12.1 C
Athens
Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

“Μάθημα” από τον Ιονέσκο: Η παράδοξη απελπισία του κωμικού

Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

“Το κωμικό, επειδή έχει την αίσθηση του παράδοξου, μου φαίνεται πως δείχνει περισσότερη απελπισία από το τραγικό”.
Ιονέσκο

Κάποιοι θεατρικοί συγγραφείς έχουν περάσει στο πάνθεον της παγκόσμιας δραματουργίας, αποτελώντας σημείο αναφοράς για τους νεότερους καλλιτέχνες, σκηνοθέτες και ηθοποιούς. Με έναν από αυτούς, και μάλιστα τον πιο «παράλογο», θα ασχοληθούμε σε αυτό το κείμενο. Αφορμή η παράσταση “Το μάθημα” στο «Αγγέλων Βήμα».
«Οι βαθιές µας επιθυµίες είναι ανεξερεύνητες. ∆υσπιστώ σ’ αυτούς που θέλουν να σώσουν τον κόσµο». Δεν ακούγεται παράλογο. Μάλλον τετράγωνα λογικό, διδακτικό και σοφό κι ας ειπώθηκε από έναν εκ των ιδρυτών -τον κυριότερο ίσως- του Θεάτρου του Παραλόγου, µαζί µε τον Σάµιουελ Μπέκετ, τον Ζαν Ζενέ και τον Αρτύρ Αντάµοφ. Ο Ευγένιος Ιονέσκο ανήκει στη γενιά εκείνη του 1950 που ανανέωσε το σύγχρονο θέατρο αναδεικνύοντας το αδιέξοδο της επικοινωνίας και µέσω αυτής το αδιέξοδο και το παράλογο της ζωής.
Ένας καθηγητής και μία μαθήτρια που ζητάει τη βοήθειά του σε ένα καλοκαιρινό προπαρασκευαστικό μάθημα εισαγωγής στο Πανεπιστήμιο είναι οι ήρωες του έργου του το «Μάθημα». Δύο κόσμοι που δεν καταφέρνουν να συνεννοηθούν, να επικοινωνήσουν, να αλληλοσυμπληρωθούν. Δύο κόσμοι σαθροί. Μια ιστορία έλλειψης κατανόησης. Η μη κατανόηση θυμώνει τον καθηγητή, τον οδηγεί στην παραφροσύνη και τελικά στο φόνο. Όπως έγινε και με τις υπόλοιπες μαθήτριές του. Όπως γίνεται πάντα. Γιατί στο έργο σατιρίζεται ο ολοκληρωτισμός στην παιδεία, την πολιτική, την ψυχολογία, τη σεξουαλικότητα.

“Το μάθημα”, ένα από τα πιο αγαπητά έργα του Ευγένιου Ιονέσκο, σε σκηνοθεσία Χρήστου Σαπουντζή, παρουσιάζεται στο “Αγγέλων Βήμα”, με τον ίδιο και την Κατερίνα Χατζηκυριάκου. Η παράσταση πραγματεύεται, εκτός την ανικανότητα επικοινωνίας των ανθρώπων, και τα απολιθωμένα γλωσσικά σχήματα, τα οποία υποδηλώνουν τον συντηρητισμό, την υποκρισία, το νεοπλουτισμό, την αλαζονεία και την έλλειψη εσωτερικότητας της αστικής τάξης. Μια κοινωνία που νοσεί. Μια νοσηρή παιδεία, μια νοσηρή οικογένεια. Σάπιοι πανεπιστημιακοί που λυμαίνονται την παιδεία. Σάπιες οικογένειες αστών και μεγαλοαστών, που αγοράζουν μόρφωση για τα βλαστάρια τους. Αγοράζοντας απλώς πληροφορίες και αδιαφορώντας για την πραγματική γνώση. Μπορούμε να πούμε πως μοιάζει κατά κάποιον τρόπο προφητικό το θέμα του έργου απλώς και μόνο εξαιτίας του γεγονότος ότι, στο μέλλον της ανθρωπότητας, υποχωρεί η κρίση του μαθητή υπέρ της απομνημόνευσης και της απλής συλλογής πληροφοριών. Το θέμα της μνήμης και της κριτικής σκέψης δεν έχει σχέση μόνο με τη μαθήτρια αλλά και με τις επερχόμενες γενεές.
Στο πέρασμά τους απ’ τη ζωή καθηγητές και γονείς αφήνουν μόνο νεκρούς. Τα ίδια τα παιδιά τους, σύμφωνα με τον συγγραφέα. Ο καθηγητής του έργου, ο οποίος παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα γεωγραφίας, αριθμητικής και γλωσσολογίας σε νεαρές κοπέλες, οδηγεί σταδιακά την ιδιόρρυθμη και κακομαθημένη μαθήτριά του στην πλήρη υποταγή. Mε την πάροδο του χρόνου ο βαθμός δυσκολίας των ασκήσεων μεγαλώνει, η μαθήτρια -που ούτως ή άλλως υστερεί τραγικά- δεν αντιλαμβάνεται πλέον το δάσκαλό της. “Το Μάθημα” συνδυάζει το παράλογο του κόμικ με την τραγικότητα των συμβάντων, αποτελώντας ένα δηκτικό σχόλιο για τις πολιτικές αντιλήψεις και την έννομη τάξη. Το έργο επιδιώκει μέσα από την αντικατάσταση των φθαρμένων γλωσσικών στερεότυπων, την πραγμάτωση ενός γενικότερου οράματος για τον άνθρωπο, την τέχνη, τον κόσμο.
Ο πολυγραφότατος,  εκκεντρικός και «φλύαρος» Γαλλορουµάνος συγγραφέας µετέτρεψε τις αναζητήσεις του σε παράξενα και ιδιοφυή θεατρικά έργα. Έργα µε χιούµορ, φαρμακερό και µαύρο, µε σαρκασµό και αυτοσαρκασµό, µε τις εµµονές και τις παραξενιές του, µε στοιχεία που ακουµπούν στο γελοίο, αλλά και µε έντονη την αίσθηση του τίποτα και του κενού, πιστεύοντας απλώς ότι «είναι αφύσικο πράγµα να ζεις». Συνειδητοποίησε το παράλογο του λόγου και της γλώσσας, αποδόµησε την εξουσία της οικογένειας, του δασκάλου, του πολιτικού, αποδοκίµασε την ψευτιά και την υποκρισία, μεγέθυνε τη µοναξιά και την απελπισία, τονίζοντας όσο κανείς την απόλυτη έλλειψη επικοινωνίας ανάµεσα στους ανθρώπους.
Παιδί ακόμη, αντιλήφθηκε ότι συγκριτικά με τη φαντασία, ο πραγματικός κόσμος ήταν σάπιος, γεμάτος διαφθορά και ανούσια επαναλαμβανόμενη δράση. Ανηλεής και γκροτέσκος, κυνικός στην επιφάνεια, αλλά χωρίς να στερείται βαθύτερης ευαισθησίας, αποτύπωσε την εποχή του, τα χρόνια µετά τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, και έδωσε νέα πνοή στη λογοτεχνία του 20ου αιώνα. Τα κείμενά του παραμένουν μέχρι και σήμερα ερεθιστικά και αειθαλή.
Οι χαρακτήρες του Ιονέσκο έχουν τόσο πυκνά συναισθήματα, που θα μπορούσαν να οδηγούν την πρόζα στο τραγούδι. Έτσι, «Το Μάθημα», σκηνοθετημένο από τον Χρήστο Σαπουντζή, έγινε μια μουσικοχορευτική παράσταση για το συναισθηματικό σύμπαν των ηρώων. Χαρακτηριστικά της οι υπαινικτικές επαναλήψεις, οι κωμικές αντιφάσεις, οι τραγικές ειρωνείες.
Ο καθηγητής είναι μια κωμικοτραγική φιγούρα που αναδύεται μέσα από πολλές παραδοξότητες. Μπροστά στην ξαφνική καταιγίδα που του προκαλούν τα πλούσια κάλλη της μαθήτριας και τον ανεμοστρόβιλο που ξεσηκώνει με τα «μαργαριτάρια» της, δεν είναι δυνατόν να μην παρασυρθεί. Μπροστά στην ημιμάθεια, το θράσος, τη φονική βλακεία ακόμη και ένας άνθρωπος λογικός και ακέραιος μπορεί να καταληφθεί από τρόμο και πανικό. Πόσω μάλλον ένας μικρομεσαίος καθηγητής που έχει ήδη καταπιεστεί από την επέλαση και πολλών προηγούμενων παρόμοιων φαινομένων. Τότε γίνεται μανιακός, αφηνιάζει, χάνει την ψυχραιμία του και την ταυτότητά του. Καταστρέφει ζωές και πιστεύει ότι απαλλάσσει την ανθρωπότητα από το άχθος υπερφίαλων και εγωιστών νέων. Γίνεται κατ’ εξακολούθησιν δολοφόνος.
Από την άλλη, η μαθήτρια είναι ένας οδοστρωτήρας. Στην αρχή γεμάτη κέφι, σχέδια και ενέργεια. Πανούργα και φαινομενικά αθώα. Ο καθηγητής την αντιμετωπίζει με σαρκασμό, αδιαφορία και σκληρότητα. Δεν της δείχνει καμιά ανθρωπιά. Του απευθύνει το λόγο με ευγένεια και σεβασμό. Του εξομολογείται τα όνειρά της. Του ομολογεί τις δυσκολίες της. Αυτός ευέξαπτος, αυταρχικός και τυραννικός. Αυτή βλακώδης και υποταγμένη.
Στην πορεία η παράσταση προεκτείνει την παρεξήγηση ως τον παροξυσμό, τη γελοιοποίηση ως το ψυχογράφημα, την ασυνεννοησία ως το φόνο. Στην ουσία γίνεται η ακτινογραφία της φρίκης του φασισμού. Άλλωστε, ο Ιονέσκο αυτό είχε σαφώς στο νου του όταν πρότεινε το σύμβολο της σβάστικας να εμφανίζεται στο τέλος της παράστασης.
Καθώς ο διάλογος προχωρά, η οργή του καθηγητή κλιμακώνεται. Η ένταση κορυφώνεται. Το ιδιαίτερο μάθημα εξελίσσεται σε μια κρίση τρέλας. Η κατάσταση επιδεινώνεται ραγδαία. Ακόμη και η υγεία της μαθήτριας επιδεινώνεται. Αυτό που ξεκινά ως ένας απλός πονόδοντος εξελίσσεται σε ολικό πόνο.
Στη συγκεκριμένη παράσταση έχει αφαιρεθεί το τρίτο πρόσωπο, η δουλοπρεπής υπηρέτρια του καθηγητή που, ενώ τον κρίνει, τον βοηθάει στους φόνους των μαθητριών του, ίσως κυριευμένη από κάποιο υποβόσκον ερωτικό ένστικτο. Απλώς η Μαρία έχει βγει για ψώνια και ο καθηγητής επικοινωνεί μαζί της τηλεφωνικώς. Ωστόσο, αυτό το ευφάνταστο σκηνικό παιχνίδι που παρακολουθήσαμε, με την απλότητά του, την ειλικρίνειά του και τη χάρη του, απευθύνεται στις καρδιές των θεατών. Άλλωστε σήµερα ο Ιονέσκο, παράλογος ή λογικός, ανήκει πλέον στους κλασικούς. Πιθανόν δε, με τα τόσα παράλογα συμβάντα που αντιμετωπίζουμε στην εποχή μας, το σύμπαν και οι καταστάσεις του να δίνουν πλέον μια αίσθηση λογικής στο κοινό.

Συντελεστές

Η πρωτότυπη μουσική των Φώτη Σιώτα και Κώστα Παντέλη (Sancho 003) είναι χαρούμενη, νεανική. και απόλυτα ταιριαστή με το πνεύμα της παράστασης.
Η επιμέλεια κίνησης της Έλσας Σίσκου έδωσε στην παράσταση φρεσκάδα και αίσθηση μιούζικαλ.
Τα σκηνικά – κοστούμια από τις ικανότατες Αρετή Μουστάκα και Χριστίνα Πανοπούλου είχαν πολλές αρετές. Κυρίως θεατρικότητα και χιούμορ. Το σκηνικό με τα σκοινιά που παρέπεμπαν σε ρινγκ ή μπουγάδα νοικοκυράς και ο τενεκές με το λάδι από το χωριό που έφερνε η μαθήτρια πεσκέσι στον καθηγητή, τη σκόρπια γνώση τριγύρω με τα ανάκατα βιβλία,  ήταν ένας απλός και ξεκάθαρος μηχανισμός ξανανιώματος του έργου.
Ο σχεδιασμός των φωτισμών από τη Στέλλα Κάλτσου ιδιαίτερα προσεγμένος. Η μετάφραση των Τατιάνας Δημητρίου – Κατερίνας Χατζηκυριάκου είχε πολλά επίκαιρα στοιχεία.
Η παράσταση δίνει την ευκαιρία σ’ έναν εξαίρετο θεατράνθρωπο, τον Χρήστο Σαπουντζή, να ενσαρκώσει ένα πρόσωπο γεμάτο ζωή, αλήθεια και μένος. Το κάνει με στιβαρότητα, ωριμότητα αλλά και εφηβικότητα.
Η Κατερίνα Χατζηκυριάκου ερμηνεύει τη μαθήτρια με πληθωρικότητα, χιούμορ και την απαραίτητη αφέλεια.

Υπονόμευση της συμβατικότητας

Η σκηνοθεσία του Χρήστου Σαπουντζή έδινε έμφαση στο κωμικό στοιχείο, που ενέχει τη δυναμική της ανατροπής και αναδεικνύει μιαν άλλη όψη των πραγμάτων, υπονομευτική της συμβατικής.
Στο Θέατρο του Παραλόγου καταργείται η διάκριση μεταξύ κωμωδίας και τραγωδίας. Γελάμε με αυτό που κανονικά έπρεπε να μας προκαλεί δυστυχία. Στο «Μάθημα» το θέατρο επιτελεί τη διπλή λειτουργία του: να ψυχαγωγήσει αλλά και να προβληματίσει για την ανθρώπινη κατάσταση.
Αν δεν έχετε παρακολουθήσει Ιονέσκο έως τώρα, σίγουρα αυτή η παράσταση αποτελεί μια καλή αρχή.

Ταυτότητα παράστασης

Μετάφραση: Τατιάνα Δημητρίου, Κατερίνα Χατζηκυριάκου
Διασκευή – Στίχοι: Χρήστος Σαπουντζής, Κατερίνα Χατζηκυριάκου
Σκηνοθεσία: Χρήστος Σαπουντζής
Πρωτότυπη Μουσική: Sancho 003 (Φώτης Σιώτας, Κώστας Παντέλης)
Επιμέλεια Κίνησης: Έλσα Σίσκου
Σκηνικά – Κοστούμια: Αρετή Μουστάκα, Χριστίνα Πανοπούλου
Σχεδιασμός Φωτισμών: Στέλλα Κάλτσου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Έλσα Σίσκου
Παίζουν: Χρήστος Σαπουντζής και Κατερίνα Χατζηκυριάκου

Πληροφορίες

Ευγένιος Ιονέσκο
“Το μάθημα”
“Αγγέλων Βήμα”
Σατωβριάνδου 36, Ομόνοια
Τηλ. Κρατήσεων: 210 5242211 και 210 5242213
Παραστάσεις: Τετάρτη 18.00, Πέμπτη και Σάββατο 21.15
Διάρκεια: 70’
Γενική είσοδος: 12 ευρώ / Φοιτητικό: 10 ευρώ
Για κατόχους δελτίου ανεργίας και Ατέλειες: 5 ευρώ
video teaser: https://www.youtube.com/watch?v=8ZXZgI-LWT8

* Γεννηµένος στη Ζλατίνα της Ρουµανίας, στις 26 Νοεµβρίου 1912, από Ρουµάνο πατέρα και Γαλλίδα µητέρα, ο Ευγένιος Ιονέσκο έζησε τα παιδικά του χρόνια στη Γαλλία. Αργότερα επέστρεψε στη γενέτειρά του, σπούδασε γαλλική φιλολογία και αφού παντρεύτηκε ξαναγύρισε στη δεύτερη πατρίδα του (1938). Άλλωστε είχε ήδη αρχίσει να αντιτίθεται στην άνοδο του φασισµού και του ναζισµού και να βρίσκεται σε κόντρα µε τον πατέρα του, ο οποίος ήταν µε το εκάστοτε καθεστώς. Παράλληλα ξεκίνησε το διδακτορικό του µε θέµα «Η αµαρτία και ο θάνατος στη γαλλική ποίηση από την εποχή του Μποντλέρ», το οποίο και δεν ολοκλήρωσε ποτέ. Μετά την απελευθέρωση εγκαταστάθηκε στο Παρίσι (1944). Η κόρη του είχε ήδη γεννηθεί. Στη γαλλική πρωτεύουσα έζησε ως τον θάνατό του, στις 29 Μαρτίου 1994 – θάφτηκε στο κοιμητήριο του Μονπαρνάς. Μέλος της Γαλλικής Ακαδηµίας, τιµήθηκε µε διακρίσεις και βραβεία για τη λογοτεχνική και κοινωνική του προσφορά. Αν και ο πατέρας του τον προόριζε για δικηγόρο, ο Ιονέσκο φανέρωσε γρήγορα την αγάπη του στα γράµµατα. Μετά τις σπουδές του εργάστηκε ως επιµελητής εκδόσεων, ενώ σύντοµα στράφηκε στο θέατρο, µε αφορµή τα µαθήµατα αγγλικών.
Έγραψε, το 1948, τη «Φαλακρή τραγουδίστρια», το πρώτο και διασηµότερο θεατρικό του έργο. ∆ύο χρόνια µετά δόθηκε η πρεµιέρα στο Παρίσι (11 Μαΐου 1950) στη σκηνή του Θεάτρου των Υπνοβατών, σε σκηνοθεσία Νικολά Μπατάιγ. Φυσικά, κοινό και κριτικοί αποδοκίµασαν και το έργο και τον συγγραφέα του… Ο ίδιος δεν πτοήθηκε και συνέχισε να γράφει, ενώ οι µικρές περιθωριακές και περιφερειακές σκηνές που φιλοξενούσαν τα έργα του όλο και µεγάλωναν για να κατακτήσουν το κέντρο και τα µεγάλα θέατρα. Παράλληλα φρόντιζε να δίνει διαλέξεις και να εξηγεί τα έργα του, σε µια προσπάθεια να αντιταχθεί στην κριτική, την οποία και δεν εκτιµούσε.
Πολυγραφότατος, ο Ιονέσκο µετρά 26 θεατρικά – ανάµεσά τους τα «Θύµατα του καθήκοντος», «Κορίτσι για παντρειά», «Αµεδαίος ή πώς να το ξεφορτωθούµε», «Ιάκωβος ή η υποταγή», «Ο καινούργιος νοικάρης». Το 1959 συστήνει στο κοινό του τον Μπερανζέ, τον κεντρικό ήρωα που θα πρωταγωνιστήσει στα µεγάλα ώριµα έργα του: «∆ολοφόνος χωρίς αµοιβή», «Ρινόκερος», «Ο βασιλιάς πεθαίνει». Ακολούθησαν, µεταξύ άλλων, «Η πείνα και η δίψα», «Το παιχνίδι της σφαγής», «Μακµπέτ». Πλάι σε αυτά, δέκα δοκίµια, τέσσερις νουβέλες, µία ποιητική συλλογή και διασκευές (λιµπρέτα) για την όπερα συνθέτουν το πλούσιο συγγραφικό του έργο.

* «Η Φαλακρή τραγουδίστρια», µαζί µε το «Μάθηµα» και τις «Καρέκλες» έγιναν το σήµα κατατεθέν του – καθώς τα τρία αυτά µονόπρακτα παίζονται συχνά σε κοινή παράσταση.

* Στα τέλη της δεκαετίας του ‘50 τον Ιονέσκο σύστησε ουσιαστικά στο ελληνικό κοινό ο Κάρολος Κουν – είχε προηγηθεί το Θέατρο Τσέπης µε τη Μαριέττα Ριάλδη και τον ∆ηµήτρη Κολλάτο. Έκτοτε τα έργα του ανεβαίνουν και ξανανεβαίνουν. Ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος ανήκει στους ηθοποιούς και σκηνοθέτες που έχουν ταυτιστεί µε τον Γαλλορουµάνο συγγραφέα – µεταξύ άλλων Ιονέσκο έχουν ανεβάσει και οι Μίµης Κουγιουµτζής, Σπύρος Ευαγγελάτος, Γιώργος Μιχαηλίδης, Νίκος Αρµάος, Κοραής ∆αµάτης, καθώς και πολλές νεανικές οµάδες.

 

 

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -