Το τραγούδι της άνοιξης
Καμπάνες θείες του ουρανού, της Άνοιξης, στον όρθρο
βήματα άγια ακολουθούν στην πλάση στην ψυχή μου
βροχής σταγόνες οι στερνές στις φυλλωσιές, στα πεύκα
και ιριδίζουνε στο φως του ήλιου, στον αγέρα
υγρές ανοίγουν στα φυλλώματα του νου οι λαμπηδόνες
και ευλογούνε τα βουνά, την θάλασσα, τον κάμπο
την πολιτεία του Θεού στο αλύτρωτο μεθύσι.
Δριμείς οι φθόγγοι του ουρανού ψηλά χελιδονίζουν
η καρδερίνα, ο ερωδιός, οι πελαργοί που φθάνουν
πάνω στην ώρα από το νοτιά, τ’ αηδόνι, το τριζόνι
κι ανθοβολούν οι ρεματιές, σκάει βαθιά το χώμα
κυκλάμινα, χαμόμηλα, θυμάρια, παπαρούνες
μοσκοβολούν οι αρετές, καρδιά μου αστραπομάτα
κρουστοί να δένουν οι καρποί, σπαρτά, οι αμπελώνες
δάκρυ καφτό στα μάγουλα Θεού που καμαρώνει
την άλλη πλάση της ψυχής, την άλλη αιωνιότη.
Καρδιά του κόσμου αντιχτυπά στο στέρνο και ματώνει
και να θαμπώνουν οι γιαλοί, οι λίμνες, τα ποτάμια
στο άγιο φως, στην άγια αυγή, στο θείο μεσημέρι.
Χτυπά φτερό ο άνεμος, χτυπά φτερό ο νους μου
χρυσό πανέρι η Αγαπώ, καρπούς, χυμούς, λουλούδια
μου αποθέτει στην ψυχή, έρωτα το μεθύσι
η θεία τάξη στέρεη στον κόσμο να πατήσει.
Του Λόγου θραύσματα κρουστά αιθέρες σεργιανούνε
νόμο της γης αναζητούν, χυμούς ζωής να θρέψουν
πραγματικό να γίνεται το θείο στην ευχή μου,
νύξεις γλυκειές της Αγαπώ στον ουρανό ξαμώνουν
στην πυροστιά και στον παστό ριζώνει το αιώνιο
το κουβαλούνε τα πουλιά στην φτέρουγα απ’ το νότο
ξεχειμωνιάζει ο βοριάς, κελάηδισμα που κρούει
ζωής τις πύλες, στον λευκό Νυμφώνα του Κυρίου
είναι Μεγάλη Παρασκή μοσκοβολά η Κρήτη
μηνόντας την Ανάσταση, το άρρεν και το θήλυ
μοναχογιό να σπαρταρά και μοσχοθυγατέρα
ν’ απλώνει χέρια τρυφερά στης μάνας της το στήθος.
Μανώλης Μαρκάκης (1942-2001)
«Το Τραγούδι της Βροχής»
* Πίνακες: Edward Cucuel (1875-1954)