Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Ξεκίνησε με μια ρηξικέλευθη κίνηση, σκηνοθετώντας σε έναν αυτοδιαχειριζόμενο χώρο, σε ένα κτήριο εντυπωσιακό, όπως εντυπωσιακή ήταν και η συνέχειά της, το Φωτείνιο ή Κτήριο Καλλιτεχνών. Πάντα απρόβλεπτη, πάντα αντισυμβατική. Χρόνια αγαπημένη ενός κοινού ανήσυχου και αφυπνισμένου. Πόσες φορές δεν μας έχει ταξιδέψει σε στιγμές ανεπανάληπτες και μοναδικές, όπου μια αυλαία ανοίγει και η όρασή μας μεταμορφώνεται; Πόσες φορές δεν μας έχει κάνει να αισθανθούμε ζωντανή, έντονη, δυναμική, διαυγή μια θεατρική στιγμή; Πόσες φορές δεν μας έχει γοητεύσει η πυρετική συγκίνηση των παραστάσεών της;
***
«Αυτό που θέλω από τους συνεργάτες μου είναι να φλέγονται», μου λέει η Άντζελα Μπρούσκου όταν συζητάμε, παραμονές του Πάσχα, σε ένα πατάρι του Κεραμεικού. Απομακρυσμένες από αυτό που μας περικυκλώνει ασφυκτικά και κοντά σε αυτό που συνήθως είναι πολύ μακριά. Στην αλήθεια του θεάτρου, μέσα από την έκπληξη και την έρευνα, μέσα από τον πειραματισμό και την έξαρση, μέσα από το παιχνίδι και τη λαχτάρα. Αποφοίτησε από το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν. Συνεργάστηκε ως ηθοποιός και performer με το Θέατρο Τέχνης, τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, τη Μίρκα Γεμεντζάκη, τη Μαίρη Τσούτη και το χοροθέατρο Ανάλια, τον Θεόδωρο Τερζόπουλο, το Εθνικό Θέατρο, τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, τη Ρούλα Πατεράκη, τον Γιάννη Χουβαρδά. Το 1993 ίδρυσε, μαζί με την Παρθενόπη Μπουζούρη, το «Θέατρο Δωματίου», καθώς και το ομώνυμο studio υποκριτικής. Έχει ασχοληθεί ενδελεχώς και συνεχίζει ακατάπαυστα να ασχολείται με την έρευνα πάνω στη μέθοδο και την τεχνική του ηθοποιού με βασικό άξονα την αρχαία τραγωδία. Εκτός από δασκάλα, ηθοποιός και σκηνοθέτις, η Άντζελα Μπρούσκου είναι μια χαρισματική δημιουργός εικόνων, μια γεφυροποιός ανάμεσα στο πραγματικό περιεχόμενο ενός έργου και στο κοινό. Επί σκηνής αναπτύσσει μια σχέση συμμετοχής με την κάμερα, τον ηθοποιό και τον θεατή. Μια σχέση φανταστική, συμφιλιωτική, ενοποιητική, συγκεκριμένη και πραγματική ώστε το θέαμα συχνά παύει να είναι παράσταση και γίνεται συνάντηση, γίνεται συνενοχή. Μια σχέση πέρα από στερεότυπα και γαλούχηση. Στις παραστάσεις της το ανθρώπινο στοιχείο είναι πρωταρχικής σημασίας. Τα δευτερόλεπτα είναι γεμάτα καθαρότητα, ποιότητα, θεατρική ένταση. Η παρουσία της συχνά στη σκηνή με την κάμερα να αποτελεί προέκταση του χεριού της, πάντα υπό διανοητική εγρήγορση και με εξονυχιστικό βλέμμα, αποτελεί μια θετική πρόκληση, μια μυστηριώδη κίνηση ζωής, έναν μαγνήτη. Όπως στην παράσταση «Ψύχωση 4:48» -μια αληθινά καθηλωτική εμπειρία, γεμάτη ενέργεια, φως και σκοτάδι- που επαναλαμβάνεται φέτος στο «Θησείον, ένα Θέατρο για τις Τέχνες». Πρόκειται για το τελευταίο έργο της Σάρα Κέιν, που είναι το ψυχολογικό παραλήρημα ενός προσώπου πριν από την αυτοκτονία ή ένας εσωτερικός ποιητικός λόγος, συχνά τεμαχισμένος σε περισσότερες από μία εσωτερικές φωνές.
Μέσα από τη συνέντευξή μας φαίνεται ένας άνθρωπος ζεστός, ευαίσθητος, τρυφερός. Ένας άνθρωπος που σέβεται την πανάρχαια λειτουργία του θεάτρου, που μπορεί να αγαπήσει, που είναι ικανός να νιώσει. Να νιώσει στο δέρμα του και στην ψυχή του τον πόνο και να κραυγάσει στην ύστατη προσπάθεια να τον νικήσει. Να νιώσει την αδιαφορία, να νιώσει τη σκληρότητα και να θελήσει να τη διαπεράσει. Τα λόγια της βγαίνουν από τα βάθη και τα ύψη του είναι της: «Αξία έχει η ζωή και του πιο μικρού πλάσματος, ακόμα κι αν δεν έχεις κανένα συμφέρον απ’ αυτό. Αυτό σημαίνει πολιτισμός υψηλού επιπέδου. Κι όταν θα τον κατακτήσουμε, θα υπάρξει ελπίδα για αυτόν τον πλανήτη», λέει. Αυτές οι… λεπτομέρειες είναι που κάνουν την τέχνη της κυρίας Μπρούσκου να μας οδηγεί κατευθείαν στην καρδιά του μυστηρίου.
Άντζελα Μπρούσκου: Πήγαινα σχολείο στο Καστρί. Μεγάλωσα σε ένα σχολείο στη φύση, ήταν πολύ όμορφα. Μέναμε όλη την ημέρα στο σχολείο και το καλοκαίρι λειτουργούσε και σαν θερινή κατασκήνωση.
Ειρήνη Αϊβαλιώτου: Τελειώσατε τη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Ποιοι ήταν οι δάσκαλοί σας;
* Οι δάσκαλοί μου ήταν οι γνωστοί συνεργάτες και ιδρυτές του Θεάτρου Τέχνης, μαζί με τον Κάρολο Κουν. Τον είχα γνωρίσει τον Κουν, γιατί βρισκόταν στις εξετάσεις. Τότε ερχόταν ακόμα και επισκεπτόταν και τη Σχολή. Ενίοτε, όταν ήταν παρών στις εξετάσεις, μας μιλούσε, μας έδινε συμβουλές. Βασικοί δάσκαλοί μου ήταν ο Γιώργος Λαζάνης, ο Μίμης Κουζιουμτζής, ο Γιάννης Μόρτζος, ο Γιώργος Αρμένης… Όλο άντρες, μιας και ήταν η εποχή της ανδροκρατίας. Ούτε η Μάγια Λυμπεροπούλου, ούτε η Ρένη Πιττακή…
– Ας πάμε στο «Θέατρο του Δωματίου». Ποιοι ήταν οι στόχοι σας όταν ξεκινήσατε αυτή την προσπάθεια;
* Αυτό το θέατρο ιδρύθηκε περίπου το 1993 και ήταν μια ανάγκη μας να φτιάξουμε τη δική μας ομάδα, με μια δική μας αισθητική και να δουλέψουμε πάνω σε έργα που θα μας ενδιέφεραν, ανάλογα με τις περιστάσεις και ήταν τα ζητούμενά μας. Δεν ήθελα να μπω στη διαδικασία να λειτουργήσω ως ηθοποιός, ο οποίος περιμένει ή θα πάει να βρει δουλειά. Ήθελα να κάνω τα δικά μου πράγματα και να ασχοληθώ με τη σκηνοθεσία. Η προσπάθεια αυτή ξεκίνησε με τη συμπαράσταση της Παρθενόπης Μπουζούρη.
– Όπως θυμάμαι, αρχίσατε με τον «Μισάνθρωπο» του Μολιέρου και συνεχίσατε με τις «Υπηρέτριες» του Ζαν Ζενέ.
* Ξεκινήσαμε στο «Κτήριο Καλλιτεχνών» (Σ.σ.: Γ’ Σεπτεμβρίου 42 και Πολυτεχνείου, γνωστό και ως Φωτείνιο). Ήταν μια εποχή που δεν ήτανε εύκολοι οι χώροι όπως τώρα, που υπάρχουν πολύ περισσότερες δυνατότητες. Σήμερα ακόμη και λεφτά να μην έχεις, θα βρεις έναν τρόπο να φιλοξενηθείς κάπου και να παρουσιαστεί η δουλειά σου, καλώς ή κακώς. Τότε τα πράγματα ήταν πολύ μαχητικά και οι συνθήκες επισφαλείς. Δεν ήξερες αν θα παίξεις, γιατί μπορεί να κοβόταν το νερό και το ηλεκτρικό. Μπορεί να μπαίνανε κάποιοι μέσα στο χώρο και να δημιουργούσαν πρόβλημα στη διαδικασία μιας παράστασης. Δεν είχε προστασία ο χώρος και λίγο κινδυνεύαμε… Ήταν βέβαια χώρος της Σχολής Καλών Τεχνών, αλλά σ’ αυτούς τους χώρους πάντα παρεισφρέουν και στοιχεία που δεν μπορείς να ελέγξεις.
– Παρατηρώ στις σκηνοθεσίες σας ότι εντάσσετε συχνά και μια κάμερα. Ποια είναι η σχέση σας μαζί της; Η κάμερα είναι η προέκταση του χεριού σας. Δείχνετε να έχετε μια πολύ μεγάλη οικειότητα μαζί της.
* Η κάμερα από παλιά με ενδιαφέρει σαν μέσο. Επομένως κάθε φορά που ταιριάζει σε κάποια παράσταση τη χρησιμοποιώ. Προσπαθώ να βρω τη σχέση μέσα από τη δραματουργία του έργου και τη δραματουργία της κάμερας. Κάποιες φορές είναι σαν ένα μάτι που κρυφά παρακολουθεί τη δράση, που κατασκοπεύει. Άλλες φορές είναι περισσότερο εστιασμένη σε λεπτομέρειες μέσα στο χώρο ή στα αντικείμενα ή στα πρόσωπα ή στα βλέμματα. Μεγεθύνει με έναν τρόπο που δεν μπορεί να τον κάνει ο θεατής. Αυτό που θέλω να υπάρχει είναι σαν ένα σχόλιο πάνω στον ηθοποιό που παίζει, σαν ένα σχόλιο στην εικόνα. Βέβαια μερικές φορές είναι αμέτοχη η κάμερα. Μπορεί να παρακολουθεί μόνο για να καταγράφει τα γεγονότα, σαν ένα ντοκουμέντο. Επειδή όμως μου αρέσει και η κάμερα και ο κινηματογράφος προσπαθώ πάντα να παίζει ένα ρόλο. Γι’ αυτό πολλές φορές συμμετέχω κι εγώ με ένα δυναμικό τρόπο σαν να είμαι ένας αφηγητής μέσα στις παραστάσεις και παίζω αυτό το ρόλο, που είναι σαν συνέχεια, σαν μια προέκταση.
– Πιθανόν και να παίζει το ρόλο του Χορού στην αρχαία τραγωδία, που παρακολουθεί και σχολιάζει.
* Ωραίο είναι αυτό που λέτε. Είναι σαν ένα σχόλιο. Μάλιστα πολλές φορές οι ηθοποιοί στρέφονται και μιλούν στην κάμερα, σαν να είναι ένα παράθυρο προς τον κόσμο. Γιατί νομίζω πάντα ότι και το θέατρο -έτσι όπως εξελίσσεται και η εποχή μας – δεν είναι πια μόνο το θέατρο το παραδοσιακό, το συμβατικό. Μπορεί να αξιοποιεί κι άλλα μέσα που το ισχυροποιούν, αρκεί φυσικά να υπάρχει λόγος ώστε να γίνονται αυτά τα πράγματα. Οπότε, για μένα η κάμερα δεν είναι απλά ένα μέσο το οποίο θα γίνει μόνο σε μια παράσταση και τέλειωσε. Είναι κάτι το οποίο το εξελίσσω σε κάθε μου δουλειά και με ενδιαφέρει να το χρησιμοποιώ.
– Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο να εκπαιδεύεις τον ηθοποιό ως δασκάλα και στο να τον διευθύνεις ως σκηνοθέτις;
* Σίγουρα ως δασκάλα έχω μια μέθοδο και ένα σύστημα δικό μου που πιστεύω ότι είναι πολύ χρήσιμο. Δεν είναι που αφορά μόνο εμένα– αφορά τους ηθοποιούς και τον τρόπο που θα λειτουργήσουν πάνω στη σκηνή. Το ίδιο κάνω και με τη φωνή και με την αναπνοή. Αυτό είναι το ένα κομμάτι. Τώρα, το να κατευθύνεις έναν ηθοποιό ο οποίος δεν έχει δουλέψει μαζί σου είναι αρκετά δύσκολο, γιατί δεν έχουμε έναν κοινό κώδικα.
Στην Ελλάδα ο καθένας, καλώς ή κακώς, έχει ένα δικό του τρόπο και ένα δικό του δρόμο. Δεν μπορούμε να πούμε ότι τέλειωσε αυτή τη Σχολή που τον καθορίζει και εκεί έχει μάθει αυτά τα πράγματα. Βλέπουμε ηθοποιούς που έχουν τελειώσει την ίδια σχολή και είναι τελείως διαφορετικοί. Αυτό δείχνει ότι ο καθένας έχει ανάγκη να ψάξει πράγματα και σ’ άλλους δρόμους. Και πράγματα που του λείπουν. Οπότε για μένα το πιο σημαντικό είναι να είναι κανείς ανοιχτός σε κάθε νέα του συνεργασία. Το ίδιο ισχύει και για τον σκηνοθέτη. Πρέπει και οι δύο να είναι ανοιχτοί για να μπορούν να βρουν ένα κοινό σημείο συνάντησης.
Ο χαρακτήρας
* Εμένα με επηρεάζει ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί ένας ηθοποιός, που σκέφτεται σύμφωνα με αυτά που φέρει. Ακόμα κι αν δεν τον ξέρω, προσπαθώ να βρω έναν κοινό τόπο συνεννόησης παρά να του υποδείξω αυτά που ξέρω εγώ. Προσπαθώ να τον βοηθήσω με αυτά που γνωρίζω. Διαφορετικά δεν είναι εύκολο να καθοδηγήσεις έναν ηθοποιό μόνο με οδηγίες γενικές. Ασφαλώς σε αυτή τη φάση συνεργασίας συχνά προκύπτουν ρήξεις. Δεν το θέλω αυτό. Οπότε προσπαθώ… Υπάρχουν εξαιρέσεις σ’ όλους τους κανόνες. Αλλά συνήθως συνεννοούμαστε.
Φυσικά και ο χαρακτήρας του ηθοποιού έχει μεγάλη σημασία. Μπορεί να δημιουργηθούν πολλά προβλήματα αν κάποιος -λόγω χαρακτήρα- είναι αμετακίνητος από τις καταβολές του. Πρέπει να βρίσκουμε έναν τρόπο για καλή επικοινωνία. Είναι μια άσκηση βέβαια κι αυτό, δεν είναι πάντα εύκολο. Αλλά επειδή εδώ στην Ελλάδα όλοι μας θέλουμε να γίνεται «το δικό μας», γεννώνται προβλήματα λες και αν δεν πραγματοποιήσουμε τις απόψεις μας υπάρχει κίνδυνος να τις χάσουμε. Αυτό μάλλον οφείλεται σε ανασφάλεια…
– Έχουμε κι έναν εγωκεντρισμό μήπως;
* Ο εγωκεντρισμός είναι πρώτος και καλύτερος. Φοβόμαστε να τσαλακωθούμε. Δεν δεχόμαστε παρατηρήσεις εύκολα. Νομίζουμε ότι βάλλεται η προσωπικότητά μας. Πρέπει να είναι κανείς πολύ συνειδητοποιημένος για να κάνει τη δουλειά του, να προχωράει και να μη θίγεται. Δυστυχώς είμαστε πολύ εύθικτοι και θέλει μεγάλη προσοχή, πώς θα μιλήσεις σε κάποιον και πώς θα του πεις κάτι το οποίο μπορεί να τον δυσαρεστήσει. Όμως σε αυτή τη δουλειά χρειαζόμαστε ένα κλίμα πιο ανοιχτό, έτσι μόνο θα έχουμε θετικά αποτελέσματα.
– Ο σκηνοθέτης προσπαθεί να μπει στη διαδικασία να βρει το «κλειδί» του συνεργάτη του, είναι χρονοβόρο αυτό;
* Αυτό δεν είναι καλό πάντα. Πρέπει να κάνουμε τη δουλειά μας επαγγελματικά. Από κει και πέρα φυσικά υπάρχουν σχέσεις και γεννιούνται σχέσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να γίνουμε και φίλοι. Ούτε χρειάζεται να με συμπαθείς για να προχωρήσουμε στον ίδιο δρόμο… Εγώ με τους δασκάλους μου ή με ανθρώπους που μου έμαθαν πράγματα δεν είχα σχέσεις συμπάθειας. Το αντίθετο μάλιστα… Δεχόμουνα την οποιαδήποτε κριτική, γιατί αλλιώς δεν μπορείς να πας μπροστά, άμα δε δέχεσαι. Δεν θέλω κάποιος να μου πει «πώς μου μιλάς εμένα έτσι, εγώ που έχω κάνει αυτά κι εκείνα…». Σε τέτοιες περιπτώσεις δυσκολεύουν τα πράγματα και μένα με βασανίζουν αυτές οι καταστάσεις. Γιατί δεν θέλω να επιβάλλω. Με ενοχλεί όταν πρέπει να επιβάλλω τα πράγματα ή να εκβιάσω καταστάσεις ή να πιέσω κάποιον. Έτσι κι αλλιώς η ίδια η δουλειά μας είναι τόσο δύσκολη, τόσο πιεστική και τόσο απαιτητική που δεν χρειάζεται για όλα αυτά να την εκπροσωπεί ένας άνθρωπος. Αλλά δυστυχώς λειτουργεί η πίεση. Δυστυχώς έχουμε μάθει να δουλεύουμε έτσι, με φόβο… Οπωσδήποτε υπάρχουν και οι ανασφάλειες, που έλεγα προηγουμένως. Υπάρχει ένα credit, έχουν φτιάξει ένα όνομα και δεν μπορείς να του πεις του άλλου «δεν ισχύει αυτό». Δεν το δέχεται εύκολα.
– Στις σχέσεις των ηθοποιών, που είναι παράλληλα και συμπαίκτες επί σκηνής, υπάρχει η έννοια της ομαδικότητας, της αλληλοστήριξης;
* Αυτό σίγουρα πρέπει να υπάρχει. Το πιο δύσκολο πράγμα είναι να είμαστε συμπαίκτες με τον άλλον. Όπως συμβαίνει και στον αθλητισμό όταν οι παίκτες μιας ομάδας δεν μπορούν να νικήσουν τους αντιπάλους τους παρά μόνο αν συνεργαστούν, αν δεν δώσουν πάσες ο ένας στον άλλον. Αν δεν υπάρχει επικοινωνία, λοιπόν, δεν μπορείς να βάλεις μόνος το καλάθι. Να πάρεις μόνος την μπάλα και μετά να βάλεις καλάθι δεν γίνεται, είναι σχεδόν αδύνατον. Απλά, πρέπει καθένας να υπηρετεί σωστά τη θέση του: Άλλος αμύνεται, άλλος μοιράζει παιχνίδι, άλλος σουτάρει, άλλος διεκδικεί το ριμπάουντ, άλλος πετυχαίνει το καλάθι, όλοι μαζί πανηγυρίζουν. Είναι απαραίτητο να ισχύει αυτό και στο θέατρο. Όταν δεν υπάρχει συνεργασία, αυτό είναι ό, τι χειρότερο μπορεί να συμβεί. Μπορεί κάποιος να θεωρεί τον εαυτό του καταπληκτικό ηθοποιό αλλά να μην επικοινωνεί με τον συμπαίκτη του, όπως πολύ σωστά είπατε. Ο ηθοποιός αυτός έχει κλειστά τα συστήματά του. Αυτό δεν είναι καλό για μια παράσταση. Είναι κάτι που φαίνεται. Βλέπουμε παραστάσεις που κάποιος κάνει ρεσιτάλ, όπως λένε, όμως αυτό είναι πολύ άσχημο για μένα.
Δηλαδή, φτάνει! Μπορεί να έχεις ήδη τον πρωταγωνιστικό ρόλο, δεν χρειάζεται όμως τους συμπαίκτες σου να τους μετατρέπεις σε κοινό σου. Και αυτό το βλέπουμε πάρα πολύ συχνά, δυστυχώς. Για μένα είναι δύσκολο να παρακολουθήσω μια τέτοια παράσταση. Με θυμώνει.
– Όπως λέμε συχνά ότι κάποιος «κλέβει την παράσταση» από τους άλλους.
* Τι θα πει αυτό «κλέβει την παράσταση»; Σημαίνει ότι κάνει κάτι εις βάρος κάποιου άλλου. Ζημιώνει το σύνολο αφού «κλέβει». Δηλαδή τραβά την προσοχή, με έναν τρόπο ο οποίος δεν είναι έντιμος.
– Νομίζω ότι παρόμοιες αντιλήψεις τείνουν να ξεπεραστούν από τους σύγχρονους καλλιτέχνες. Το θέατρο τώρα πάει κάπου αλλού…
* Έτσι ακριβώς. Νομίζω ότι έτσι όπως προχωράει τώρα το θέατρο αρχίζουν να μην υπάρχουν πια αυτές οι πρακτικές. Στο εξωτερικό -όπως βλέπουμε σε παραστάσεις που φιλοξενούνται κι εδώ- όλοι οι ηθοποιοί είναι καταπληκτικοί. Βλέπεις εξαιρετικούς ηθοποιούς σε μικρούς ρόλους, που εδώ δεν καταδέχονται να τους παίξουν. Πρέπει να θιχτεί ένας ηθοποιός αν του πεις να παίξει ένα μικρό ρόλο; Αισθάνεται ότι τον υποτιμάς. Έχουμε θέματα εμείς, είναι πολύ συμπλεγματικό το πράγμα. Δεν αποκλείεται αυτό να οφείλεται και στην αγωνία της επιβίωσης, γιατί σου λέει «αν δεχτώ τον μικρό ρόλο, μετά δεν θα ξαναβρώ δουλειά». Αυτό σκέπτομαι τώρα και μπορώ ακόμη να προσθέσω και τη ματαιοδοξία που υπάρχει.
Νομίζουμε πως η αξία μας πάνω στη σκηνή καθορίζεται από το μέγεθος του ρόλου και από τις όσο το δυνατόν περισσότερες ατάκες. Δίνονταν μάχες κάποτε για την έκταση του ρόλου. Τώρα όμως σιγά αλλά σταθερά αλλάζει αυτή η νοοτροπία. Τώρα το θέατρο όντως πάει κάπου αλλού, αυτό είναι σίγουρο. Πιστεύω ότι πρέπει να μάθουμε να κάνουμε καλά τη δουλειά μας. Το θέμα των ρόλων και των πρωταγωνιστών δεν νομίζω ότι είναι κάτι που αφορά το κοινό.
***
– Η άσκηση της τέχνης μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο;
* Η επαφή με την τέχνη, η άσκηση και στη συνέχεια η επίδραση της τέχνης επάνω μας, πιστεύω ότι είναι κάτι πολύ σημαντικό. Γιατί και μας αλλάζει και μας κάνει να βλέπουμε αλλιώς τα πράγματα. Κυρίως επειδή μας καλλιεργεί. Έτσι έχουμε κάποια φίλτρα στον τρόπο που βλέπουμε τα γεγονότα. Το θέατρο σε αναγκάζει να δεις τα πράγματα από πολλές οπτικές. Σε υποχρεώνει να αποκτήσεις μιαν ενσυναίσθηση, αφού πρέπει να μπεις στη θέση ενός άλλου. Πρέπει παράλληλα να μπεις σε ένα άλλο πεδίο, σε έναν άλλο χώρο που συνήθως δεν θέλουμε καν να έρθουμε σε επαφή με αυτόν, γιατί είτε μας ταράζει, είτε μας ξεβολεύει, είτε… βαριόμαστε. Η τέχνη μάς κάνει ψυχικά και πνευματικά πλούσιους. Και μόνον αυτή η επαφή είναι κέρδος. Και για αυτό θα έπρεπε από τα σχολεία, τα παιδιά να μυούνται στην τέχνη, γιατί νομίζω ότι έτσι θ’ άλλαζε ο κόσμος.
Φυσικά ο κόσμος δεν αλλάζει μόνον επειδή θα παρακολουθήσει μια παράσταση. Το σημαντικό είναι η επαφή με την τέχνη. Αυτό είναι το κυρίαρχο. Η καθημερινή επαφή, και η άσκηση, και η κατανόηση. Οπότε, όταν μπορεί να δημιουργηθεί και ένα κοινό, το οποίο θα έχει τη δυνατότητα να προσλαμβάνει την τέχνη και να σκέφτεται, τότε η όλη διαδικασία λειτουργεί μ’ έναν τρόπο πολύ διεισδυτικό. Ακόμη και πολιτικά μας ανοίγει το μυαλό, μας ανοίγει τους ορίζοντες, δεν είμαστε απόλυτοι και μας βοηθάει να κατανοήσουμε και την άποψη του άλλου. Μπορούμε να δούμε τις διαφορετικότητες, μπορούμε να καταλάβουμε τα παιδιά μας καλύτερα. Να καταλάβουμε τους φίλους μας, να καταλάβουμε τους ανθρώπους που δεν είναι φίλοι μας. Να βγούμε λίγο από το καλούπι της οικογένειας και να δούμε τον κόσμο. Γιατί αυτό μόνο μπορεί να μας πάει παραπέρα. Γιατί το θέατρο είναι συλλογικότητα, είναι αυτό που λένε κι οι «Βάκχες» -που ήταν πολύ επαναστατικό- να μπούμε σε μια συλλογικότητα. Γιατί μέσα στη συλλογικότητα φεύγει το βάρος της ύπαρξης του ατόμου. Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε ότι είμαστε σε μια εποχή ατομικιστική. Οπότε, όπως λέει και ο Ευριπίδης, έτσι «θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η ευτυχία, ένας ορισμός της ευτυχίας για τον άνθρωπο».
– Πείτε μου κυρία Μπρούσκου, εσείς τι θέατρο ονειρεύεστε και ποιο είναι το είδος του θεάτρου που πιστεύετε ότι χρειαζόμαστε στις μέρες μας;
* Στις μέρες μας πιστεύω ότι, πέρα από τα έργα, το θέμα είναι πώς χρησιμοποιούμε αυτά τα έργα, γιατί το ίδιο το έργο μπορεί να ανέβει από διαφορετικούς ανθρώπους και να είναι τελείως διαφορετικό. Πρέπει να προσπαθήσεις ώστε να ανοίξεις το έργο. Είμαι σίγουρη ότι τα έργα πρέπει να ανοίγονται γιατί έχουν ιδέες σημαντικές και για την εποχή που γράφτηκαν και για πάντα. Τους μεγάλους συγγραφείς, τούς έχουν απασχολήσει πράγματα που ενδιαφέρουν και μας σήμερα, αλλά διαφέρει κάπως η γλώσσα και ο τρόπος που γράφτηκαν. Οπότε, πιστεύω ότι έχουμε ανάγκη από ένα θέατρο που να μην είναι απομονωμένο σε προσωπικότητες μόνο, έχουμε ανάγκη από ένα πολιτικό θέατρο με την ευρεία έννοια του όρου. Όχι με τη διδακτική έννοια. Δεν εννοώ ένα θέατρο μόνο -που θα μπορούσε να ‘ναι κι αυτό φυσικά- που να ψυχαγωγεί και να διδάσκει, όπως λέει κι ο Μπρεχτ -να μην τα ξεχνάμε κι αυτά- αλλά ένα θέατρο που να ασχολείται με όλα τα θέματα που μας απασχολούν και σήμερα. Θέματα τα οποία είναι πάντα τα ίδια, αλλά επαναλαμβάνονται και πρέπει να βρίσκουμε γλώσσες, τρόπους και κώδικες, για να μπορούν να γίνονται ενδιαφέροντα προς το κοινό. Φυσικά να μην είναι ερμητικά κλειστά. Γιατί αν συμβαίνει αυτό, το κοινό δεν θα έχει κανένα κέρδος. Για παράδειγμα, το έργο της Σάρα Κέιν μπορεί να είναι δύσκολο, αλλά άμα το ανοίξεις με τα κλειδιά του είναι πολύ απλό.
Θέατρα συνεργασιών
* Νομίζω ότι πρέπει να διεκδικούμε τα θέατρα συνεργασιών. Να υπάρχουν συνεργασίες ενδιαφέρουσες απ’ όλους τους χώρους, γιατί και οι άνθρωποι βαρέθηκαν να βλέπουν τα ίδια και τα ίδια. Δεν γίνεται να ακολουθούμε πάντα την ίδια συνταγή και να προσφέρουμε έτοιμες κονσέρβες. Δεν με ενδιαφέρει να επαναλαμβάνω τον εαυτό μου. Δεν είναι σκοπός της τέχνης αυτό, δηλαδή να έχεις μια έτοιμη συνταγή και συνέχεια να την πλασάρεις στον κόσμο. Είτε είναι νέοι, είτε είναι γέροι, είτε δεν ξέρω τι είναι. Γιατί και στους νέους παρατηρείται το φαινόμενο. Κανείς δεν εξαιρείται από τον κανόνα και από τις παγίδες αυτές. Μια επιτυχία ή μια, ας πούμε, αποδοχή του κοινού είναι εν δυνάμει παγίδα. Πρέπει να μας κάνει να σκεφτόμαστε λίγο τη συνέχειά μας. Πρέπει να γίνει δηλαδή για μένα το θέατρο αναγκαίο, δραστικό, απαραίτητο, να συντροφεύει το σύγχρονο άνθρωπο. Και να έχει κάτι να πει, κάτι επείγον, κάτι που θέλεις να του πεις. Όπως θέλεις να πεις κάτι σ’ ένα φίλο σου, οπωσδήποτε, και τον παίρνεις τηλέφωνο ή θέλεις να τον δεις. Πρέπει να είναι αυτή η συνάντηση σημαντική. Δηλαδή, δεν πρέπει να πει ποτέ κανείς «έχασα το χρόνο μου ή πλήρωσα ένα εισιτήριο»… Και, εντάξει το εισιτήριο… Αλλά ο χρόνος είναι το πιο ακριβό… Έχουμε μάθει το κοινό να τον καταναλώνει και να μην ενοχλείται. Νομίζω ότι αυτή η άποψη μας βλάπτει και είναι θλιβερό.
Κάποτε το θέατρο ήταν σημαντικό και ήταν ισχυρό κομμάτι της πολιτείας. Νομίζω ότι έχει χάσει λίγο τη σημασία του σιγά σιγά. Για τον λόγο αυτό οφείλουμε όλοι οι δημιουργοί να σκεφτόμαστε τι κάνουμε.
Ψυχική συμμετοχή
* Σίγουρα το θέατρο έχει και μια κόπωση πνευματική. Δεν πρέπει να πηγαίνεις αν δεν μπορείς. Προσωπικά όταν είμαι κουρασμένη δεν θέλω και δεν μπορώ να παρακολουθήσω μια παράσταση. Όταν πηγαίνουμε στο θέατρο -και για το κοινό ισχύει αυτό- ας έχουμε προετοιμαστεί κάπως γι’ αυτό. Εκτός αν είναι κάτι τόσο εύπεπτο και τόσο αδιάφορο στο οποίο δεν θα έχεις καμία ψυχική συμμετοχή. Το θέατρο πρέπει να είναι μια δημιουργική εμπειρία και για τον θεατή και για τον ηθοποιό.
Μερικές φορές αισθάνομαι ότι τα πράγματα γίνονται για να γίνουν. Και μπαίνουμε όλοι σε μια παγίδα μέσα σ’ αυτή τη χύτρα ταχύτητας που ζούμε.
***
– Όταν με την ομάδα σας ή με την εκάστοτε ομάδα που έχετε, ξεκινάτε μια ανάγνωση, ποια είναι τα κριτήρια για τη διανομή των ρόλων;
* Ήδη θα έχω σκεφτεί κάτι πριν. Συνήθως δεν συμβαίνει εκείνη τη στιγμή. Ξεκινώντας, θέλω να συνεργαστώ με ανθρώπους με τους οποίους μπορώ να συνεννοηθώ. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι κάθε φορά γίνεται. Δυστυχώς, κι εγώ σκέπτομαι «α, τι ωραία που θα ήτανε να δουλέψουμε με τον τάδε» και στη συνέχεια βλέπουμε ότι για κάποιο λόγο δεν υπάρχει χημεία μεταξύ μας. Αλλά σίγουρα αυτό είναι το ένα. Πρέπει να μ’ αρέσει, να έχω μια έμπνευση. Να μην είναι σαν μια ρουτίνα ή να πάρεις κάποιον επειδή μόνο και μόνο έχει ένα όνομα ή μόνο και μόνο επειδή είναι γνωστός. Μου αρέσει να ονειρεύομαι τους ηθοποιούς μέσα στα πιθανά πρόσωπα. Αν υπάρχουν κάποιοι ρόλοι συγκεκριμένοι που μπορεί να προσφέρουν κάτι πιο ανοιχτό. Μου αρέσει να ανακαλύπτω και να βλέπω αν κάτι τους ταιριάζει. Τελικά είναι ωραίο να έχουμε κάποια κοινά στοιχεία με αυτό που πρόκειται να κάνουμε. Βλέπεις λοιπόν ότι όταν έχουν κάτι κοινό με σένα, ακόμα και να μην το ξέρουν, και αυτό τους ευχαριστεί. Βέβαια έχει συμβεί να υπάρξει συνεργασία χωρίς όμως να υπάρξει και… συνάντηση κατά τη διάρκεια της κοινής πορείας.
– Στο κομμάτι της εκπαίδευσης του σκηνοθέτη, πόσο απαραίτητο είναι να έχει προϋπάρξει και ηθοποιός;
* Προσωπικά ήθελα να μάθω την τέχνη της υποκριτικής, γιατί πιστεύω ότι πρέπει να μάθει ένας σκηνοθέτης να δουλεύει και υποκριτικά, επειδή είναι κομμάτι της δουλειάς του. Θέλω να πω ότι θα μπορεί να καταλάβει και να βοηθήσει πολύ καλύτερα έναν ηθοποιό αν και ο ίδιος έχει ανέβει στο σανίδι. Μπορεί ο ίδιος να μη θέλει καθόλου να ασχοληθεί, δεν είναι απαραίτητο. Αλλά να έχει περάσει μέσα απ’ αυτή την άσκηση, πιστεύω πως είναι απαραίτητο. Ασφαλώς ένας ηθοποιός αυτοσκηνοθετείται μοιραία, μέχρι ενός σημείου. Όμως είναι άλλο μια τελική σύνθεση και άλλο η σχέση του σκηνοθέτη με την υποκριτική, όπως και του ηθοποιού με τη σκηνοθεσία μέσα στο χώρο. Δεν είναι κάτι το οποίο πέφτει μέσα σ’ ένα χώρο και πρέπει να έρθει ο άλλος να του πει πού θα σταθεί ή πώς θα δράσει εκεί. Πρέπει να έχει κι αυτός αυτή την αίσθηση και να έχει κάνει αυτή τη δουλειά. Αλλά δεν πιστεύω ότι είναι απαραίτητο ένας σκηνοθέτης να εκπαιδεύει έναν ηθοποιό και να τον διδάσκει. Απλά, αυτό γίνεται πολύ πιο έντονα στην Ελλάδα, γιατί εδώ δεν έχουμε ολοκληρωμένη εκπαίδευση. Οπότε, εάν ένας ηθοποιός δεν έχει τα εργαλεία του και πάει σε έναν σκηνοθέτη, ο οποίος έχει πολύ ωραίες ιδέες, αλλά δεν μπορεί να τον βοηθήσει εννοείται πως τότε δεν συναντιούνται εύκολα, δεν πραγματοποιούνται όσα έχουν σχεδιαστεί.
– Τι ρόλο παίζει η προσωπικότητα του ηθοποιού αλλά και η προσωπικότητα του δασκάλου – σκηνοθέτη κατά τη διάρκεια των προβών;
* Πιστεύω ότι οι ισχυρές προσωπικότητες σίγουρα επηρεάζουν και μόνο που υπάρχουν. Νομίζω ότι πρέπει κανείς λίγο να κάνει πίσω σ’ αυτό τον τομέα. Γιατί έτσι κι αλλιώς υπάρχει αυτή η προσωπικότητα, δεν χρειάζεται να τονιστεί περισσότερο. Οπότε, νομίζω μάλλον πρέπει κανείς να κάνει μια προσπάθεια να φύγει απ’ αυτά τα δεδομένα της προσωπικότητάς του. Θεωρώ ότι οι προσωπικότητες είναι λίγο παγίδες. Μοιραία είναι σχέσεις εξουσίας μέσα, είτε το θέλουμε είτε όχι, οι οποίες δεν είναι πάντα πολύ δημιουργικές. Δημιουργείται ένας περίεργος ανταγωνισμός, που συνήθως κλείνει τους ανθρώπους, τους κλείνει σαν καλλιτέχνες και δεν τους αφήνει να προχωράνε μαζί. Σε αυτές τις περιπτώσεις χάνεται το κομμάτι της τέχνης. Οπότε, νομίζω ότι πρέπει να γίνονται κάποιες ασκήσεις πριν ή ένα σεμινάριο. Για να πετάξει ο καθένας από πάνω του διάφορα πράγματα.
– Να μάθουν δηλαδή πώς να έχουν ταπεινότητα και πώς να υποχωρούν κάποιες στιγμές;
* Αυτό είναι μεγάλο μάθημα, το να μπορείς να υποχωρείς και να δίνεις χώρο στον άλλον, ακόμα κι αν έχεις τελείως αντίθετη γνώμη απ’ αυτόν. Συνήθως λέμε πως «όποιος δεν συμφωνεί μαζί μου, είναι εναντίον μου». Και οι σκηνοθέτες κυρίως, θίγονται πολύ εύκολα, αν αισθανθούν αμφισβήτηση. Οπότε, αυτά είναι σοβαρά θέματα. Δημιουργούνται ρήξεις και ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία δεν βοηθάνε στην εξέλιξη της δουλειάς. Και γίνεται κόλαση –δυστυχώς– αυτή η δουλειά που είναι τόσο γόνιμη και δημιουργική. Δεν έχει χαρά. Κι εγώ θέλω να έχει χαρά.
– Υπάρχει τρόπος να βγει κανείς από αυτή την κόλαση; Εν τέλει τι προσφέρει ευχαρίστηση στη δουλειά σας;
* Το να μπορώ να δουλεύω ελεύθερα, να μπορώ να έχω αυτό το δημιουργικό χώρο και να μην είναι ένας καταναγκασμός –που μερικές φορές συμβαίνει. Αποτέλεσμα είναι να γινόμαστε πολύ δυστυχισμένοι στη δουλειά μας. Και έχω δει ανθρώπους να γίνονται δυστυχισμένοι επειδή δεν είχαν το φίλτρο να αφήσουν έξω όλα τα αρνητικά στοιχεία.
Η χαρά στη δουλειά μας είναι ότι πρόκειται να ασχοληθούμε με το έργο μας. Με αυτό το ταξίδι, μ’ αυτή τη διαδικασία και να βυθιστούμε μέσα σ’ αυτό. Αν δεν μπορούμε να το κάνουμε, τότε δεν έχουμε χαρά. Αυτή είναι η ευχαρίστηση: Το να είσαι απερίσπαστος. Αυτό είναι μεγάλη πολυτέλεια.
– Είναι πολυτέλεια, όπως και το πλαίσιο των ανθρώπινων σχέσεων είναι πολυτέλεια.
* Ναι, αυτό είναι, οι σχέσεις. Είναι δύσκολες οι σχέσεις. Αν δεν λυθούν αυτά τα θέματα, δυστυχώς, δεν γίνεται τίποτα.
– Πώς αντιλαμβάνεστε ότι έχετε να κάνετε με πραγματικά ταλαντούχο άνθρωπο όταν συνεργάζεστε; Επίσης προτιμάτε να συνεργάζεστε με έναν πολύ ταλαντούχο ή με έναν που έχει λιγότερο ταλέντο αλλά περισσότερη εργατικότητα, δράση και αφοσίωση;
* Θέλω και τα δύο, γιατί χρειάζονται και τα δύο. Όμως καλύτερα να πω αυτό που δεν θέλω. Δεν θέλω λοιπόν έναν ταλαντούχο ο οποίος θα μου κάνει τη ζωή δύσκολη ή που δεν θα μπορούμε να συνεργαστούμε. Νομίζω ότι αυτά πάνε μαζί. Μου αρέσει να είναι μαζί μου άνθρωποι ζωντανοί, άνθρωποι που φλέγονται, άνθρωποι που νοιάζονται. Αυτό είναι για μένα το πιο σημαντικό. Άνθρωποι που έχουν ιδέες, συνεργάτες που να ανταλλάσσουν τις ιδέες τους πάνω στη δουλειά. Να μπορούμε να έχουμε τον ίδιο δημιουργικό πυρετό. Δεν θέλω να πηγαίνω σε μια πρόβα και να βαριέμαι. Δεν θέλω εγώ να πρέπει να πυροδοτήσω μια κατάσταση και μια ιδέα για το έργο. Δεν μου αρέσει για καθετί να περιμένουν όλοι από μένα την πρόταση και τη λύση.
– Από τον συνεργάτη σας θέλετε να σκέπτεται και να είναι σε εγρήγορση;
* Ναι, να είναι σε εγρήγορση, να θέλει να προσφέρει. Να μην έχει το όριο, το μέχρι εδώ. Όλοι βάζουμε ένα όριο στα πράγματα, όπως και στο ωράριο. Νομίζω ότι αυτό είναι θάνατος για τη δουλειά μας. Αυτή η στάση με σκοτώνει. Χρειάζεται αυτό το δόσιμο. Πρέπει να μπορεί κανείς να δοθεί. Όταν βλέπω ανθρώπους που δεν μπορούν να δίνονται, αλλά είναι εκεί μόνο για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, μόνο για να διεκπεραιώσουν αυτό που τους αναλογεί, τότε αισθάνομαι άδεια. Αυτό που θέλω από τους συνεργάτες μου είναι να φλέγονται.
– Θα θέλατε να μιλήσουμε για την «Ψύχωση» της Σάρα Κέιν;
* Έχουμε ήδη πει πολλά για τη Σάρα Κέιν, επειδή έχει ήδη παιχτεί η παράσταση. Έχουμε πει πολλά και για το έργο το οποίο επαναλαμβάνεται και φέτος. Για μένα ήτανε μια ευτυχής συγκυρία, γιατί νομίζω «συναντηθήκαμε» με τη Σάρα Κέιν με έναν -θα τολμήσω να πω- προσωπικό τρόπο. Γιατί για μένα έχει σημασία αυτό το γεγονός ότι ο τρόπος αυτός δεν ήταν από την αρχή προσωπικός αλλά προέκυψε στην πορεία. Η Σάρα Κέιν είναι ένα πρόσωπο που εκτίθεται. Όπως λέγαμε και πριν, οι άνθρωποι φοβούνται να εκτεθούν, έχουν προσωπεία. Όταν όμως πετάξουμε τα προσωπεία και τα δώσουμε όλα, όταν φύγουμε απ’ το όριο ή μάλλον δεν το σκεφτόμαστε, τότε σίγουρα κινδυνεύουμε. Η Σάρα Κέιν είναι ένα τέτοιο πρόσωπο που το πλήρωσε γιατί όλα έχουν ένα τίμημα. Ακόμα κι ένας έρωτας μεγάλος ή απελπισμένος ή ένας έρωτας χωρίς ανταπόκριση ή και με ανταπόκριση. Εξαρτάται από το πόσο μπορεί ο καθένας να δοθεί. Αυτό είναι ένα θέμα. Μπορεί για κάποιον να είναι όλη του η ζωή, όλο το νόημα της ζωής του, ενώ για τον άλλον να είναι μια σχέση που άρχισε ή που τέλειωσε ή που περνάει καλά αλλά δεν συμβαίνει κάτι άλλο. Σε άλλους ανθρώπους τούς αλλάζει τη ζωή -όπως και με την τέχνη νομίζω συμβαίνει το ίδιο- σε άλλους τους αρκεί να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά. Όχι ότι αυτό είναι κακό, μια χαρά είναι. Θέλω να πω όμως ότι έχουν έναν άλλο σκοπό. Είναι άλλοι άνθρωποι που θέλουνε να καούν μέσα σ’ αυτό και να χαθούν… Είναι μια απόφαση αυτή. Να ζήσουν αυτό το πράγμα που συμβαίνει τώρα, αυτό το παρόν. Γιατί συνέχεια αναβάλλουν το πότε θα ζήσουν. Αλλά όταν συμβαίνουν τα πράγματα, κάνουν πίσω.
– Η Σάρα Κέιν κατέθεσε αυτή τη «φωτιά» που είχε μέσα της. Και την έδωσε στο κοινό…
* Ακριβώς, την κατέθεσε ενώ παράλληλα μίλησε και για πράγματα που δεν είναι εύκολα. Γιατί όταν συνδιαλέγεσαι με τέτοια θέματα, και μόνο να τα σκέφτεσαι είναι δύσκολο… Εδώ κλείνουμε τα μάτια και λέμε «μη μου λες τίποτα, δεν θέλω ν’ ακούω, πες κάτι άλλο να γελάσουμε». Αυτή είναι η τάση μας. Και ποιος δεν το θέλει αυτό; Τη λήθη θέλουμε όλοι. Όταν όμως όλα αυτά τα πράγματα τα φέρεις στην επιφάνεια, έτσι, για να τα δούμε και να αναγνωρίσουμε τον πολιτισμό μας, μπορούμε χωρίς ενδοιασμό να χαρακτηρίσουμε τη Σάρα Κέιν ως μια σύγχρονη τραγωδό. Για αυτό είναι και κλασική πια, είτε το θέλουνε κάποιοι είτε όχι.
– Η Σάρα Κέιν έχει και πολλή ποίηση, πολύ ρομαντισμό.
* Είναι ποιήτρια. Φέρει κάτι απ’ τις προηγούμενες γενιές. Δεν είναι σε μια γενιά που είναι, όπως τώρα, μόνο η γενιά της πληροφορίας. Ανήκει σε μια γενιά όπου οι σχέσεις είχαν -ή ο έρωτας είχε- μια άλλη σημασία για τη ζωή. Μακάρι να μπορεί κανείς να το κάνει, μακάρι να μπορεί να προστατευτεί. Αλλά δεν ξέρω τι είναι η ζωή. Η ζωή δεν μπορεί να μπει σε κανόνες. Τα γεγονότα της ζωής είναι χαοτικά είτε το θέλουμε είτε όχι. Μπορεί να έχουμε την ανάγκη να τα τακτοποιούμε αλλά είναι χαοτικά, κι αυτό δεν είναι κακό απαραίτητα. Η Σάρα Κέιν λοιπόν ήταν μια τέτοια προσωπικότητα, πολύ δυνατή και ενδιαφέρουσα.
– Άφησε τη σφραγίδα της.
* Δεν θα ξεχαστεί, γιατί έρχεται η ίδια η εποχή και την επιβεβαιώνει συνέχεια. Τα έργα της δεν ήταν όπως ένας κομήτης, που ήρθε με λάμψη και θόρυβο και στη συνέχεια χάθηκε. Τα λόγια της έχουν βαθιές αλήθειες, με τις οποίες θα συνδιαλεγόμαστε τα επόμενα, δυστυχώς, χιλιάδες χρόνια… Επειδή αγαπώ πολύ τη Σάρα Κέιν, πιστεύω ότι και κάνουμε μια παράσταση που να της αξίζει. Προσπαθήσαμε τουλάχιστον. Μπήκαμε σ’ αυτό το δύσκολο δρόμο.
– Η Παρθενόπη Μπουζούρη σφραγίζει την παράσταση με το ταλέντο της και την εσωτερικότητά της.
* Ακριβώς. Εκεί καταθέτεις πράγματα, τα οποία δεν μπορεί να στα ζητήσει ο σκηνοθέτης. Ή μπορείς να το κάνεις -είναι αυτό που λέγαμε πριν- ή δεν μπορείς. Ή λες μέχρι εκεί, εγώ δεν θέλω άλλο. Πιστεύω ότι κάνουμε τέχνη, είναι μια δουλειά, δεν είπα να τρελαθούμε, δεν εννοώ αυτό. Αλλά, και γι’ αυτό πρέπει να γίνουμε ακόμα πιο δυνατοί με τα μέσα μας και με τα εργαλεία μας. Οφείλουμε να ξέρουμε καλά την τέχνη μας. Γιατί άμα δεν την ξέρεις καλά, κινδυνεύεις ακόμα περισσότερο. Γιατί μπαίνεις σε περιοχές ψυχολογικά δύσκολες που πρέπει να τις ξεπεράσεις, να φύγεις, να συνεχίσεις και να πας κάπου αλλού, να μη μείνεις εκεί στο δράμα. Πρέπει «να βγεις στο φως», όπως λέει και η Σάρα Κέιν. Αλλά αυτό απαιτεί και έναν τρόπο δουλειάς και σκέψης πάνω στο θέατρο και πάνω σε τέτοια κείμενα.
– Έχω παρατηρήσει ότι έχετε στο ρεπερτόριό σας Σάρα Κέιν, Ζενέ, Τένεσι Ουίλιαμς, Στρίντμπεργκ, Μπίχνερ, Μπέκετ. Και βέβαια αρχαίους συγγραφείς. Βλέπω δεν έχετε ασχοληθεί καθόλου με τους Ρώσους, με τον Ίψεν…
* Έχουμε κάνει όμως Σαίξπηρ, τον «Τίτο Ανδρόνικο», με το Εθνικό Θέατρο στο «Ρεξ» με τον Μηνά Χατζησάββα. Δεν είναι ότι δεν θέλω να κάνω. Κάθε χρόνο λέμε να ξεκινήσουμε με κάποια πολύ συγκεκριμένα έργα αλλά πάντα κάτι άλλο προκύπτει. Απλά, πιο παλιά που ήθελα να κάνω και Τσέχωφ, μου έλειπε η παραγωγή. Χρειάζεται να μπορείς να έχεις έναν θίασο, οπότε ήταν δύσκολο αυτό. Έπρεπε να κάνουμε πολλές εκπτώσεις. Με ενδιαφέρουν αυτά τα έργα. Και έχω κάνει προτάσεις για αυτά, αλλά δεν μπόρεσα να έχω την παραγωγή που ήθελα, για να τα πραγματοποιήσω. Τώρα όμως το σκέφτομαι πάλι.
– Ωραία. Θα περιμένουμε…
* Ναι. Ελπίζω να μην περιμένετε πολύ.
***
– Ας περάσουμε σε μια διαφορετική ερώτηση. Ποια είναι η σχέση σας με τα ζώα;
* Ζούμε σε μια πολύ διεστραμμένη εποχή. Κανονικά το αυτονόητο θα ήταν να είναι όλοι φιλόζωοι. Να μην υπάρχουν οι φιλόζωοι και οι μη φιλόζωοι. Το βρίσκω αυτό πολύ περίεργο να συμβαίνει. Μάλλον είναι ότι έχουμε μαζευτεί κάποιοι απέναντι σε κάποιους άλλους, που κάνουν κακό στα ζώα. Από κει πρέπει να γεννήθηκε αυτή η αντιπαράθεση. Λένε, φιλέλληνας, φιλάνθρωπος, φιλόπατρις, φιλόζωος και θεωρούν ότι υπάρχει και κάτι αρνητικό μέσα σ’ αυτό. Όχι για τους ανθρώπους που αγαπάνε τα ζώα αλλά γενικά. Θεωρώ ότι όλα τα ζώα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής αυτού του πλανήτη. Ένα θέμα που δεν θέλει να το δεχτεί ο πολιτισμός μας και ειδικά άνθρωποι που μένουν στην πόλη αλλά και στα χωριά. Θεωρούν το ζώο σαν ένα εργαλείο, θεωρούν ότι είναι το μέσο για να κάνουν τη δουλειά τους. Επίσης μπορεί να είναι ένα υποκατάστατο για να αδειάζουν οποιαδήποτε ψυχολογικά προβλήματα έχουν και να εκτονώνονται με σωματική βία. Όπως το κάνουν άλλωστε οι άνθρωποι που χτυπάνε τα παιδιά τους ή τη γυναίκα τους. Ισχύει το ίδιο και για τα ζώα, που όμως δεν μπορούν να μιλήσουν. Ίσως οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει ότι όποιος κάνει κακό στο ζώο, σημαίνει ότι του αρέσει να απολαμβάνει τον πόνο. Γι’ αυτό λέω ότι είναι διεστραμμένη αυτή η εποχή. Και γι’ αυτό βλέπουμε αυτές τις οικτρές καταστάσεις σε όλο τον πλανήτη. Βλέπουμε πώς υποφέρουν τα ζώα, όπως επίσης πώς εξαφανίζονται. Γιατί ο άνθρωπος σιγά σιγά αφανίζει τα είδη, είτε για κυνήγι, είτε για το τσίρκο… Τα εξαφανίζει για να τα χρησιμοποιεί στις δουλειές του, για το κέρδος. Με θλίβει αυτό που συμβαίνει, με στενοχωρεί αφάνταστα. Πρέπει όντως να κινητοποιηθούμε και με οργανώσεις και με οποιοδήποτε άλλο τρόπο.
Η βία
* Αυτή η βία κάνει κακό στις ζωές μας, εμένα μου παίρνει τη χαρά. Υπάρχουν επίσης κι αυτοί που μας λοιδορούν εμάς που αγαπάμε τα ζώα. Αυτή η βία, η εκτόνωση της βίας του σύγχρονου ανθρώπου απέναντι σε κάθε είδους ζώο, είτε είναι κατοικίδιο, είτε εργασίας και παραγωγικό, με ξεπερνά.
Έχει χρέος να λάβει μέτρα η πολιτεία με ποινές αυστηρές, απέναντι σ’ αυτό το φαινόμενο, γιατί κινδυνεύουμε. Το στέλνω ως μήνυμα. Είναι πάρα πολύ επικίνδυνο αυτό που συμβαίνει.
Οφείλουμε να δεχτούμε ότι δεν είμαστε μόνον εμείς οι άνθρωποι σ’ αυτό τον πλανήτη. Πρέπει να το καταλάβουμε και πρέπει να σεβαστούμε τη ζωή. Γιατί δεν σεβόμαστε τη ζωή. Αξία έχει η ζωή και του πιο μικρού πλάσματος, ακόμα κι αν δεν έχεις κανένα συμφέρον απ’ αυτό. Αυτό σημαίνει πολιτισμός υψηλού επιπέδου. Κι όταν θα τον κατακτήσουμε, θα υπάρξει ελπίδα για αυτόν τον πλανήτη.
– Σας ευχαριστώ πάρα πολύ…
* Κι εγώ σας ευχαριστώ. Ήταν όλα πολύ ωραία και πολύ γλυκά.
«Ψύχωση»
Ταυτότητα παράστασης
Σκηνοθεσία-μετάφραση-κάμερα-σχεδιασμός χώρου: Άντζελα Μπρούσκου
Μουσική – σχεδιασμός ήχου: Nalyssa Green
Φωτογραφίες: Ευτυχία Βλάχου
Παίζουν:
Άντζελα Μπρούσκου, Παρθενόπη Μπουζούρη, Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου, Nalyssa Green
Πληροφορίες:
Πρεμιέρα: Πέμπτη 27 Απριλίου 2017
Διάρκεια παραστάσεων: 27 Απριλίου έως 14 Μαΐου 2017
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21.00, Κυριακή στις 19.30
Διάρκεια παράστασης: 85 λεπτά
Εισιτήριο: 12 ευρώ κανονικό, 10 ευρώ μειωμένο (φοιτητικό, ΑΜΕΑ, ανέργων, άνω των 65), 5 ευρώ (ατέλεια)
* Προπώληση εισιτηρίων από Ticket Services:
Εκδοτήριο: Πανεπιστημίου 39 (εντός Στοάς Πεσμαζόγλου)
Τηλεφωνικά: 210 – 723.45.67
Προπώληση και κρατήσεις εισιτηρίων από το θέατρο «Θησείον, ΕΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ» στο τηλέφωνο του ταμείου 210-32.55.444
Τουρναβίτου 7, Ψυρρή
Ηλεκτρικός Σιδηρόδρομος: Σταθμός Θησείο
Μετρό: Γραμμή 3, Μοναστηράκι
Πληροφορίες: Δευτέρα – Παρασκευή 10:00-17:00
Πώληση εισιτηρίων: μόνο τις ημέρες των παραστάσεων 17:00 – 21:15
* Το ΘΕΑΤΡΟ ΔΩΜΑΤΙΟΥ ιδρύθηκε το 1993 από την Άντζελα Μπρούσκου (ηθοποιό–σκηνοθέτιδα) και την Παρθενόπη Μπουζούρη (ηθοποιό) στην Αθήνα.
Αποτελείται από πυρήνα ηθοποιών και άλλων συνεργατών πού δουλεύουν συστηματικά υπό μορφή εργαστηρίων με στόχο τη διεύρυνση των υποκριτικών μεθόδων και πρακτικών για την κατάκτηση ενός κοινού κώδικα απέναντι στις απαιτήσεις της σύγχρονης θεατρικής αναζήτησης.
Ο χαρακτήρας της ομάδας είναι καθαρά ερευνητικός και πειραματικός με την ευρύτερη έννοια του όρου καθώς βασική της ανάγκη είναι να συνδέσει το θέατρο με την ακραία πραγματικότητα που βιώνουμε καθημερινά.
Ο συμβατικός χώρος της παράστασης μέσα από αυτή την προσέγγιση μετατρέπεται σε πεδίο σύγκρουσης, ανοιχτού διαλόγου και σκέψης ανάμεσα σε ηθοποιούς και κοινό, καθώς η τέχνη τοποθετείται στο κέντρο μίας βίαιης επικαιρότητας.
Υλικό για τη δουλειά της ομάδας υπήρξαν κείμενα από τη σύγχρονη και κλασική δραματουργία αλλά και την Αρχαία Τραγωδία που αποτελεί βασικό άξονα της έρευνάς μας. Κείμενα επίσης μη θεατρικά που χρησιμεύουν ως όχημα για να διεισδύσουμε σ’ ένα χώρο συνείδησης και να ανακαλύψουμε εκ νέου το νόημα του θεάτρου μέσα από ερωτήματα που αφορούν ζητήματα της σκληρής εποχής που ζούμε.
***
Άντζελα Μπρούσκου (Σκηνοθέτης-Ηθοποιός) – βιογραφικό
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν. Συνεργάστηκε ως ηθοποιός και performer με το Θέατρο Τέχνης, τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, τη Μίρκα Γεμεντζάκη, τη Μαίρη Τσούτη και το χοροθέατρο Ανάλια, τον Θεόδωρο Τερζόπουλο, το Εθνικό Θέατρο, τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, τη Ρούλα Πατεράκη και τον Γιάννη Χουβαρδά.
Έχει ασχοληθεί με την έρευνα πάνω στη μέθοδο και την τεχνική του ηθοποιού με βασικό άξονα την αρχαία τραγωδία, ως δασκάλα, ηθοποιός και σκηνοθέτης.
Το 1993 ίδρυσε το «Θέατρο Δωματίου» με την Παρθενόπη Μπουζούρη –καθώς και το ομώνυμο Studio υποκριτικής– με το οποίο έχει παρουσιάσει, σε δική της σκηνοθεσία, τα έργα:
Μισάνθρωπος του Μολιέρου (1994)
Υπηρέτριες του Ζαν Ζενέ (1995)
Δεσποινίς Τζούλια του Στρίντμπεργκ (1997)
Μήδεια του Ευριπίδη (1999)
Ναι της Μαργαρίτας Καραπάνου (2001)
Βόυτσεκ του Γκέοργκ Μπύχνερ (2002)
Ήρθε η ώρα. Τομή του Τόμας Οστερμάιερ (2004)
Περιμένοντας… (κάτι για την πείνα…), βασισμένο στο Περιμένοντας τον Γκοντό του Σάμουελ Μπέκετ (2005)
Ηλέκτρα του Σοφοκλή (Φεστιβάλ Αθηνών) (2006)
Blasted της Σάρα Κέιν (2007)
Λεωφορείον ο Πόθος του Τεννεσσή Ουίλλιαμς (2008)
Αγαμέμνων του Αισχύλου (Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου) (2008)
Reality σε σύλληψη & δραματουργία Άντζελας Μπρούσκου (2009)
Έρωτας υπό κατάρρευση, κείμενα Τ.Ουίλιαμς, Κολτές, Μπέκετ (2010)
Επιτάφιος, Kunsthalle Athena (2012)
Αγγελιοφόροι (2012)
4.48 Ψύχωση, Σάρα Κέιν (2012)
Bάκχες, Ευριπίδη, Φεστιβάλ Επιδαύρου (2014)
Το Τρελό Αίμα, Παντελής Πρεβελάκης, Θέατρο Τέχνης (2015)
Ρομπέρτο Τσούκκο, Μπερνάρ – Μαρί Κολτές, Θέατρο Τέχνης (2016)
Άλλες συνεργασίες της:
Αλεξανδρινό Κουαρτέτο του Λώρενς Ντάρελ (2009, Φεστιβάλ Φιλίππων-Καβάλας)
Δεσποινίς Μαργαρίτα του Ρομπέρτο Ατάυντε (2009, Καλλιτεχνικός Οργανισμός «Φάσμα» του Αντώνη Αντύπα)
Τζάκυ της Ελφρίντε Γιέλινεκ (2009, Από Μηχανής Θέατρο)
Wonderland, βασισμένο στην Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων του Λούις Κάρολ (2010, Ελληνική Θεαμάτων)
Τίτος Ανδρόνικος του Σαίξπηρ (2010, Εθνικό Θέατρο)
Κλυταιμνήστρα – Χώρος Ε (2011, Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου)
Kunsthalle Athena Farewell (2011, Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου)
Μαμά, Η ζωή είναι αγρίως απίθανη της Μαργαρίτας Καραπάνου (2011, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Ίδρυμα Ωνάση)
MELLEMRUM Site-specific performance festival 2012 Copenghagen, Kitt JohnsonX-act
Επιτάφιος ΙΙ, Documenta14 (2016)
Γλυκό πουλί της Νιότης, Τένεσι Ουίλιαμς, Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου (2016)
Μάγντα Γκαίμπελς, Γιώργος Βέλτσος, Εθνικό Θέατρο (2016)
- Διαβάστε ακόμα:
Παρθενόπη Μπουζούρη – συνέντευξη
Πέτρα φον Καντ – κριτική παρουσίαση
Ρομπέρτο Τσούκο – κριτική παρουσίαση
Τρελό αίμα – κριτική παρουσίαση
Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου – συνέντευξη
- Οι φωτογραφίες της Άντζελας Μπρούσκου είναι του catisart.gr