15.2 C
Athens
Δευτέρα 28 Απριλίου 2025

Ernst Hans Josef Gombrich, ένας αληθινός δάσκαλος της τέχνης

“Το χρονικό της Τέχνης” είναι ένα από τα πιο διάσημα και δημοφιλή βιβλία τέχνης που δημοσιεύτηκαν ποτέ. Επί 45 χρόνια έμεινε ασυναγώνιστο ως εισαγωγή στο συνολικό θέμα της τέχνης, από τις πρωϊμότερες ζωγραφιές των σπηλαίων ως τη σύγχρονη πειραματική τέχνη. Αναγνώστες κάθε ηλικίας και προέλευσης απ’ όλο τον κόσμο βρήκαν στο πρόσωπο του Gombrich έναν αληθινό δάσκαλο, που συνδυάζει τις γνώσεις και τη σοφία με το μοναδικό χάρισμα να μεταδίδει άμεσα τη δική του αγάπη για τα έργα τέχνης που περιγράφει. “Το Χρονικό της Τέχνης” οφείλει τη μοναδική δημοτικότητά του στην άμεση και απλή γραφή και στην ικανότητα του συγγραφέα να προσφέρει ένα ξεκάθαρο αφήγημα. Περιγράφει ως στόχο του “να βάλει σε κατανοητή τάξη τον πλούτο των νοημάτων, των περιόδων και των τεχνοτροπιών που συσσωρεύονται στις σελίδες των πιο φιλόδοξων έργων” και, χρησιμοποιώντας τη διαίσθησή του στην ψυχολογία των εικαστικών τεχνών, να μας κάνει να δούμε την ιστορία της τέχνης ως “συνεχή διαπλοκή και εναλλαγή των παραδόσεων, όπου κάθε έργο αναφέρεται στο παρελθόν και δείχνει το μέλλον”, “μια ζωντανή αλυσίδα που συνδέει ως σήμερα τη δική μας εποχή με την εποχή των Πυραμίδων”. Η 16η έκδοση αυτού του κλασικού έργου προορίζεται να συνεχίσει τη θριαμβευτική της πορεία ανάμεσα στις μέλλουσες γενεές και να γίνει η πρώτη επιλογή για όλους τους νεοφερμένους στον κόσμο της τέχνης.
«Το χρονικό της Τέχνης» είναι έργο του κορυφαίου Αυστριακού ιστορικού της τέχνης Ernst Hans Josef Gombrich.
Ο Έρνστ Γκόμπριχ (Ernst Hans Josef Gombrich, 30 Μαρτίου 1909 – 3 Νοεμβρίου 2001), πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής και δραστηριότητάς του στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εξέτασε την ανάπτυξη της τέχνης από την Προϊστορική τέχνη ως το μοντερνισμό και θεωρείται ο μεγαλύτερος θεωρητικός της ιστορίας της τέχνης. Γεννήθηκε στη Βιέννη, σε οικογένεια εβραϊκής προέλευσης και ενεργό πνευματικό περιβάλλον. Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος και πρώην συμμαθητής του Χούγκο φον Χόφμανσταλ, ενώ η μητέρα του ήταν πιανίστρια και πρώην μαθήτρια του Άντον Μπρούκνερ, ενώ συνδεόταν με τον Άρνολντ Σένμπεργκ, τον Γκούσταβ Μάλερ και τον Γιοχάνες Μπραμς. Μετά τη φοίτησή του στο Γυμνάσιο Theresianum και τις ακαδημαϊκές του σπουδές στo Πανεπιστήμιο της Βιέννης, ο Γκόμπριχ ξεκίνησε την ακαδημαϊκή και ερευνητική σταδιοδρομία του το 1936 ως ερευνητής στο Ίδρυμα Warburg (ερευνητικό κέντρο για θέματα τέχνης του Πανεπιστημίου του Λονδίνου). Από το 1956 ως το 1975, υπήρξε διευθυντής του ιδρύματος.
Το πρώτο βιβλίο του «Eine kurze Weltgeschichte für junge Leser» (Μικρή ιστορία του κόσμου, το μόνο που δεν έγραψε στα αγγλικά), δημοσιεύθηκε στη Γερμανία το 1936. Υπήρξε εξαρχής εξαιρετικά δημοφιλές και μεταφράστηκε σε διάφορες γλώσσες, αλλά δεν ήταν διαθέσιμο στα αγγλικά έως το 2005. Το Χρονικό της Τέχνης, που δημοσιεύτηκε αρχικά το 1950 (σήμερα στην 16η έκδοσή του) θεωρείται ένα παγκόσμιο έργο κριτικής και μια από τις πιο προσιτές εισαγωγές στην τέχνη και στο design. Αρχικά προορισμένο για αναγνώστες νεαρής ηλικίας, έχει πωληθεί σε εκατομμύρια αντίτυπα και έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες.

Marcel Duchamp

«Το Χρονικό της Τέχνης» είναι ένα από τα πιο διάσημα και λαοφιλή βιβλία τέχνης που δημοσιεύτηκαν ποτέ. Επί 45 χρόνια έμεινε ασυναγώνιστο ως εισαγωγή στο συνολικό θέμα της τέχνης, από τις πρωϊμότερες ζωγραφιές των σπηλαίων ως τη σύγχρονη πειραματική τέχνη. Αναγνώστες κάθε ηλικίας και προέλευσης απ’ όλο τον κόσμο βρήκαν στο πρόσωπο του Gombrich έναν αληθινό δάσκαλο, που συνδυάζει τις γνώσεις και τη σοφία με το μοναδικό χάρισμα να μεταδίδει άμεσα τη δική του αγάπη για τα έργα τέχνης που περιγράφει. Με άμεση και απλή γραφή, αποτελεί ένα ξεκάθαρο αφήγημα, θέτοντας με λιτή σοφία σε τάξη «τον πλούτο των νοημάτων, των περιόδων και των τεχνοτροπιών που συσσωρεύονται στις σελίδες των πιο φιλόδοξων έργων» και, χρησιμοποιώντας τη διαίσθηση του συγγραφέα στην ψυχολογία των εικαστικών τεχνών, μας κάνει να δούμε την ιστορία της τέχνης ως «συνεχή διαπλοκή και εναλλαγή των παραδόσεων, όπου κάθε έργο αναφέρεται στο παρελθόν και δείχνει το μέλλον», «μια ζωντανή αλυσίδα που συνδέει ως σήμερα τη δική μας εποχή με την εποχή των Πυραμίδων».
Ο όρος appropriation (ιδιοποίηση) εγείροντας ερωτήματα πρωτοτυπίας και αυθεντικότητας, ανήκει στη μακρά μοντερνιστική παράδοση της τέχνης, ενώ συνδέεται και ανιχνεύεται ήδη στα κυβιστικά κολλάζ και τις κατασκευές του Πάμπλο Πικάσο και του Ζορζ Μπρακ που πραγματοποιήθηκαν από το 1912 και μετά, περιλαμβάνοντας πραγματικά αντικείμενα όπως εφημερίδες που αναπαριστούσαν τον εαυτό τους.

Ζoρζ Μπρακ

Η συγκεκριμένη πρακτική, που κατάγεται από τον κυβισμό και τον ντανταϊσμό, αναπτύχθηκε ακόμη περισσότερο στα ready mades του Marcel Duchamp από το 1915 και εξής, ενώ ο σουρεαλισμός με σημαντικούς εκπροσώπους του όπως ο Νταλί, άντλησε εικόνες και επινοήσεις από αντίστοιχα πεδία. Σημαντικό ρόλο στις αναζητήσεις που ακολούθησαν έπαιξε το δοκίμιο του 1934 του Γερμανού φιλοσόφου Walter Benjamin «The Work of Art in the Age of Mechanical Reproduction». Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, η ιδιοποίηση εμφανίστηκε επίσης εκτενώς σε έργα των Jasper Johns και Robert Rauschenberg καθώς και στην ποπ αρτ. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε ευρύτερα ως αναφορά σε ορισμένους Αμερικανούς καλλιτέχνες της δεκαετίας του 1980, όπως οι Jeff Koons και Sherrie Levine, που αναπαρήγαγε ως δικά της άλλα έργα τέχνης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των Monet και Malevich, με στόχο να πυροδοτήσει ένα νέο νόημα ή σύνολο νοημάτων για μια οικεία εικόνα. Σημαντική θεωρητική υποστήριξη στα παραπάνω, παρείχε η Αμερικανίδα κριτικός Rosalind Krauss μέσω του βιβλίου της «The Originality of the Avant-Garde and Other Modernist Myths» (1985).

Robert Rauschenberg

Σε κάθε περίπτωση, τα έργα της παρούσας έκθεσης, αποτελούν περισσότερο διαλογικές σχέσεις, εκλεκτικές συγγένειες και ανιχνεύσεις, παρά «ιδιοποιήσεις» γνωστών έργων. Η αναφορά σε ένα αγαπημένο έργο συντελείται εδώ με πολλούς διαφορετικούς τρόπους όπως ο επανασχεδιασμός ή ανάκλαση μιας εικόνας ή φόρμας, η αποδόμηση και επαναδόμησή της, η αναδιάταξη και η ανατροπή, το οργανικό κολλάζ και τα επάλληλα παιχνίδια της ψευδαίσθησης, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ο εστιασμός σε κάποιο αναγνωρίσιμο στοιχείο της (κοσμητικά μοτίβα, χαρακτηριστικά χρώματα ή τεχνοτροπία, αρχιτεκτονικά μέλη, ενδύματα και κοσμήματα, μαλλιά, όπλα, σκεύη και άλλα), αντλώντας με ερευνητικό βλέμμα, απολαυστική έμπνευση αλλά και τρυφερό χιούμορ από την πολύτιμη ενδοχώρα της παγκόσμιας τέχνης, χωρίς να αποσκοπούν στην αυτούσια απόδοση και αντιγραφή.

Jasper Johns

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -