18.1 C
Athens
Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025

Κύθηρα

Γράφει η Μαρία Γίτσα

Καλοκαίρι. Ιούλιος. Σ’ ένα καράβι. Προορισμός τα Κύθηρα. Πρώτη φορά, πρώτη ματιά.
Μεσημέρι στη Νεάπολη περιμένοντας την επιβίβαση. Ήμουν κουρασμένη από την πολύωρη οδήγηση αλλά πια ήμουν πολύ κοντά στο νησί. Σε λιγότερο από δύο ώρες θα μύριζα τον τόπο που γεννήθηκε η θεά Αφροδίτη.
Το καράβι ήταν γεμάτο από κόσμο κι από προσμονή. Δεν μπορούσα να μείνω μέσα, με την τεχνητή δροσιά και την τηλεόραση να παίζει. Βγήκα στο κατάστρωμα, να με φυσήξει η αρμύρα και να με χαϊδέψει ο ήλιος. Κάθισα σε μια θέση μαζί με άλλους, άγνωστους σε μένα. Αντικριστά και δίπλα… Έτσι συμβαίνει στα ταξίδια, να μιλάς με ανθρώπους που δεν τους ξέρεις αλλά ο κοινός προορισμός να σας συνδέει. Αφορμή για κουβέντα… Η συζήτηση ξεκινάει πάντα με την ίδια ερώτηση: «Πρώτη φορά πηγαίνετε στο νησί; Έχετε ξαναπάει;» κι έτσι σιγά σιγά ξετυλίγεις το κουβάρι της ζωής και της καταγωγής.
Δίπλα μου ένα ζευγάρι με ένα μωρό και τις γιαγιαδες να το κρατάνε, λίγο πιο εκεί αντικριστά μου ένα ηλικιωμένο ζευγάρι με την κόρη τους και το μικρό σκυλάκι της…
Το μωράκι καθόταν ήσυχο στη γνώριμη αγκαλιά, χωρίς να διαμαρτύρεται, απολάμβανε μαζί με εμάς το ταξίδι. Ανταποκρινόταν σε κάθε άκουσμα. Ένα χρόνο πριν έκανε το ίδιο ταξίδι μέσα στην κοιλιά της μάνας…

 

Αναπολούσε η μάνα το χτες και το σήμερα κάνοντας παραλληλισμούς από εικόνες.
Η κουβέντα προχώραγε ενώ το μεγαλύτερο ενδιαφέρον το δείχναμε για το μωρό. Ο ηλικιωμένος κύριος, φορώντας τα καφέ γυαλιά του, είχε στραμμένο το βλέμμα του προς αυτό, με ένα χαμόγελο και μια λαχτάρα. Πολύ γλυκιά και ήρεμη φυσιογνωμία, καθισμένος δίπλα στη γυναίκα του που ήταν εξίσου χαμογελαστή..
Και τότε ήταν που έκανε την ερώτηση… «Είναι ξανθό;» και τότε ήταν που ήρθε η απάντηση – καταπέλτης από τη μάνα… «Μελαχρινό φυσικά, αφού και οι δύο γονείς του είναι μελαχρινοί…». Με θράσος, λες και την πρόσβαλαν. Έστρεψα ευθύς το βλέμμα μου επάνω του. Με μια ευγένεια ουσίας συνέχισε να κοιτάζει το μωρό σχηματίζοντας την εικόνα του όπως εκείνος ένιωσε πως είναι, όπως εκείνος φαντάστηκε, ενώ τα δάχτυλά του χάιδευαν το λευκό του μπαστούνι.. Προσπάθησα να κρύψω την ντροπή και την οργή μου.
Αλήθεια τι λόγια να βρω για να το περιγράψω. Η νιότη έχει θράσος, μα λησμονεί ότι ο χρόνος μπορεί να τη φέρει στα μονοπάτια που τώρα εκείνος περπατά. Αγένεια κι αναίδεια. Όλοι είχαμε καταλάβει την ιδιαιτερότητά του κι αν όχι, δεν συγχωρείτε αυτή η υπεροψία…
Δεν σταμάτησα να τον κοιτάω κι ήμουν σίγουρη πως το ήξερε. Ήταν τόσο ευγενική και γαλήνια η φιγούρα του. Τόσο σίγουρη για την αλήθεια που είχε ξεγυμνωθεί μπροστά του… Για την αλήθεια που κάποιοι ποτέ δεν θ’ ανακαλύψουν κλεισμένοι στο μικρόκοσμό τους…
Εκείνος γύρισε το βλέμμα του προς τη θάλασσα. Έβλεπε αυτά που εμείς δεν μπορούμε να δούμε…Το καράβι έφτασε στο λιμάνι και μόνο τότε σηκώθηκε, κρατώντας το μπαστούνι του στο ένα χέρι και τυλίγοντας στη χούφτα του άλλου το χέρι της γυναίκας του…
Χαιρετηθήκαμε, ευχηθήκαμε, οι δρόμοι μας πια χώριζαν.
Το νησί πολύ όμορφο με μια ενέργεια ερωτική. Μάλλον δεν είναι τυχαίο που το προστατεύει η ουράνια θεά, η θεά της αγάπης και του αγνού έρωτα.
Όπως απομακρυνόμασταν από το λιμάνι είδα και το ναυάγιο, από ψηλά. Σε μια βραχονησίδα πολύ κοντά στην ακτή ένα καράβι βυθισμένο, μόνο η πρύμνη του εξέχει από το νερό… πελώρια στα μάτια μου, φαγωμένη πια από την αρμύρα κι όμως εκεί… για να δηλώνει την ύπαρξη αυτών που ναυαγήσανε…
Κι όπως χανόμασταν στο δρόμο, ιστορίες και παραμύθια γεννούσε το μυαλό μου, ψάχνοντας να βρω την αλήθεια… Όχι την πιο ταιριαστή στα μάτια μου αλλά στην ίδια τη ζωή…

* Η Μαρία Γίτσα είναι ηθοποιός.

 

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -