«H Δημοσίευσις είναι ψυχή της Δικαιοσύνης»…
Διασκευασμένο και συντομευμένο άρθρο του Παντελή Mπουκάλα, “Καθημερινή” – 10-11-2002
1. Η αξιωματική πρόταση «H Δημοσίευσις είναι ψυχή της Δικαιοσύνης» είναι ένας λόγος του Iωάννη-Ιάκωβου Mάγερ, του Ελβετού φιλέλληνα που εγκαινίασε τη νεοελληνική δημοσιογραφία, εκδίδοντας τα «Ελληνικά Χρονικά» στο Μεσολόγγι, από τον Ιανουάριο του 1824 έως τον Φεβρουάριο του 1826. H ρήση του κοσμεί την αίθουσα συνελεύσεων της EΣHEA, αλλά οι δημοσιογράφοι δεν παρανοιαζόμαστε για συνελεύσεις και λοιπά παλιομοδίτικα πράγματα, κι ίσως να μην έχει υποπέσει στην αντίληψή μας η παρουσία της, όσο κι αν βρίσκεται στην καταλληλότερη θέση για να έλκει ακόμη και το αμήχανο ή βαριεστημένο βλέμμα, δηλαδή ακριβώς πίσω από το βήμα που προορίζεται για τους ομιλητές.
2. Είναι όμως βέβαιο ότι ο Mάγερ θα επαναλάμβανε και σήμερα την εξίσωσή του, επιμένοντας πως η Δημοσίευση είναι η ψυχή της Δικαιοσύνης; Ή μήπως, περισσότερο συγκρατημένος πια, θα διαπίστωνε ότι η «περισσότερη Δημοσίευση» δεν σημαίνει οπωσδήποτε και «περισσότερη Δικαιοσύνη», και ότι, ακόμη χειρότερα, συχνότατα η δημοσίευση εκτρέπεται σε διαπόμπευση, σε διαβολή, σε διασυρμό;
3. Βομβαρδισμένη από «συγκλονιστικά γεγονότα» και από εξίσου «συγκλονιστικές αποκαλύψεις», η μνήμη, η ατομική και η συλλογική, αδυνατεί να δει τον κόσμο ως ενιαίο και εννοηματωμένο και όχι κερματισμένο σε άπειρα κομμάτια που καμία λογική και κανένας ειρμός δεν τα συνδέει. Ακόμη κι έτσι δεν θα δυσκολευτεί κανείς να θυμηθεί πόσοι άνθρωποι τσαλαπατήθηκαν από την τηλεοπτική βαρβαρότητα, εν ονόματι μάλιστα της «αλήθειας», και πόσοι αλέστηκαν, εν ονόματι φυσικά της «ελευθεροτυπίας». Δεν θα δυσκολευτεί επίσης να αντιληφθεί ότι στους φανατικότερους υπερασπιστές μιας προσχηματικής ελευθεροτυπίας περιλαμβάνονται και όσοι τη διαβάλλουν με τον συστηματικό αμοραλισμό τους, όσοι χλευάζουν οποιονδήποτε κώδικα δεοντολογίας ή νόμο προστατεύει την προσωπικότητα των «ανωνύμων».
4. Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία ποιος είναι ο πατέρας της διάσημης φράσης «στην Ελλάδα δεν χρειάζονται άλλοι νέοι νόμοι· χρειάζεται απλώς ένας νόμος που να επιβάλει επιτέλους την εφαρμογή των νόμων που ήδη υπάρχουν». Το σημαντικό είναι ότι αυτή η πικρόχολη διάγνωση έχει ηλικία πολλών δεκαετιών, κι ωστόσο παραμένει ταυτισμένη με την αλήθεια. Kαι για την οδηγική συμπεριφορά υπάρχουν νόμοι και διατάξεις, και για το «πόθεν έσχες» βουλευτών και λοιπών επαγγελματικών κλάδων, και για την προστασία των ακτών ή των δασών από την καταπάτηση, και για τις τιμές των οπωροκηπευτικών, και για την αποφυγή της ρύπανσης «κατά ξηράν, θάλασσαν και αέρα», και για τους ορόφους που δικαιούται να χτίσει κανείς. Και λοιπόν; Τα παραθυράκια των νόμων είναι πιο παλιά και πιο δημοφιλή κι από τα παράθυρα της τηλεόρασης.
5. Μα βέβαια, και για την τηλεόραση υπάρχουν νόμοι και διατάξεις, για τη λειτουργία των μέσων ενημέρωσης εν γένει. Υπάρχει το Σύνταγμα, υπάρχει ο ποινικός κώδικας, υπάρχουν οι κώδικες. «Και λοιπόν;» θα επαναλάμβανε το (αυτο)σαρκαστικό ερώτημα ο κακεντρεχής. Ποια από τις εμπλεκόμενες εξουσίες –από την πρώτη ως την τέταρτη– συνυπολογίζει τις θεσμοθετημένες δεσμεύσεις κατά την άσκησή της; Το κράτος επί παραδείγματι, στην ευθύνη του οποίου υπάγεται το συλλογικό αγαθό των συχνοτήτων, παρέστη δώδεκα χρόνια πριν στα εγκαίνια των πρώτων τηλεοπτικών σταθμών, και σφαγίασε, δίκην πετεινού, την ευθύνη του ακριβώς, ώστε να συμβάλει στη στερέωση των νέων «ιδρυμάτων», που από «ναοί της πολυφωνίας», όπως σεμνά είχαν αυτοπαρουσιαστεί, μετατράπηκαν ταχύτατα σε μικρές αυτοκρατορίες, υπέρτερες των γραφτών και άγραφων νόμων. Τόσα χρόνια έπειτα, οι σταθμοί συνεχίζουν να προβάλλουν το πρόγραμμά τους χωρίς άδεια.
6. Μια χαριτωμένη πινελιά σε όλη αυτήν την παρωδία νομιμότητας, αποτελούν οι απανταχούσες που εξαπολύει το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβουλίου κάθε άνοιξη, οπότε, αποκωδικοποιώντας προφανώς το μήνυμα των χελιδονιών, ανακοινώνει ότι αποφάσισε να «επιβάλει την τάξη εδώ και τώρα». Πανικόβλητοι οι σταθμοί συμπληρώνουν τους φακέλους τους για να λάβουν την πολυπόθητη άδεια, τους καταθέτουν όλο αγωνία περί τα μέσα Iουλίου, ε, ώσπου να πρωτοκολληθούν, εισβάλλει ο αυτοκράτωρ Aύγουστος, και, ως γνωστόν, αν έχει σωθεί αλώβητη μία νομοτέλεια, είναι η νομοτέλεια της αυγουστιάτικης απραξίας. Kι από Αύγουστο σε Αύγουστο, η άνευ αδείας «ενημέρωση του λαού», καθώς και η συνοδός κερδοφορία, καλά κρατεί.
7. Αυτή λοιπόν η πολιτεία, που με τη σύμφωνη γνώμη όλων των κομμάτων (πλην της ΔHANA) επέτρεψε τη θεμελίωση και τη μακροημέρευση της παρανομίας, και η οποία δεν διαθέτει την παραμικρή έξωθεν καλή μαρτυρία, δηλώνει τώρα έτοιμη να πατάξει την παραδημοσιογραφία, την οποία εξέθρεψε ή και εκμεταλλεύτηκε, και να ρυθμίσει το ραδιοτηλεοπτικό χάος. Συνταγμένοι με την πονηρία μιας ασάφειας που ευνοεί τη λογοκρισία και με το υπερκανονιστικό πάθος που διακρίνει κάθε εξουσία, οι κώδικες επιβεβαιώνουν ότι πίσω από την ομίχλη των αγαθών προθέσεων, το κρατικό περί ενημερώσεως δόγμα παραμένει όπως το είχε συνοψίσει με στιχουργημένο καγχασμό πολλές δεκαετίες πριν ο Aλέξανδρος Σούτσος: «Eίν’ ελεύθερος ο Tύπος, φθάνει μόνον να μη βλάψεις / της Αρχής τους υπαλλήλους, / τους κριτάς, τους Υπουργούς μας και των Υπουργών τους φίλους. / Eίν’ ελεύθερος ο Τύπος, φθάνει μόνον να μη γράψεις»…
* Ελβετός φιλέλληνας, από τους πρωτεργάτες της ελληνικής δημοσιογραφίας.
Ο Ιωάννης – Ιάκωβος Μάγερ (Johann Jacob Meyer) γεννήθηκε στη Ζυρίχη στις 30 Δεκεμβρίου 1798. Ο πατέρας του, Γιόχαν Μάγερ, ήταν γιατρός και το περιβάλλον του μεγαλοαστικό. Σπούδασε φαρμακευτική και στη συνέχεια ξεκίνησε σπουδές ιατρικής, τις οποίες δεν ολοκλήρωσε, καθώς αποβλήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ, λόγω χρεών. Το 1817 παντρεύτηκε τη Σαλώμη Στάουμπ, αλλά ένα χρόνο αργότερα το ζευγάρι χώρισε.
Πνεύμα ανήσυχο, φιλελεύθερο και ολίγο τυχοδιωκτικό, δεν δίστασε να συστηθεί ως Δρ Μάγερ ενώπιον της φιλελληνικής επιτροπής της Βέρνης και να ζητήσει να κατέβει στην Ελλάδα για να βοηθήσει την περίθαλψη των αγωνιζομένων Ελλήνων. Πράγματι, με έξοδα της επιτροπής ήλθε στην Ελλάδα τους πρώτους μήνες της επανάστασης και στις 20 Φεβρουαρίου του 1822 πήρε μέρος στη Ναυμαχία της Πάτρας υπό τις διαταγές του Ανδρέα Μιαούλη.
Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι. Ασπάστηκε την Ορθοδοξία και ήλθε σε δεύτερο γάμο με την ωραία Μεσολογγίτισσα Αλτάνα Ιγγλέζου, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά. Με διευθυντή τον Γερμανό γιατρό Γιόχαν Έλστερ άνοιξε μικρό νοσοκομείο, στο οποίο νοσηλεύονταν οι τραυματίες του πολέμου. Η πλήρης ενσωμάτωσή του στο ελληνικό περιβάλλον εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους προεστούς του Μεσολογγίου και γρήγορα έγινε ένας από τους ευυπόληπτους πολίτες της πόλης.
Την Πρωτοχρονιά του 1824 εξέδωσε την εφημερίδα, με την υποστήριξη του Λόρδου Βύρωνα, τον οποίον δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα, καθώς τον θεωρούσε έναν αριστοκράτη δανδή, που δεν πρόσφερε τα αναμενόμενα στην Επανάσταση. Η αντιπάθεια ήταν αμοιβαία. Ο λόρδος Βύρων πίστευε ότι τα φλογερά φιλελεύθερα και αντιμοναρχικά άρθρα του Μάγερ, που διαβάζονταν και στο εξωτερικό, δεν έκαναν καλό στην ελληνική υπόθεση, καθώς εξαρτούσε πολλά για την ανεξαρτησία της από τις μοναρχίες της Ευρώπης. Για τον Μάγερ η ελευθερία του Τύπου ήταν αδιαπραγμάτευτη και δεν δίσταζε να ασκεί κριτική ακόμη και στους πολιτικούς που υποστήριζε.
Ο Μάγερ ήταν ενταγμένος στην πολιτική μερίδα του αγγλόφιλου Γεωργίου Κουντουριώτη (1782-1858) και ήταν υποστηρικτής του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου (1791-1865), στην εμφύλια διαμάχη τους αρχικά με τους στρατιωτικούς και στη συνέχεια με τους Πελοποννήσιους. Τον Αύγουστο του 1824 διορίσθηκε μέλος της διευθύνουσας επιτροπής του Μεσολογγίου, στη θέση του αποθανόντος Ιωάννη Τρικούπη (1750-1824) και διακρίθηκε για τις διοικητικές του ικανότητες κατά την πολιορκία της πόλης από τους Τουρκοαιγύπτιους.
Ο Ιωάννης – Ιάκωβος Μάγερ σκοτώθηκε μαζί με την οικογένειά του και την υπηρέτριά του Σάννα, κατά τη διάρκεια της Εξόδου του Μεσολογγίου, στις 11 Απριλίου 1826. Μαζί του έφερε το σπουδαίο ημερολόγιο, στο οποίο κατέγραφε τα γεγονότα του Μεσολογγίου μετά τη διακοπή της έκδοσης των «Ελληνικών Χρονικών» στις 20 Φεβρουαρίου 1824 και το οποίο χάθηκε. Το μνημείο του βρίσκεται στον Κήπο των Ηρώων του Μεσολογγίου.
Ο Μεσολογγίτης ποιητής και ακαδημαϊκός Γεώργιος Δροσίνης, προλογίζοντας την έκδοση του «Ημερολογίου της Πολιορκίας του Μεσολογγίου 1825-1826», εκ των «Ελληνικών Χρονικών του Μάγερ» έγραψε χαρακτηριστικά για τον Ελβετό φιλέλληνα:
«Ευλογημένη ας είναι η Σαλώμη Μάγερ, το γένος Στάουμπ, η οποία εζήτησε την διάζευξίν της από τον Μάγερ, και τρισευλογημένος ο πρύτανις του Πανεπιστημίου του Φρειβούργου, ο οποίος τον απέβαλεν. Αν δεν συνέβαιναν τα δύο αυτά, η Ελβετία θα είχεν έναν περισσότερον αγαθόν οικογενειάρχην και έναν περισσότερον ιατρόν ή φαρμακοποιόν, αλλά το Μεσολόγγι θα εστερείτο τον Πολύβιον της πολιορκίας του και το αίμα ενός απογόνου του Γουλιέλμου Τέλλου – κατά την δική του έκφρασιν δεν θα ανεμιγνύετο με το αίμα των ηρώων της Ελλάδος».