτιλιακές γνώσεις του την καταπλήξανε.
-«Αν ζούσες στη Δύση θα πήγαινες μπροστά», του είπε. «Ίσως να γινόσουνα μεγάλος εφοπλιστής σαν τον πατέρα μου».
– Ίσως όμως να έχανα τη γαλήνη μου, την ψυχική μου ηρεμία, όπως εσύ… Η απάντηση του αγαθού ή πονηρού συντρόφου προξένησε μεγάλη εντύπωση στη Χριστίνα, που άρχισε να νιώθει ακατανίκητη έλξη γι’ αυτόν τον άντρα, που δεν ήταν ούτε όμορφος – απλώς συμπαθητικός – ούτε ψηλός…
Είχε μάλιστα ένα γυάλινο μάτι και αρχή καραφλίτσας… Μάλλον κοντός, αλλά γεροφτιαγμένος σαν τον πατέρα της, έγινε ξαφνικά το ίνδαλμα της… Η χώρα του είχε και τους καλύτερους γιατρούς στα γυναικολογικά… Ας αποχτούσε παιδί κι ας ήτανε και Ρωσάκι… Ο Ωνάσης είχε καταπλήξει τον κόσμο με την «απαγωγή» της Κάλλας, όσο και με το γάμο του με την Τζάκι Κένεντι.
Η κόρη του έκανε θόρυβο με το γάμο της μ’ έναν προλετάριο… Το μήλο κάτω από τη μηλιά είχε πέσει. Η Χριστίνα δεν είχε επιδιώξει δημοσιογραφικό θόρυβο όταν πετούσε από το Ελσίνκι για τη Μόσχα με τον Σεργκέι. Ήτανε σίγουρη ότι στο γάμο της, στη ρωσική πρωτεύουσα, δεν θα την ενοχλούσαν παπαράτσι και δημοσιογράφοι. Στάθηκε όμως άτυχη, γιατί εκείνες τις μέρες του Σεπτέμβρη του 1978 βρισκότανε στη Μόσχα ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας. Και μαζί με τον Γεώργιο Ράλλη και δημοσιογράφοι και φωτογράφοι. Κι έμεινε κατάπληκτη όταν ο παπαράτσι Χρήστος Πουλίδης την κυνηγούσε στους διαδρόμους του ξενοδοχείου «Ιντουρίστ» και της ξανάκανε τη ζωή δύσκολη, όπως ο Κουλούρης κι ο Τσικούριας στο Σκορπιό…
Έτσι δεν απόφυγε, μετά την απέριττη γαμήλια τελετή στο Δημαρχείο, μια δεξίωση στην ελληνική πρεσβεία, ενώ κανένας Μοσχοβίτης ούτε ήξερε, ούτε νοιαζότανε για το γάμο του συμπατριώτη τους με τη ζάπλουτη Δυτική…
Η Χριστίνα με τον Σεργκέι ζήσανε για λίγο στη Μόσχα, χωρίς δημοσιότητα και μετά γυρίσανε στη Δύση, έχοντας πίσω τους σμήνος φωτορεπόρτερς…
Η ζωή για την κόρη του Ωνάση συνεχιζότανε μεταξύ Νέας Υόρκης – Παρισιού και Σκορπιού, με ναύλους στα βαπόρια της αρμάδας της ακόμη κι από τη Σοβιετική Ένωση…
Έφερε το ρωσάκι της στη Γλυφάδα, στην άσπρη βίλα της και δίπλα στην πέτρινη της θείας της, ενώ τριγύρω στρατοπεδεύανε οι παπαράτσι.
Η Χριστίνα το διασκέδαζε, πότε βρίζοντας και πότε ποζάροντας με τον άντρα της στους φωτογράφους, όπως ακριβώς έκανε πριν είκοσι χρόνια με την Κάλλας και πριν δέκα με την Τζάκυ ο πατέρας της…
Η ζωή με τον Σεργκέι, μετά τόσα χρόνια πίκρας, στάθηκε για την κόρη του Ωνάση μια ευτυχισμένη παρένθεση, που δεν θα ‘κλεινε αν αποκτούσανε παιδί. Ο «πελαργός» όμως δεν ερχότανε κι έτσι η Χριστίνα έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά, μιας κι είχε την ατυχία να πεθάνει ο Κώστας Γράτσος, εγκέφαλος των επιχειρήσεων Ωνάση.
Σιγά-σιγά απομακρύνθηκε από την κρεβατοκάμαρα για χάρη των γραφείων, έλεγε η ίδια. Μα εκεί, ακόμη και στις μετακινήσεις της με το αεροπλάνο, η ζωή ήτανε καθιστική κι άρχισε να χοντραίνει υπερβολικά, ίσως και για τις πολλές κόκα κόλες που έπινε.
Οι παπαράτσι όλο και κάνανε ένα βήμα πίσω «για να χωράει» στο φακό τους… Τώρα όμως είχανε αρχίσει να την κυνηγάνε και μασέρ, γυμναστές, τσαρλατάνοι κατά του πάχους. Ήταν μια περίοδος υπερβολικού πάχους και συνεχών πιέσεων από τους δικούς της και τους παλιούς συνεργάτες του πατέρα της, που τη φόβιζαν ότι ο Ρώσος ήταν δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι της…
Ο Τιερί Ρουσέλ, γιος Γάλλου φαρμακοβιομηχάνου, ζούσε κι εκείνος καθιστικά πάνω στα λεφτά του μπαμπά του, γλεντώντας κυρίως με αρτίστες και μοντέλα. Ήξερε τη Χριστίνα από μικρό παιδί και πιο πολύ τον αδελφό της Αλέξανδρο, τότε που συζούσε με τη Φιόνα Φον Τίσεν.
Νέος, ψηλός κι ωραίος, παιδί τζιμάνι που λένε, άρχισε να τρομοκρατείται όταν είδε ν’ αποκτάει βάρος και να χάνει την κομψή σιλουέτα του. Έκοψε τα λιπαρά, έκανε τροχάδην, γυμναστική, αλλά η ζυγαριά ανέβαινε. Ο πατέρας του τού υπέδειξε ένα θαυματουργό κέντρο αδυνατίσματος στην Ισπανία και πήγε.
Οι πονηροί λένε ότι τον έστειλε εκεί για να ξελογιάσει τη κληρονόμο Χριστίνα, μοναδική σωτηρία του ανεπρόκοπου γιου… Οι δυο παλιοί γνώριμοι κάνανε παρέα, τα λέγανε αδυνατίζοντας, αν και ο Τιερί ήταν ο λιγνός μπροστά στο χοντρό…
Η Χριστίνα όμως έτρωγε κρυφά και μια μέρα της λέει ο Τιερί:
-Αν χάσεις είκοσι κιλά σε παίρνω γυναίκα μου.
Αυτό κι έγινε. Φεύγοντας από την Ισπανία οι δυο νέοι, με τη μιλιονέρα να έχει χάσει πάνω από δέκα κιλά, αναγγείλανε τους γάμους τους.
Ο Ρουσέλ, παρίστανε τον ερωτευμένο, αν και εξακολουθούσε να διατηρεί δεσμό με την Γκάμπυ, μανεκέν εκ Σουηδίας, με την οποία είχε αποκτήσει και ένα παιδί. Η Χριστίνα ουδέν εγνώριζε.
Ο γάμος Χριστίνας – Τιερί απέφερε το ποθούμενο: Την Αθηνούλα – Ελένη Ρουσέλ.
Η κόρη του Ωνάση κάρπισε χάρη στο γαμπρό αλλά και στη σωτήρια επέμβαση κάποιου διάσημου βελονιστή. Το τελευταίο, που το έμαθα από φιλικό πρόσωπο της Χριστίνας, το πιστεύω γιατί έχω κι άλλο παράδειγμα.
Η Τζιλ Μοσχοπούλου στο Λος Άντζελες, που όλοι οι γυναικολόγοι τής λέγανε πως ήταν αδύνατο να στεριώσει παιδί μέσα της, όταν χώρισε με τον ηθοποιό Πάρι Μοσχόπουλο – Αλεξάντερ, παντρεύτηκε έναν ηλικιωμένο Κινέζο βελονιστή κι απόχτησε τρία αγόρια. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…
Η Χριστίνα όταν πήρε διαζύγιο από τον Ρουσέλ, αφοσιώθηκε στην κόρη της και πέρασαν τρία χρόνια για να σκεφτεί ότι έπρεπε να ξαναπαντρευτεί.
Το αποφάσισε το 1988, όταν συνάντησε τον Γιώργο – Χόρχε Τσομλεκτσόγλου, πρόεδρο της ελληνικής παροικίας του Μπουένος Άιρες. Ήταν Έλληνας και ο καταλληλότερος σύντροφος για να αναθρέψουν ελληνοορθόδοξα την κόρη της.
-Είχα ρωτήσει τον Χόρχε, το 2003, να μου πει τι συζητούσε συχνά με τη Χριστίνα και μου είχε πει: Η Χριστίνα ήταν ευτυχισμένη και συγκινημένη που θα ανατρεφόταν η κόρη της ελληνικά κι’ ότι λαχταρούσε ν’ αποκτήσει η Αθηνούλα αδελφάκια εκατό τοις εκατό ελληνάκια.
Δυστυχώς η Χριστίνα έφυγε ξαφνικά και μυστηριωδώς από τη ζωή, λίγο πριν τον πέμπτο γάμο της. Βρέθηκε νεκρή στην μπανιέρα του σπιτιού της 19 Νοεμβρίου 1988, στο Μπουένος Άιρες. Η σορός της μεταφέρθηκε στην Ελλάδα και ενταφιάστηκε στην ιδιόκτητη νήσο της οικογένειάς της, στον Σκορπιό. Σύμφωνα με τη διαθήκη της όριζε, μετά τον θάνατό της, πενταμελές συμβούλιο για τη διαχείριση της περιουσίας της, η οποία και θα μεταβιβαζόταν στην κόρη της Αθηνά, μετά την ενηλικίωσή της.