Anne Sexton – Ποιήματα
Τι Σόι Χρόνια Είναι Αυτά
Υπάρχει ένα μέρος ανάμεσα σε δυο συστάδες δέντρων όπου το γρασίδι μεγαλώνει
επίμονα
και ο παλιός ανυπόταχτος δρόμος κομμάτια γίνεται από σκιές
κοντά σ’ ένα σπίτι όπου γίνονταν συγκεντρώσεις, εγκαταλειμμένο απ’ τους
εκτελεσμένους
που εξαφανίστηκαν μέσα σ’ ετούτες τις σκιές.
Περπάτησα ως εκεί μαζεύοντας μανιτάρια στις παρυφές του τρόμου, αλλά
ας μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας,
αυτό δεν είναι ρωσικό ποίημα, αυτό δε συμβαίνει πουθενά αλλού παρά εδώ,
η χώρα μας κινείται εγγύτερα στη δική της αλήθεια και στο δικό της τρόμο,
στους μοναδικούς της τρόπους να οδηγεί τους ανθρώπους στην εξαφάνιση.
Δε θα σου αποκαλύψω πού είναι αυτό το μέρος, το σκοτεινό σύμπλεγμα των δέντρων
συναντά την ανεπαίσθητη αχτίδα του φωτός –
σταυροδρόμια κατακλυσμένα από φαντάσματα, παράδεισος από πεσμένα φύλλα:
ξέρω ήδη έναν που θέλει να τον αγοράσει, να τον πουλήσει, να τον εξαφανίσει.
Και δε θα σου πω πού είναι, οπότε γιατί σου λέω
έστω κι αυτά; Γιατί ακόμα ακούς, γιατί σε χρόνια σαν κι αυτά
το ν’ ακούς τουλάχιστον, είν’ απαραίτητο
για να μιλήσουμε για τα δέντρα.
1991
(What Kind of Times Are These, Dark Fields of the Republic, 1995)
Το σχολείο ανάμεσα στα χαλάσματα
Βηρυτός, Βαγδάτη, Σεράγεβο, Βηθλεέμ, Καμπούλ. Όχι ασφαλώς εδώ.
1
Παραδίδοντας το πρώτο και τελευταίο μάθημα
– μέγα φως του θέρους θα κρατήσεις
περισσότερο απ’ όσο το σχολείο κρατά;
Όταν τα παιδιά ξεχύνονται
σε σειρές απ’ τις πόρτες
ΑΓΟΡΙΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ και πολυάσχολοι δασκάλοι
ανοίγουν ή κλείνουν ψηλά παράθυρα
μ’ αγκιστρωμένους σύρτες δημιουργώντας σκουροπράσινες σκιές
ντουλάπια ξεκλείδωτα, κλειδωμένα
ερωτήσεις ανερώτητες, ερωτημένες, όταν
ο έρωτας των νεαρών ακριμάτιστων
σκληρά σχεδιασμένος ναι
τάξη χωρίς σκληρότητα
ένας δρόμος πάνω στη γη ούτε παράδεισος ούτε και κόλαση
γεμάτος από το εμπόριο και τη θρησκεία
με νέους δασκάλους να τραβούν για το σχολείο
φρέσκο ψωμί και πάγκοι μ’ αγαθά που άνοιξαν νωρίς
2
Κάθε που η επίθεση σείει τον ουρανό κάθε που το θάμπος της νύχτας
αναμειγνύει τη μέρα με τη νύχτα κάθε που τα κατοικημένα
δώματα της άνω πόλης
σωριάζονται διαλύοντας τους κάτω δρόμους
σωροί από παλιοκαιρίσια στολίδια ανθρώπινα ερείπια
κάθε που ο φόβος τους δρόμους τούς κενώνει
Κάθε που ολόκληρη η πόλη σείεται
αίμα κάτω απ’ την πατούσα που σκληραίνει σαν γυαλί
Όποιος κι αν περπατά είναι κυρτωμένος γονατισμένος μια ζώνη πολεμική
ξέρει γιατί κάνει αυτή την πράξη την αυτοκτονική
Το σχολείο είναι πια ανοιχτό ολημερίς
τα παιδιά κοιμούνται
στις τάξεις οι δάσκαλοι είναι μαζεμένοι
3
Πόσο ο καλός δάσκαλος αγαπούσε
το σχολείο του τους μαθητές
την αίθουσα του φαγητού με τα φρέσκα σάντουιτς
τις λεμονάδες και το γάλα
την τάξη γυάλινα κλουβιά
με βρύα και χελώνες
διδάσκοντας την ευσυνειδησία
Έρχεται ένα πρωινό χωρίς ψωμί και φρέσκο γάλα
γονείς ή σχέδια μαθημάτων
διάρροια η πρώτη ερώτηση της μέρας
τα παιδιά τουρτουρίζουν είναι Σεπτέμβρης
Ερώτηση δευτέρα: πού είναι η μητέρα μου;
4
Ο Ένα: Δεν ξέρω πού είναι
η μητέρα σου Ο Δύο: Δεν ξέρω
γιατί προσπαθούν να μας λαβώσουν
Ο Τρία: ή και τα μήκη και τα πλάτη της γης
από το μίσος τους Ο Τέσσερα: Δεν ξέρω αν εμείς
τους μισούμε το ίδιο Νομίζω ότι υπάρχει κι άλλο χαρτί υγείας
στο ντουλάπι με τις προμήθειες Πάω να το σπάσω και να τ’ ανοίξω
Σήμερα ετούτο είναι το μάθημά σας:
γράψτε όσο καθαρότερα μπορείτε
τ’ όνομά σας τη διεύθυνσή σας και τον αριθμό
σ’ αυτή τη σελίδα
Όχι δεν μπορείτε να πάτε σπίτια σας ακόμα
αλλά δεν έχετε χαθεί
αυτό είναι το σχολείο μας
Δεν είμαι σίγουρος τι θα φάμε
θ’ αναζητήσουμε υγιεινές ρίζες και χόρτα
ψάχνοντας για νερό παρόλο που οι σωλήνες έχουνε σπάσει
5
Μια μικρούλα γάτα βγάζει
το κεφαλάκι της ανάμεσα απ’ τα κάγκελα του παράθυρου
είναι πεινασμένη κι αυτή σαν κι εμάς
αλλά μπορεί να φάει ποντίκια
το μπακιρένιο φουντωτό της τρίχωμα
καταδεικνύει μια ζωή ήδη άγρια
τα χρυσαφένια μάτια της
δε δείχνουν έλεος Θα μας διδάξει Ας την ονομάσουμε
Αδερφή
όταν βρούμε γάλα θα της δώσουμε λίγο
6
Σ’ το ‘χω πει, ας δοκιμάσουμε να κοιμηθούμε σ’ αυτό το θλιβερό κατάλυμα
Όλη νύχτα ανηλεή ακαθοδήγητα αντικείμενα στριγκλίζουν
πάνω μας πετώντας κάπου
Μην αφήσετε τα πρόσωπά σας να πετρώσουν
Μην πάψετε να με ρωτάτε το γιατί
Ας επικεντρωθούμε στη γάτα μας μας έχει ανάγκη
Ίσως αύριο οι αρτοποιοί να φτιάξουν τους φούρνους τους
7
«Τους νανουρίσαμε τους είπαμε ιστορίες κάναμε
στο φως ζωάκια-σκιές με τα χέρια μας
σφουγγίσαμε τ’ ανθρώπινα συντρίμμια απ’ τις μπότες και τα πανωφόρια
καθίσαμε να μάθουμε απ’ έξω τα ονόματα
κάποιοι ήταν πολύ μικροί για να γράψουν
κάποιοι είχανε ξεχάσει πώς»
2001
(The School Among the Ruins, The School Among the Ruins, 2004)