19.4 C
Athens
Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025

Βύσσινο γλυκό…

Γράφει η Μαρία Γίτσα

Μια εποχή σαν κι αυτή. Μεσημέρι Σαββάτου, ο γάτος φτάνει τρέχοντας από τη βεράντα. Στέκεται στην πόρτα και περιμένει. Όλοι καταλαβαίνουν πως έρχεται. Ακούγεται το αμάξι. Η μηχανή σβήνει. Βήματα στη σκάλα. Ο γάτος κορδωμένος εκεί, στέκεται με τα μάτια του καρφωμένα στα κλειδιά. Η πόρτα ανοίγει και μπαίνει φορτωμένος με ψώνια ο πατέρας. Είναι εξάλλου η μέρα που το επιβάλλει. Το πρώτο χάδι ανήκει στο γάτο, ο οποίος ανασηκώνεται στα δύο πόδια δηλώνοντας την προσμονή του και τη χαρά του ερχομού του. Δεν θα επιτρέψει σε κανέναν να του πάρει τα πρωτεία. Με τις βαριές και γεμάτες σακούλες, ο πατέρας κατευθύνεται στην κουζίνα. Ο γάτος από πίσω, με την ουρά να λικνίζεται αργά στον ουρανό. Μπλέκεται και χαϊδεύεται στα πόδια, γουργουρίζει ενώ πρόθυμα απαντάει στα γλυκόλογα που του λέει εκείνος. Τα καλούδια πολλά, φρούτα, ζαρζαβατικά, κρέας και… “Έφερα βύσσινα για γλυκό”. Η μητέρα σηκώνει το ακουστικό και σχηματίζει το γνώριμο αριθμό. “Ήρθαν τα βύσσινα, έλα”. Το ακουστικό κλείνει. Το τραπέζι στρώνεται για να φάει η οικογένεια. Μετά το τέλος του φαγητού τα πιάτα μαζεύονται για ν’ αρχίσει η προετοιμασία. Τα βύσσινα πλένονται πολύ καλά και τοποθετούνται σε μεγάλο ταψί πάνω στο τραπέζι. Πορφυρό χρώμα, πράσινα κοτσάνια, μικρά φυλλαράκια που ξεπροβάλλουν εδώ κι εκεί, στάλες που ξέμειναν ώστε το φως του ήλιου που μπαίνει από το ανοιχτό παράθυρο, να σχηματίζει περίεργους ιριδισμούς. Η μεγάλη κατσαρόλα παίρνει τη θέση της στο κέντρο του τραπεζιού. Τότε ακριβώς είναι που ακούγεται η βαριά σιδερένια πόρτα από την απέναντι αυλή να κλείνει… Μα πώς το ήξερε…

 

 

Αναρωτιούνται… Ο γάτος τρέχει στο παράθυρο και μετά στην πόρτα. Ένας ακόμα επισκέπτης. Έρχεται η γιαγιά. Με βήμα αργό. Μπαίνει στο σπίτι, λαμβάνει τη θέση της στο τραπέζι κι αρχίζει… Η οικογένεια σιγά σιγά αποσύρεται, μόνο ο γάτος μένει εκεί, σιμά της, για συντροφιά. Δύο κιλά ζάχαρη για δύο κιλά βύσσινα. Ανοίγει τα δύο χάρτινα κουτιά ζάχαρη και φφφσσσσσσσσ… Λευκή, λευκή σχηματίζει ένα βούνο μέσα στην κατσαρόλα. Σειρά έχουν τα σύνεργα… Από τη μαγική της τσέπη βγάζει το σακουλάκι που έχει φυλαγμένες τις μαύρες φουρκέτες της μάνας της…  “Είναι οι καλύτερες, όχι αυτές που βγάζουν τώρα στο εμπόριο”, συνήθιζε να λέει… Κάτι τόσο μικρό, όμως για εκείνη έχει τόση αξία. Παίρνει το πρώτο βύσσινο, η φουρκέτα, από την κλειστή της πλευρά, μπαίνει με προσοχή στον καρπό και βγάζει το κουκούτσι, χωρίς να τον λιώνει. Έπειτα ρίχνεται στη ζάχαρη… Νέος καρπός, νέο κουκούτσι κι ευθύς στην κατσαρόλα… Στα χέρια σχηματίζονται αυλάκια από πορφυρούς χυμούς, το ίδιο και στη ζάχαρη που από λευκή γίνεται κόκκινη σιγά σιγά… Θέλει προσοχή γιατί μπορεί να βάψει το ρούχο… Δεν είναι λίγες οι φορές που γεμίζουν, ακόμα και τα ελαφρώς στραβά βαλμένα γυαλιά της, από τους χυμούς… Δεν το βλέπει… Δεν τη νοιάζει… Μόνο το γλυκό να βγει καλό… ένα ένα βύσσινο… ένα ένα κουκούτσι… δύο κιλά ζάχαρη για δύο κιλά βύσσινα. Επόμενο βήμα, γρήγορο πλύσιμο χεριών γιατί πότισαν από το χρώμα… δεν βγαίνει αμέσως… αντίθετα, αλλάζει χρώμα, γίνεται πιο μαύρο αλλά τι πειράζει… το γλυκό πρώτα. Η κατσαρόλα τοποθετείται στην κουζίνα. Το μείγμα ανακατεύεται. Ύστερα από λίγο αρχίζει να αφρίζει. Με τη μεγάλη κουτάλα υπομονετικά, ακίνητη, όρθια από πάνω να το ξαφρίζει… “Έτσι πρέπει να περιμένεις, να το ξαφρίσεις κι έπειτα να το δοκιμάσεις”.  Ενα μικρό πιατάκι σιμά, μ’ ενα κουτάλι… Η πρώτη δοκιμή.  “Παίρνεις σιρόπι στο κουτάλι, όταν αυτό πήξει και πέφτει στάλα στάλα στο πιάτο τότε το γλυκό σου έχει δέσει”. Μιλάει στο γάτο, που την κοιτάει αποσβολωμένος, ενώ η μύτη του πιάνει μυρωδιές αλλιώτικες. Κατεβάζει την κατσαρόλα από τη φωτιά και περιμένει να κρυώσει λίγο πριν δοκιμάσει για πρώτη και τελευταία φορά το γλυκό που έφτιαξε… Ένα κουταλάκι φτάνει για να φέρει χαμόγελο στα χείλη. Το γλυκό τοποθετείται σε βαζάκια κι απευθείας στο ψυγείο… Καθώς το σπίτι έχει πλυμμηρίσει από ευωδιές, ξεπορτίζουν, ο καθένας από το δωμάτιό του, όπως τα σαλιγκάρια την άνοιξη, για να δοκιμάσουν το γλυκό… Επιφωνήματα χαράς κι απόλαυσης… Εκείνη χαμογελάει… Τους φιλάει όλους και σιωπηλή μα τόσο ικανοποιημένη, με τις μαγικές φουρκέτες στην τσέπη, αποσύρεται… Μόνο ο γάτος μένει στο παράθυρο να βλέπει τη σιδερένια πόρτα να κλείνει και τη φιγούρα της να χάνεται στο μικρό κηπάκι…

Η Μαρία Γίτσα είναι ηθοποιός.

Πίνακας: Window cat. Nicole Wong,

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -