Η Μαρία Παλαιολογίνα, γνωστή και σαν Δέσποινα Χατούν, ή Μαρία των Μογγόλων, ήταν Βυζαντινή πριγκίπισσα, νόθα κόρη του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ και σύζυγος του Χάνου Αμπακά Χαν του Ιλχανάτου.
Ο Χουλάγκ Χαν, του οποίου το Ιλχανάτο περιλάμβανε μέρος των εδαφών της σημερινής Τουρκίας, του Ιράν και του Πακιστάν. για να εξασφαλίσει τις παραδοσιακά καλές σχέσεις με το Βυζάντιο, επιθυμούσε μέσω συγγένειας με τη βυζαντινή αυτοκρατορική οικογένεια, να παντρευτεί μία πριγκίπισσα από τους Παλαιολόγους. Για το σκοπό αυτό ο Χαν άρχισε διαπραγματεύσεις με τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο, ο οποίος αποφάσισε να του δώσει για γυναίκα του τη νόθα κόρη του Μαρία Δέσποινα. Αδελφή της Μαρίας Δέσποινας από την ίδια μητέρα, η Ευροσύνη, είχε δοθεί σύζυγος του Νογκάι Χαν της Χρυσής Ορδής. Και οι δύο ήταν Μογγόλοι ηγεμόνες που ήταν γνωστοί για την ανεκτική στάση τους στους χριστιανούς που ζουν στα εδάφη τους.
Η Μαρία Δέσποινα άφησε την Κωνσταντινούπολη το 1265 με τη συνοδεία του ηγούμενου της μονής «Παντοκράτορα» και του πατριάρχη Αντιοχείας, Ευθυμίου. Όταν φτάνουν όμως στην πρωτεύουσα του Ιλχανάτου ο Χουλάγκ Χαν έχει πεθάνει. Γι’ αυτό τον λόγο η Μαρία Δέσποινα παντρεύτηκε το γιο του και διάδοχο Αμπακά Χαν. Στο Ιλχανάτο η Μαρία Δέσποινα ζούσε ευσεβή ζωή και είχε σημαντική επιρροή στις πολιτικές και θρησκευτικές απόψεις των Μογγόλων, πολλοί από τους οποίους ήταν ήδη Χριστιανοί Νεστοριανοί. Προστάτιδα των χριστιανών τότε είναι μια άλλη σύζυγός του Άμπακα, η Ντουκούζ Χατούν, η οποία ήταν επίσης xριστιανή. Μετά το θάνατό της το 1265 η Μαρία Δέσποινα παίρνει τη θέση της προστάτιδας των xριστιανών στο Ιλχανάτο και ονομάζεται από τους Μογγόλους, Δέσποινα Χατούν.
Η Μαρία Δέσποινα μένει στο Ιλχάν για 15 χρόνια, μέχρι το θάνατο του Αμπακά Χαν, ο οποίος δηλητηριάστηκε από τον αδελφό του Άχμεντ. Μετά το θάνατο του συζύγου της, η Μαρία Δέσποινα επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη.
Μετά την επιστροφή της στο Βυζάντιο ο αδελφός της, αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος, την πρότεινε για σύζυγο του Μογγόλου πρίγκιπα Charbanda, που ήταν κυβερνήτης της Περσίας και μελλοντικός Χαν στο Ιλχανάτο. Σε αντάλλαγμα για το χέρι της ο Charbanda υπόσχεται να υποστηρίξει το Βυζάντιο με στρατό στον αγώνα του εναντίον των Οθωμανών, που πολιορκούσαν τη Νίκαια. Ο Ανδρόνικος έστειλε τη Μαρία Δέσποινα στη Νίκαια για να ενθαρρύνει τους υπερασπιστές της πόλης και να συμβάλει στην επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων με τους Μογγόλους απεσταλμένους. Η Μαρία Δέσποινα τότε ήρθε σε συνάντηση με τον Τούρκο σουλτάνο Οσμάν Α’, που απειλούσε τα μογγολικά στρατεύματα, του αποκάλυψε τα σχέδια των Βυζαντινών, και ο Οσμάν πολιόρκησε και κατέλαβε το φρούριο Τρικοκκιά.
Θυμωμένος ο Ανδρόνικος Β’ κάλεσε την αδελφή του πίσω στην Κωνσταντινούπολη, διέλυσε τη δέσμευσή της για τον Charbanda και την ανάγκασε να γίνει μοναχή σε μοναστήρι της Κωνσταντινούπολης στο οποίο η Μαρία Δέσποινα ήταν προστάτης. Πήρε το μοναστικό όνομα Μελανία και παρέμεινε στο μοναστήρι μέχρι το τέλος της ζωής της. Μετά το θάνατό της η εκκλησία της μονής ονομάστηκε Αγία Μαρία Μογγολίας, αν και η Μαρία Δέσποινα ποτέ δεν αγιοποιήθηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Αργότερα οι Τούρκοι αποκαλούσαν τον ναό «Εκκλησία του αίματος» λόγω της μεγάλης σφαγής, η οποία έλαβε χώρα εκεί στην άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Μετά την πτώση της πόλης με την άδεια του σουλτάνου Μωάμεθ Β στην εκκλησία «Παναγίας Μογγολίας» συνέχισαν να γίνονται χριστιανικές λειτουργίες.
Στον προθάλαμο της εκκλησίας «Σωτήρος Χριστού» στην Κωνσταντινούπολη σώζεται προσωπογραφία της Μαρίας Δέσποινας στην οποία απεικονίζεται ως μοναχή.