Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Είχα την εντύπωση πως άκουγα να έρχεται ο ενθουσιώδης παφλασμός των κυμάτων καθώς σπάνε στην προκυμαία του Θερμαϊκού μαζί με τον ήχο της θαλάσσιας αύρας του δειλινού που πλησιάζει περνώντας ανάμεσα από τα κλαδιά των πεύκων. Θα μπορούσε να είναι μόνον η ιδέα μου. Δεν ήταν όμως…
Είχα απέναντί μου μια βέρα Θεσσαλονικιά. Με γνώση και επιείκεια για τους ανθρώπους. Μια γυναίκα με απίστευτο δυναμισμό, ωραία και δραστήρια. Ταυτόχρονα τρυφερή και με φιλόξενα αισθήματα. Παρακολουθούσα την Τατιάνα Λύγαρη να σερβίρει με τρόπο κομψό το τσάι της και να απλώνεται νωχελικά στον αναπαυτικό καναπέ. Μια ηθοποιός, μια σκηνοθέτις, ένας άνθρωπος στοχαστικός. Εκφράζει την παλαιότητα και τη μοναδικότητα του αιωνίως καινούργιου. Έχεις την αίσθηση ότι οι ιδέες χορεύουν αενάως γύρω της και αυτή τις αρπάζει με άνεση.
Το αριστοκρατικό της χέρι, χέρι μιας Άννα Καρένινα, επιλέγει με σοφία και κατόπιν χαρίζει. Η Τατιάνα Λύγαρη, τόσα χρόνια τώρα στο Τρένο στο Ρουφ, μαθαίνει από τα όνειρά της, όπως άλλοι μαθαίνουν από τα σφάλματά τους. Τα χρωματίζει με εικόνες, τα νανουρίζει, τα περιστρέφει, τα επιχρυσώνει με τον αττικό ήλιο και τη χαρά της ψυχής της. Μένει αθεράπευτη με την τέχνη.
Επαναστάτρια και πεισματάρα. Συνετή αλλά και ριψοκίνδυνη. Προβληματίζεται, ανησυχεί, αγωνιά, αγχώνεται, παθιάζεται, πονάει. Το Τρένο της έχει εισχωρήσει στις συνήθειές μας, δεν υπάρχει τρόπος να το αποχωριστούμε. Μας κάνει πιο φιλότεχνους, άρα πιο ανθρώπινους. Μας κάνει να βρίσκουμε ένα λόγο επιπλέον, ένα απόθεμα ανάσας για να περιπλανιόμαστε και να αντέχουμε. Όσο ακόμα υπάρχουν κυρίες του θάρρους σαν την Τατιάνα των ανέφελων νεφών, αύριο δεν θα βαραίνουν τα βλέφαρα στα κουρασμένα μου πόδια. Θα θέλω να συνεχίσω την περιπλάνηση. Γιατί τουλάχιστον θα υπάρχει μια βεβαιότητα, η βεβαιότητα που δίνει την ανεπανόρθωτη αθωότητα στα πράγματα γύρω μας…
Διαβάστε τη συνέντευξη.
Φωτογραφίες: cat is art
* Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη. Είναι όλη μου η ζωή η Θεσσαλονίκη. Ό, τι έχω κουβαλήσει στη ζωή μου, το χρωστάω στη Θεσσαλονίκη, στην πόλη και στην οικογένεια και κυρίως στη γυναικεία πλευρά της οικογένειας, τη γιαγιά, τη μητέρα. Σ’ αυτά τα δύο σκέλη, σ’ αυτά τα δύο κομμάτια της ζωής μου, νομίζω χρωστάω αυτό που είμαι και αυτά τα πράγματα για τα οποία είμαι περήφανη. Tις αποσκευές μου από παιδί, τις χρωστάω στην πόλη μου και στην οικογένειά μου. Η Θεσσαλονίκη είναι όλη η ζωή μου που έζησα μέχρι τα 25 μου χρόνια, οι σπουδές μου, οι φίλοι μου. Στην Αθήνα συνεχίζω να νιώθω επισκέπτης και μάλιστα όχι βολεμένος επισκέπτης, μετέωρος επισκέπτης. Δεν τη συνήθισα την πόλη. Σχεδόν ακόμα δεν έχω εγκλιματιστεί, και επειδή έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια, πάνω από 20, σημαίνει ότι μάλλον δεν θα εγκλιματιστώ ποτέ! Παρ’ όλα αυτά την καριέρα μου, την πορεία της ζωής μου και τα σημαντικότερα πράγματα που έχω κάνει, επαγγελματικά τουλάχιστον, τα χρωστάω στην πόλη αυτή, στην Αθήνα…
Η καταγωγή μου
* Η καταγωγή μου είναι ένα κομμάτι από τον Πόντο, λόγω της γιαγιάς μου, για την οποία επίσης είμαι πάρα πολύ περήφανη και τα άλλα τρία τέταρτα είμαι Μακεδόνισσα. Δηλαδή η καταγωγή από τον παππού είναι από το Δοξάτο της Δράμας και εγώ γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, στο κέντρο, στη Διαγώνιο, εκεί όπου έβγαλα το σχολείο, σπούδασα στη Νομική, τελείωσα το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και υπήρξα σαν ηθοποιός κάποια χρόνια.
Νομική
* Με προορίζανε οικογενειακώς είτε για να κάνω μια πανεπιστημιακή σταδιοδρομία, την οποία κι εγώ… φλέρταρα, ως ένα βαθμό, είτε να ακολουθήσω μια καριέρα δικηγόρου ή συμβολαιογράφου. Όμως όταν μπήκα στο πανεπιστήμιο, ήδη από τα πρώτα μαθήματα που παρακολούθησα, κατάλαβα ότι στο επάγγελμα του δικηγόρου -ευτυχώς το κατάλαβα νωρίς- δεν θα μπορούσα σε καμία περίπτωση να υπάρξω.
Πώς έγινα ηθοποιός
* Τώρα πώς βρέθηκα, πώς έγινα ηθοποιός, νομίζω πως υπήρξε από κάτω ένα νήμα το οποίο ξετυλιγόταν αργά, χωρίς να το καταλαβαίνουν οι γύρω μου, ήδη από το σχολείο και από το γυμνάσιο, εξατάξιο έβγαλα βέβαια, όπου ήμουν πολύ καλή μαθήτρια σε όλα, ήμουν αριστούχος όταν τέλειωσα, πάντα είχα μία κλίση στις τέχνες.
Δραματική σχολή
* Ανέβαζα παραστάσεις στο σχολείο, εξέδιδα εφημερίδα, γέμιζα τους τοίχους με φωτοτυπημένους πίνακες γιατί ήθελα να βλέπουν οι συμμαθητές μου τους ζωγράφους και να τους μαθαίνουν. Στις γιορτές αναλάμβανα την ποίηση, τη λογοτεχνία, διαβάζαμε έργα, ανεβάζαμε παραστάσεις, γράφαμε στην εφημερίδα κείμενα, δηλαδή υπήρχε όλο αυτό το κομμάτι το οποίο ήταν ταυτόχρονα και λογοτεχνικό και φιλολογικό και πολιτιστικό και καλλιτεχνικό. Όταν λοιπόν βρέθηκα στη Νομική και συνειδητοποίησα ότι η σκέψη εκεί είναι τελείως διαφορετική και άλλους δρόμους ακολουθεί το μυαλό σε αυτές τις επιστήμες, κατάλαβα ότι δεν θα μπορέσω να την ακολουθήσω. Αποφάσισα λοιπόν να πάω να δώσω στη δραματική σχολή, λέγοντας σε όλους, και ίσως και στον εαυτό μου, ένα ψεματάκι ότι πάω για επιμόρφωση, γιατί μου αρέσουν πάρα πολύ τα θεωρητικά μαθήματα που γίνονται στη δραματική σχολή. Αλλά μπαίνοντας στη δραματική σχολή, ήδη από το πρώτο έτος κατάλαβα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να κάνω κάποιο άλλο επάγγελμα στη ζωή μου, ήταν πια ξεκάθαρο και ήταν πολύ στοχευμένος ο δρόμος, τον οποίο θα ακολουθούσα από εκεί και έπειτα.
Παράλληλες ράγες
* Δεν θα έλεγα ότι υπήρξα επαγγελματίας χορογράφος, απλώς ξεκίνησα από νωρίς, έχω κάνει μαθήματα χορού και για ένα διάστημα, τα πρώτα χρόνια στη Θεσσαλονίκη, όντως χορογραφούσα σε παιδικούς θιάσους και σε ερασιτεχνικές ομάδες, χορογραφούσα επίσης στο Μαθητικό Πειραματικό Θέατρο. Μάλιστα το «Πειραματικό» έβγαλε πολλούς καλλιτέχνες, νεότερους βέβαια από εμένα, όπως είναι ο Θωμάς Μοσχόπουλος, ο Γιώργος Κορμανός, η Δήμητρα Καλπάκη. Συνεργαζόμασταν τότε με τη Θέσια Παναγιώτου, με τον ηθοποιό Κώστα Αποστολίδη και άλλους καλλιτέχνες. Υπήρξε μία σειρά συνεργατών που βγήκαν μετά στο θέατρο και που ήταν μαθητές τότε. Σε αυτό το σχήμα εγώ χορογραφούσα και σε παιδικούς θιάσους της Θεσσαλονίκης. Όπως επίσης δίδασκα σε μία σχολή μανεκέν, τους έκανα βάδισμα και γυμναστική, είχα τη διδασκαλία της σωματικής κίνησης. Αυτό είναι ένα κομμάτι, που σχεδόν το έχω ξεχάσει, ούτε κανείς φαντάζεται ότι έχω περάσει και από αυτό, γιατί πήρε μετά τελείως άλλη τροπή η καριέρα μου. Επομένως είναι κάτι το οποίο απλώς μου έδωσε κάποια εφόδια, όταν τελικώς η σκηνοθεσία μπήκε στην καλλιτεχνική μου ζωή, να μπορώ να βοηθιέμαι, να έχω δηλαδή ένα μάτι σ’ αυτά τα πράγματα καλύτερο και πιο διεισδυτικό σε σχέση με την κίνηση.
Μηχανή έλξης
* Υπάρχουν δύο Τατιάνες, ίσως υπάρχει έτσι κάτι διπλό στην προσωπικότητά μου, κάτι αντιφατικό… κι εγώ πολλές φορές το ψάχνω στον εαυτό μου αλλά σίγουρα υπάρχει και βγαίνει προς τα έξω σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μου. Το ένα είναι το κομμάτι της συντηρητικότητας, ας το πούμε έτσι, του σωστού, του μέτρου, του ορθολογικού, του καθώς πρέπει, αυτό που λέμε ορθό. Και υπάρχει και η άλλη Τατιάνα που είναι το ριζοσπαστικό, το προχωρημένο, το περίεργο, το ανάποδο, το επαναστατικό, το διαφορετικό, το ανατρεπτικό. Δεν φαίνεται το δεύτερο, υπάρχει όμως και είναι από μέσα και δουλεύει. Η προφανής εικόνα που εισπράττει κανείς από εμένα είναι η πρώτη, η καθώς πρέπει, ήμουν το καθώς πρέπει κορίτσι, τώρα πια κυρία. Από εκεί κι έπειτα υπάρχει αυτό το άλλο, το οποίο είναι κάτι σαν κινητήριος δύναμη, αυτό που λέτε η έλξη στο βαγόνι, το κάρβουνο στη μηχανή. Όπου βρίσκομαι, όπου σταθώ κι όπου βρεθώ, σκέφτομαι. Μου αρέσει να επινοώ πράγματα τα οποία να είναι δημιουργικά, καινοτόμα -εντάξει δεν ανακάλυψα βέβαια και την πυρίτιδα- αλλά πράγματα τα οποία να μην είναι συνηθισμένα, και τα οποία να έχουν ένα νόημα, ένα λόγο να γίνονται. Ένα λόγο ο οποίος πάντα να έχει σχέση με το τι προάγει, τη σκέψη, την ευαισθησία, την αισθητική, την καλλιέργεια, τη μόρφωση, την ωριμότητα, όλα αυτά. Λοιπόν αυτή η διαδικασία σκέψης μου έχει γίνει λίγο σαν εμμονή, είναι όμως και λίγο σαν εθισμός.
Αδιάκοπο παιχνίδι
* Όλα αυτά είναι σαν παιχνίδι για εμένα κι είναι η ζωή μου αυτή. Έτσι προκύπτουν ιδέες που οι περισσότεροι λένε ότι είναι πολύ δημιουργικές … Έχω όμως ένα μειονέκτημα, αυτές τις δημιουργικές ιδέες, αφού τις γεννήσω και σκεφτώ να τις υλοποιήσω, μετά δεν ξέρω να τις πακετάρω πλέον. Δεν γνωρίζω πώς να τις προβάλω, να τις προωθήσω, πώς να τις αξιοποιήσω και πώς αυτές μπορούν να φτάσουν να αποδώσουν στο maximum των δυνατοτήτων τους. Άρα λοιπόν γεννάω την ιδέα, κάπως την υλοποιώ ως ένα σημείο κι αμέσως μετά μου έρχονται άλλες τρεις πέντε ιδέες και θέλω κι αυτές να τις υλοποιήσω και πάει λέγοντας…
Γέφυρες – συνδέσεις – επαφές
* Η πρώτη σκέψη που μου έρχεται στο μυαλό είναι ότι μάλλον είναι μεμονωμένοι κρίκοι μιας αλυσίδας. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί είναι μια μοναχική πορεία η πορεία μου, είναι μια πορεία που είχε το σεβασμό και την αποδοχή των γύρω, δεν είχε όμως μια ουσιαστική ώθηση ή κάλυψη ή προσφορά. Ξέρω ότι ο καλλιτεχνικός χώρος με σέβεται. Νιώθω ότι με σέβεται. Στην πλειονότητά του. Δεν νιώθω όμως ότι μου χαρίστηκε. Δούλεψα πάρα πολύ σκληρά και πολύ μόνη μου. Δεν παραπονιέμαι γι’ αυτό γιατί το επέλεξα. Είμαι γενικά μοναχικό άτομο. Δεν μου αρέσουν οι πολλές συναναστροφές χωρίς λόγο και οι παρέες χωρίς έναν κοινό στόχο ή ένα κοινό αντικείμενο. Κάνουμε μία παρέα για να βγάλουμε ένα έργο, μια δουλειά, πάντα δηλαδή υπάρχει ένας λόγος κάτω από τα πράγματα. Αυτό το πολύ χύμα δεν μου αρέσει, όμως δυστυχώς πάρα πολλά πράγματα γεννιούνται από μία ωραία παρέα, αυτό λοιπόν εγώ το έχω χάσει στη ζωή μου. Περνώντας τώρα τα χρόνια και κάνοντας τους απολογισμούς μου, νομίζω ότι ήμουν πολύ αυστηρή σ’ αυτό το κομμάτι. Απομονώθηκα πολύ. Ήμουν αυστηρή με τον εαυτό μου, αυστηρή με τους γύρω μου, απαιτούσα από τους γύρω μου να είναι στο δικό μου… μήκος κύματος.
Αυστηρή
* Ήμουν πολύ αυστηρή, δεν χρώσταγε ο καθένας να είναι έτσι αυστηρός και μονίμως σε ένα πρέπει γιατί εμένα το πρέπει κυριάρχησε και κυριαρχεί στη ζωή μου και είναι καταδυναστευτικό. Είναι ασφυκτικό να είσαι μονίμως με ένα πρέπει. Οπότε κανείς άλλος δεν θέλει να συμπορευθεί με αυτό. Άρα ακολούθησα ένα δικό μου δρόμο, γι’ αυτό και πραγματικά σε κάτι που έχω πολύ μεγάλη ευαισθησία είναι, αν κάποιος μη γνωρίζοντας την πορεία μου ή παραποιώντας ηθελημένα ή όχι γεγονότα και καταστάσεις, μπορεί να πει «της Λύγαρη της χαρίστηκε κάτι ή στηρίχτηκε ενώ δεν το άξιζε ή δεν έκανε κάτι μόνη της». Θεωρώ ότι έχω τα εύσημα ή τα παράσημα αυτής της μοναχικής πορείας. Βεβαίως στο δρόμο που ακολούθησα υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι εκτίμησαν το έργο μου και κάποια στιγμή με στήριξαν. Για όνομα του Θεού, δεν το αρνούμαι… Αλλά θεωρώ ότι η όλη μου πορεία στη ζωή ήταν πάνω στα δικά μου πόδια και θέλω αυτό το γεγονός να μου το αναγνωρίζουν κι όταν δεν το αναγνωρίζουν το θεωρώ κακόβουλο και ψευδές.
Αφύλακτες διαβάσεις
* Πάλι επανέρχομαι σ’ αυτή τη διττή πλευρά του χαρακτήρα μου… Aν σκεφτώ τι τρελά πράγματα έχω κάνει στη ζωή μου, ενώ δεν έχω μεθύσει ποτέ, δεν καπνίζω, δεν έχω πάρει ναρκωτικά, δεν έχω ανέβει τα Ιμαλάια, δεν έχω πάει σε ριψοκίνδυνες αποστολές… Παρ’ όλα αυτά το ρίσκο και ο κίνδυνος έχουν υπάρξει στη ζωή μου. Καλή ώρα ξεκινάς μια δουλειά μην έχοντας ούτε ένα ευρώ στην άκρη και λες ότι «εγώ θα φέρω ένα θίασο από τη Ρωσία, θα παίξουμε στο τάδε θέατρο και θα τους φιλοξενήσω 15 μέρες και τα έξοδα είναι…» και έχεις ένα ευρώ. Πώς το κάνεις; Πώς ξεκινάς; Πώς παίρνεις μία μέρα ένα αεροπλάνο που, επειδή δεν είχα και χρήματα, δεν μπορούσα να πάρω την Aeroflot και πήρα την Vnukovo Airlines, ξαφνικά δεν ξέρω πού βρέθηκα, κατέβηκα σε ένα στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ρωσίας, νύχτα, να μην ξέρω πού βρίσκεται αυτό το αεροδρόμιο χαμένο στα βάθη της Ρωσίας για να πάω να παίξω την «Άννα Καρένινα», το 1996.
«Λαχτάρα για Κεράσια»
* Είναι μερικά πράγματα που δεν μπορώ και να τα πω, αλλά γελάω γιατί έχω κάνει πολλά ανάλογα στη ζωή μου, τώρα που τα σκέφτομαι. Όπως όταν αποφάσισα να ανεβάσω τη «Λαχτάρα για Κεράσια», το πρώτο θεατρικό στο Τρένο.
Daniel Olbrychski
* Μου αρνήθηκαν τότε περισσότεροι από δέκα Έλληνες σκηνοθέτες να το σκηνοθετήσουν. Μην έχοντας άλλη λύση -τότε εγώ δεν σκηνοθετούσα, ούτε καν είχα σκεφτεί να σκηνοθετήσω- μου ήρθε στο μυαλό ο Daniel Olbrychski. Πώς βρέθηκα, την άλλη κιόλας ημέρα στη Βαρσοβία να είμαι με τον Olbrychski στην κεντρική πλατεία της Βαρσοβίας -βέβαια εμένα δεν με ήξερε κανένας- να μας αποθεώνει το πλήθος; Πώς βρέθηκα να τον έχω βρει και να τον έχω κλείσει για να έρθει στην Ελλάδα να σκηνοθετήσει ένα έργο; Με την ίδια λογική έγινε και το Τρένο στο Ρουφ. Μια πλήρης άγνοια!
Tι είναι ένα βαγόνι;
* Είπα «θα βρω ένα βαγόνι». Τι είναι ένα βαγόνι; Πώς θερμαίνεται ένα βαγόνι; Πώς μπαίνει ο κόσμος μέσα; Πώς γίνεται νόμιμος ένας χώρος που είναι τρένο; Πώς φυλάσσεται; Πώς κατασκευάζεται; Πώς; Όλα αυτά όμως με δύο τρεις τεχνίτες, δηλαδή όταν λέω μόνη μου, μόνη μου! Και με δύο τρεις ανθρώπους που ήταν μαραγκοί, σιδεράδες…
Μια άλλη Τατιάνα
* Ένας άλλος άνθρωπος, μια άλλη Τατιάνα, η οποία πριν έβαζε το ξυπνητήρι να σηκωθεί για να πάει να πληρωθεί την ανεργία της ως ηθοποιός και δεν σηκωνόταν, γιατί δεν ξυπνούσε το πρωί. Και ξαφνικά βρέθηκε να είναι 6.00 ώρα χάραμα στο Ρουφ με τους ανθρώπους του ΟΣΕ γιατί έπρεπε να ανεβούμε πάνω στην κολόνα και να τραβήξουμε ένα καλώδιο. Αυτά κι εγώ δεν ξέρω πώς… Η μία Τατιάνα βάζει προκλήσεις στην άλλη Τατιάνα και διαρκώς θέλω να ξεπερνάω τους στόχους μου.
Δικλίδες ασφαλείας
* Το ρεπερτόριο στο Τρένο δεν είχε και δεν έχει δικλίδες ασφαλείας ποτέ! Γιατί ποτέ δεν θα σκεφτώ να κάνω μια επανάληψη που είχε επιτυχία. Γιατί να το κάνω, δεν έχω λόγο. Δεν κάνω θέατρο για να βγάλω χρήματα. Άρα γιατί να κάνω κάτι που είχε επιτυχία; Το είδε ο κόσμος, πολύ ωραία τελείωσε, εγώ θέλω να κάνω κάτι άλλο, κάτι καινούργιο, να προσφέρω κάτι που είναι σύγχρονο, που είναι για τους σημερινούς θεατές, όχι για τους θεατές που ήταν πριν από δώδεκα χρόνια ή πριν από δεκαπέντε. Επίσης δεν καταλαβαίνω γιατί να ανεβάσω ένα έργο που κάποιος άλλος το έκανε προχθές κάπου παραδίπλα. Άρα λοιπόν προσπαθώ μονίμως να βρω κάτι άλλο, όσο το δυνατόν μέσα στο πλαίσιο του δυνατού βέβαια, διότι δεν είναι δυνατόν συνέχεια να είναι μια παρθενογένεση όλα.
Ευρηματικότητα
* Πάντα αυτό που θα διαλέξω έχει να κάνει με το προσωπικό μου ταξίδι, το οποίο όμως δεν είναι ερήμην του περιβάλλοντος και της εποχής που ζω και της χρονικής στιγμής που βιώνουμε όλοι μας γιατί κι εγώ είμαι μέρος αυτού του συνόλου, άρα τυχαίνει αυτό που εκείνη τη στιγμή ενδιαφέρει εμένα, να ενδιαφέρει και το σύνολο διότι κι εγώ ως μέρος του συνόλου βιώνω αυτή την κατάσταση. Η επιλογή του έργου, δεν έχει να κάνει με εμπορικότητα, δεν έχει να κάνει με συρμό, δεν έχει να κάνει με μόδες, δεν έχει να κάνει με επιτυχία.
Μια κωμωδία
* Όλοι φέτος με παρακαλούσαν «βρες μια κωμωδία και παίξε κι εσύ», επειδή επίσης κανείς δεν φαντάζεται την κωμική Τατιάνα, γιατί υπάρχουν κι αυτά τα δύο, είμαι μια δραματική ντάμα και μία κωμική ηθοποιός. Λοιπόν, κι εγώ αυτή τη σκέψη την έχω βάλει στην άκρη, υπέρ μιας επιλογής έργων που πιστεύω ότι αυτή τη στιγμή χρειάζεται ο κόσμος για να ξεπεράσει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Αυτό όμως είναι πολύ αντιεμπορικό κι είναι κάτι το οποίο πολύ λίγοι άνθρωποι θα το σκεφτούν. Κανείς δεν θέλει να μπει σε μία τέτοια στενάχωρη και πιεστική κατάσταση που βιώνουμε όλοι, να μπει στη διαδικασία της σκέψης και μάλιστα της δημιουργικής σκέψης, γιατί αυτή πονάει, γιατί σκάβεις μέσα βαθιά στον εαυτό σου να δεις τα προβλήματά σου, τις ενοχές σου, τα λάθη σου, για να μπορέσεις να βελτιώσεις τα πράγματα, να δεις τι φταίει, πού πας, τι γίνεται. Γι’ αυτό και πέρυσι με το «Καβούκι του Ελέφαντα» και φέτος με την επιλογή τελικώς που γίνεται στο Τρένο, παρουσιάζουμε υπαρξιακά έργα που έχουν να κάνουν με το ποιοι είμαστε, πού βρισκόμαστε, ποιος είναι ο περίγυρος, η γνωριμία με τον εαυτό μας, πού πηγαίνουμε, τι ταξίδι κάνουμε στη ζωή, ποιοι είμαστε, το γνώθι σαυτόν…
Τρέχω με χίλια
* Το «Καβούκι του Ελέφαντα» ήταν ακριβώς αντίστοιχο. Δεν θα έλεγα ότι ήταν κάτι εμπορικό με την έννοια ότι όλοι πασχίζουν αυτή τη στιγμή να μάθουν ποιοι είναι. Μάλλον θέλουμε να ξεχάσουμε ποιοι είμαστε. Ούτε πού βρισκόμαστε θέλουμε να ξέρουμε, ούτε πού είμαστε, ούτε ποιοι είμαστε. Άρα τρέχω με χίλια στις ράγες και χωρίς δίκτυ ασφαλείας, αυτό είναι σίγουρο. Άλλες φορές αυτό το πράγμα μπορεί να πετύχει γιατί θα βρω συνοδοιπόρους, άλλες φορές μπορεί να μην είναι τόσο, εννοώ εμπορικά, πετυχημένο. Όμως είμαι καλά με τον εαυτό μου γιατί το θεωρώ χρέος μου ότι αυτό που είναι να κάνω το πράττω.
Επικοινωνία
* Κάποτε θεωρούσα τον εαυτό μου πολύ κοινωνικό άτομο γιατί ερχόμουν σε επαφή με κόσμο κάθε μέρα βεβαίως και με το θέατρο πολύ περισσότερο. Περνώντας τα χρόνια, σχεδόν διερωτώμαι αν έχω κι αγοραφοβία. Δηλαδή πάλι η μια Τατιάνα είναι, αυτή η Τατιάνα που θα είναι όλη την ημέρα στις επάλξεις του Τρένου, του θεάτρου δηλαδή. Είμαι η οικοδέσποινα σχεδόν νυχθημερόν αυτών των ανθρώπων που μας τιμούν κι έρχονται στο θέατρο και μας στηρίζουν με την πίστη και την αγάπη τους όλα αυτά τα χρόνια και είμαι και η άλλη Τατιάνα που είναι ένα κλειστό άτομο, πολύ μοναχικό. Σχεδόν μπορώ να μείνω άπειρες ημέρες μόνη μου σε ένα σπίτι, αρκεί να έχω ένα τηλέφωνο και τα βιβλία μου και, τέλος πάντων, τώρα έχουμε και τα computer μας, αλλά να μην έρθω σε επαφή με άνθρωπο. Να μη βγω από την πόρτα αν έχω κάτι για φαγητό στο ψυγείο. Μπορώ να μείνω με τον εαυτό μου άνετα, δεν έχω πρόβλημα να με αφήσεις μόνη μου να ζω κάπου. Επομένως αυτό το πράγμα, η επικοινωνία, τελικώς τι είναι; Υπάρχει; Είμαι ένα άτομο επικοινωνιακό ή όχι; Έχω την εντύπωση ότι κι εκεί υπάρχουν δύο διαφορετικές όψεις.
Παρατήρηση
* Τείχη τεράστια ορθώνονται και μοναχική πολύ είμαι. Μου αρέσει να παρατηρώ τους ανθρώπους, να μη μιλάω πολύ, μου αρέσει να βλέπω. Κι όταν λέω βλέπω να παρατηρώ τα επίπεδα που υπάρχουν από κάτω. Συμπεριφορές, αναγνώσεις, πρόσωπα, καταστάσεις, κινήσεις, να ανακαλύπτω ιστορίες πίσω από ανθρώπους…
Πείσμα
* Έχω πείσμα! Πείσμα ατελείωτο. Κι αυτό δεν ξέρω από πού το απέκτησα, πότε το είχα, πώς πρόβαλε σε τέτοιο βαθμό απίστευτο. Βέβαια δεν εννοώ για κάτι που ξέρω ότι δεν γίνεται, δεν είναι σωστό, είναι άδικο κι εγώ να επιμένω. Αλλά αν κάτι πιστεύω ότι είναι καλό να γίνει, ότι πρέπει να γίνει και ότι για κάποιο λόγο οι αντίξοες συνθήκες, ανόητοι άνθρωποι γύρω, καταστάσεις δύσκολες γιατί ο καθένας τεμπελιάζει ή βαριέται ή δεν θέλει να το κάνει, εκεί θυμώνω και πεισμώνω μαζί και νομίζω ότι ο θυμός, με αυτή την έννοια του πείσματος, μπορεί να κάνει θαύματα. Όταν θυμώσεις με κάτι που δεν μπορεί να γίνει ενώ εσύ θες να το κάνεις, τότε θα το πραγματοποιήσεις σίγουρα. Αυτό το πείσμα με κρατάει όρθια και βάζει τα ξυπνητήρια το πρωί.
Ταχύτητα και Διαδίκτυο
* Για λίγα χρόνια έχασα την ευκαιρία να ανέβω εύκολα στο άρμα της τεχνολογίας. Ακολούθησα. Έμαθα εκ των υστέρων. Αλλά δεν είμαι το παιδί της τεχνολογίας, λόγω ηλικίας αν θέλετε και κλάδου, με την έννοια ότι εμείς οι καλλιτέχνες αργήσαμε λίγο να μπούμε. Εσείς οι δημοσιογράφοι μπήκατε πιο νωρίς, κάποιος άλλος, ένας γιατρός, ίσως, πιο εύκολα. Εμείς οι καλλιτέχνες κάπου μείναμε απ’ έξω ένα διάστημα. Επειδή είμαι πολύ φιλομαθής τύπος, αισθάνομαι πολύ δυστυχής κάθε φορά που σκέπτομαι πως η ζωή μας είναι σύντομη και δεν μαθαίνουμε ούτε το ένα εκατομμυριοστό από την απόλυτη γνώση. Όπως και για τα ταξίδια, ότι δεν θα γνωρίσω τα χίλια μέρη που πρέπει να δούμε οπωσδήποτε στη ζωή μας και θα πεθάνω χωρίς να τα έχω δει… Αυτά τα πράγματα με αγχώνουν. Νομίζω ότι η τεχνολογία εάν δεν γεννηθείς με αυτήν, ώστε να μην έχεις γνωρίσει τον αντίποδα που γνωρίσαμε εμείς, κάνει τα πράγματα εύκολα γιατί έχεις αυτό τον μονόδρομο να τραβήξεις και τον ξέρεις. Τα πιτσιρίκια δεν έχουν θέμα. Εμάς όμως νομίζω ότι μας έχει δυσκολέψει τη ζωή. Θεωρώ ότι δεν μας διευκόλυνε. Είμαι χαμένη στην κυριολεξία στο ξενύχτι και σ’ αυτό τον κυκεώνα πληροφόρησης. Ψάχνεις να βρεις κάτι, σου αρέσει κάτι άλλο, πατάς, βρίσκεσαι κάπου αλλού. Κι όταν έχεις την τάση του να μάθεις και να γνωρίσεις, τότε χάνεσαι σε θέματα από Ιατρική και Φυσική μέχρι πολιτική, τα πάντα. Ξεκινάω με διάθεση να μπω να δω τρία πράγματα κι όταν το κλείνω είμαι άρρωστη. Ίσως δεν ξέρω να το διαχειριστώ το μέσο.
Τεχνολογία
* Όσο κι αν πειθαρχώ είναι ήδη πολύ. Έχω την εντύπωση ότι η τεχνολογία, για εμάς που δεν γεννηθήκαμε μέσα σ’ αυτήν, είναι σαν ένα τεράστιο άγχος. Είναι σαν να τρέχει το τρένο, τρέχω κι εγώ λαχανιασμένη από πίσω και δεν μπορώ να το φτάσω.
Αδιέξοδο
* Αυτή τη στιγμή βλέπω ένα αδιέξοδο! Δεν μπορώ να δω καθαρά, δεν μπορώ να δω λύση, και περιμένω να δω γιατί σίγουρα υπάρχουν οι λύσεις δεν το συζητώ, όντως από την τάξη των πραγμάτων, γιατί πάντα υπάρχει μία τάξη στο σύμπαν που βρίσκει τις λύσεις μόνη της και έρχονται τα πράγματα εκεί που δεν τα περιμένεις, να φανεί αυτή η λύση. Και το λέω αυτό σε σχέση με το θέατρο συγκεκριμένα στην Ελλάδα. Παγκοσμίως δεν ξέρω πού οδηγεί, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν ξέρω πού θα οδηγήσει ούτε η έλλειψη χρημάτων. Ή μάλλον ξέρω πού θα οδηγήσει, σε μία μιζέρια σε σχέση με τη δυνατότητα να κάνεις προσπάθειες. Η τέχνη θέλει χρήματα, κακά τα ψέματα, άρα χωρίς χρήματα δεν ξέρω τι είδους τέχνη κάνουμε και επίσης δεν μπορεί να υπάρχουν και στρατιές ολόκληρες απλήρωτων καλλιτεχνών. Γιατί αυτό με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί εκεί. Όλη αυτή η πληθώρα χώρων, σίγουρα είναι μία μόδα των καιρών, θα ξεπεραστεί, θα καταλαγιάσει, θα ξεκαθαρίσει το τοπίο. Αυτή τη στιγμή όμως είναι αδιέξοδο, διότι δεν σημαίνει ότι κάθε μικρός χώρος παράγει κι έργο ενός επιπέδου, ούτε όλα αυτά τα παιδιά που βγάλανε τις δραματικές σχολές, τις βγάλανε γιατί πρέπει ή μπορούν να είναι ηθοποιοί. Για την ευθύνη των σχολών τώρα έχουμε να πούμε πολλά, της παιδείας αντίστοιχα και ούτω καθεξής. Αλλά οι πολλοί χώροι, η έλλειψη χρημάτων, οι μεγάλοι χώροι που δημιουργούνται όπως αντίστοιχα τα μεγάλα σούπερ μάρκετ, τα mall, οι οποίοι ούτως ή άλλως αντιμετωπίζουν επίσης λόγω κρίσης προβλήματα αλλά τραβούν τον κόσμο με πιο φανταχτερά και μεγάλα θεάματα χωρίς όμως να διασφαλίζουν αντίστοιχη ποιότητα, υπεράριθμοι ηθοποιοί και καλλιτέχνες, που κάτι στράβωσε στην παιδεία, διότι το να κάνεις θεατρικό παιχνίδι στο σχολείο δεν σημαίνει ότι το κάνεις για να γίνεις ηθοποιός, το κάνεις για να γίνεις καλός θεατής, σωστός θεατής… Άρα όλα αυτά τα παιδιά που βγήκαν στην τηλεόραση, αφού έκανε αυτή τη μεγάλη καταστροφή η τηλεόραση, θεώρησαν ότι θα κάνουν τη λαμπερή καριέρα και την αποδοτική οικονομικά, ακολουθώντας αυτό το επάγγελμα και βγήκανε στο χώρο απροστάτευτοι. Αυτό εγώ δεν ξέρω πού θα οδηγήσει.
Θέατρο με ιστορία
* Σίγουρα κάποια στιγμή τα μεσαία θέατρα τελειώσανε. Εμείς παλεύουμε στο Τρένο στο Ρουφ ως ένα μεσαίο θέατρο με μια ιστορία, αλλά και ένα θέατρο το οποίο δεν μοιάζει να παλιώνει λόγω της ιδιαιτερότητας του χώρου. Συνεχίζει να είναι μοντέρνο και πρωτοποριακό και θα είναι για τα επόμενα χρόνια γιατί είναι ένας απρόβλεπτος χώρος και κάτι το οποίο δεν επαναλαμβάνεται. Παρ’ όλα αυτά κι εμείς είμαστε ένα μεσαίο θέατρο και έχουμε βρεθεί επίσης μπροστά στο πλήρες αδιέξοδο και στο ενδεχόμενο κλείσιμο. Εκεί κι εγώ άλλαξα πορεία και στρέφομαι σε πράγματα τα οποία θα είναι μία μείξη τρόπων και μεθόδων που χρησιμοποιούν οι νέες ομάδες, συν την εμπειρία και την πείρα που έχουμε αποκτήσει ως ένα επαγγελματικό θέατρο τόσα χρόνια και κάνουμε ένα -κατά κάποιον τρόπο- υβριδικό σύστημα το οποίο δεν ξέρω πώς και αν θα αποδώσει. Και βάσει αυτής της συνταγής την οποία έφτιαξα μόνη μου με το μυαλό μου, προσπαθώ να στήσω τη δουλειά που θα κάνουμε το χειμώνα, γιατί η άλλη λύση ήταν να κλείσουμε, διότι δεν υπήρχαν έσοδα, δυστυχώς.
Ανατροπή
* Θέλει μια αλλαγή νοοτροπίας για να γίνει η ανατροπή, αυτό που λέμε σε όλους τους τομείς αλλά χρειάζεται και στο θέατρο. Και δυστυχώς αυτή η αλλαγή στους σαραντάρηδες και πάνω δεν είναι εύκολο να συμβεί γιατί -όπως είπαμε και πριν- με την τεχνολογία μάθαμε αλλιώς. Άρα λοιπόν πραγματικά θέλει μια ανατρεπτική σκέψη! Σίγουρα χρειάζεται ένωση δυνάμεων, πάντα το λέγαμε αυτό και στο θέατρο και παντού και δυστυχώς ο Έλληνας δεν είναι συνηθισμένος να ενώνει δυνάμεις.
Η μείωση του εισιτηρίου
* Εμάς μας έχει χτυπήσει πολύ και η μείωση των εισιτηρίων, διότι όταν μειώνεις ένα εισιτήριο ευελπιστείς στην αύξηση της προσέλευσης. Άρα θα μειώσω το εισιτήριο, θα δώσω εκπτωτικά, αλλά οι τριακόσιες θέσεις που έχω, οι διακόσιες πενήντα, θα γεμίσουν και άρα με την προσέλευση θα μπορέσω να βγάλω τα έξοδά μου. Σε εμάς υπάρχει ένα όριο το οποίο λέει εβδομήντα οκτώ θέσεις. Άρα, όταν το εισιτήριο έχει κατέβει κάτω από το μισό και αντιστοίχως τίποτα δεν κατέβηκε κάτω από το μισό, ούτε οι αμοιβές, ούτε τα σκηνικά, ούτε τα άλλα έξοδα, με αποτέλεσμα να είναι στο παιδικό πέντε και έξι ευρώ ή δέκα, και με δώδεκα στο κανονικό δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσεις να επιβιώσεις. Δυσκολεύουν οι χορηγίες, δυσκολεύουν οι όποιες παροχές μπορεί να έχει ένας καλλιτεχνικός οργανισμός, όλα βαίνουν σε αδιέξοδο.
Εναλλακτικός τρόπος
* Είπα κάποια στιγμή ότι έχω ένα χώρο που είναι κρίμα κι άδικο να είναι κλειστός, άρα ανοίγω την πόρτα, προσπαθώ να βρω τον τρόπο να καλύψω τα πάγια, κι από εκεί και πέρα στις παραγωγές όποιος θέλει έρχεται και συνεργαζόμαστε. Θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία της όποιας ιδέας δημιουργηθεί, της όποιας ομάδας δημιουργηθεί, την προσωπική μου εργασία, την πείρα μου, το κέλυφος, το Τρένο ως τρένο, τι μπορεί να καλύψει και τι μπορεί να προστατέψει ή να παρέχει. Το Τρένο ποτέ δεν ήταν ένας χώρος που έρχεται κάποιος τον νοικιάζει και φεύγει, ποτέ δεν ήταν αυτό. Υπάρχει σε ένα επίπεδο δημιουργικότητας. Είπα ότι στη χειρότερη περίπτωση, επειδή το θέατρό μας έχει και εστιατόριο και κουζίνα, μπορούμε κάλλιστα να βάζουμε μία κατσαρόλα τη μέρα και να κάνουμε ένα ωραίο κοινόβιο καλλιτεχνικό… Αλλά αυτό το είπα μόνη μου! Δεν ήρθε κανείς άλλος να μου πει «ξέρεις κάτι Τατιάνα, μου αρέσει πολύ αυτό που λες, θα ‘ρθω κι εγώ, θα ‘ρθω κι εγώ» και να γίνουμε πολλοί και να βάζουμε μία μακαρονάδα τη μέρα και να κάνουμε θέατρο. Το είπα και σε φίλους και σε γνωστούς και στο θέατρο και παραδίπλα και παραπέρα. Δεν υπήρξε όμως δεύτερος να πει «έρχομαι».
Στο μηδέν
* Κανένας αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν έχει, φαίνεται, φτάσει στο μηδέν, γιατί όταν φτάνεις στο μηδέν κυλιέται κι αίμα στους δρόμους. Φαίνεται ότι εμείς δεν φτάσαμε στο μηδέν κι έχουμε τις θέσεις μας, τις απόψεις μας, τις αντιρρήσεις μας κι όλα αυτά. Όμως, επειδή ακριβώς μεγάλωσα και πια -όπως λέτε- είναι και η πείρα κι όλα αυτά που συμβάλλουν, είμαι αποφασισμένη και δεν έχω πρόβλημα να ταχθώ, να ενταχθώ σε οτιδήποτε. Γιατί εγώ δεν μπορώ να δημιουργήσω μια ομάδα, δεν έχω τους φίλους μου από τη σχολή που μόλις βγήκαμε και είμαστε νέα παιδιά και μπορούμε να κάνουμε μία ομάδα. Εμένα πάντα θα με βλέπουν σαν εργοδότη, πάντα θα με βλέπουν σαν επαγγελματικό θέατρο, πάντα θα με βλέπουν ως μεγαλύτερη και θα απαιτούν από μένα κάτι να προσφέρω. Δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να δημιουργήσω μία ομάδα όπως δημιουργούν τα νέα παιδιά. Θα το ήθελα όμως πάρα πολύ. Το θέατρο το έχω σκουπίσει στο παρελθόν, δεν έχω πρόβλημα να το ξανασκουπίσω, αλλά για να το σκουπίσω εγώ θα πρέπει κάποιος άλλος να μαγειρέψει, κάποιος άλλος να κρεμάσει τα φώτα. Αυτό δεν βλέπω γύρω μου κανείς να είναι έτοιμος να το ακολουθήσει. Και φέτος λοιπόν, όταν φτάσαμε στο αδιέξοδο και περίμενα να βρεθεί αυτή η λύση από τον ουρανό, δηλαδή ότι ξαφνικά κάτι θα δημιουργηθεί και θα μπούμε σε ένα καινούργιο σύστημα διαχείρισης και δεν προέκυψε, αναγκάστηκα πάλι εγώ να το υποδαυλίσω, να το πυροδοτήσω και έτσι πρότεινα σε συνεργάτες, τους οποίους εκτιμώ και σέβομαι ή έχω δει έργο τους και μου άρεσε η δουλειά τους και τους έχω γνωρίσει μέσα από τις συνεργασίες που έχουμε κάνει στο παρελθόν.
«Το Τρένο των Νεφών»
* Τον Ιούλιο πήρα μιαν απόφαση. Το Τρένο στο Ρουφ φέτος θα αλλάξει όνομα και θα το ονομάσουμε «Το Τρένο των Νεφών». Το «Τρένο των Νεφών» έχει δύο σημασίες. Αφενός είναι ένα υπαρκτό τρένο που κάνει μία διαδρομή πάνω από την Κορδιλιέρα των Άνδεων από τη Salta της Αργεντινής στο Valparaiso, το λιμάνι της Χιλής. Ταξιδεύει πάνω από τα τέσσερις χιλιάδες μέτρα, από τα ελάχιστα τρένα που ταξιδεύουν σε τέτοιο ύψος, χάνεται μέσα στα σύννεφα κάποια στιγμή και κάνει αυτή την απίστευτη διαδρομή πάνω από τις Άνδεις. Αυτό είναι ένα υπαρκτό τρένο, παραλίγο θα έκανα κι εγώ σε ένα ταξίδι μου στην Αργεντινή τη διαδρομή αυτή, αλλά ήταν εποχή που δεν ταξίδευε γιατί ταξιδεύει μόνο καλοκαίρι, δεν ταξιδεύει το χειμώνα σε τόσο μεγάλα ύψη. Παρ’ όλα αυτά όμως μέχρι την Παταγονία έχω φτάσει.
Ευγενία Φακίνου
* Η δεύτερη σημασία του έχει σχέση με το τελευταίο βιβλίο που έγραψε το 2011 η Ευγενία Φακίνου και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Είναι «Το Τρένο των Νεφών». Αυτό το τρένο, όπως λέει η συγγραφέας, κάνει ένα ταξίδι, τρέχει ακυβέρνητο, χάνεται μέσα στα νέφη κι όποιος μπει σ’ αυτό, ουσιαστικά κάνει το ταξίδι της ζωής του. Δηλαδή μπαίνεις νέος και βγαίνεις γέρος. Είναι το ταξίδι που κάνει ο καθένας μας στη ζωή. Αυτό είναι «Το Τρένο των Νεφών», που τη χειμερινή σεζόν θα γίνει μια ιδιαίτερη παράσταση.
Παιδικό Τρένο
* Στο «Τρένο των Νεφών» θα επιβιβαστεί φέτος και το παιδικό μας το οποίο δεν θα είναι παράσταση ακριβώς, θα είναι ένα διαδραστικό. Στηρίζεται, διασκευή κι αυτό, σε ένα κλασικό μυθιστόρημα με το οποίο μεγαλώσαμε όλοι κι ακόμα και τώρα διαβάζεται από τα παιδιά, το γνωστό «Τα παιδιά που έβλεπαν τα τρένα να περνούν» της Edith Nesbit. Η Edith Nesbit είναι Αγγλίδα λογοτέχνης του προ-προηγούμενου αιώνα, η οποία ουσιαστικά μετέφερε το φανταστικό κόσμο των δράκων και των μαγικών ραβδιών και στη σύγχρονη πραγματικότητα, δηλαδή τα μυθιστορήματά της αφορούσαν τα παιδιά όπως ζούσαν εκείνη την εποχή, στην οικογένειά τους, στη σχέση τους με τους ανθρώπους. Θεωρείται πρωτοπόρος στο είδος της, έγραψε αυτό το καταπληκτικό μυθιστόρημα το οποίο έχει γίνει και ταινία, «Τα παιδιά που έβλεπαν τα τρένα να περνούν».
«Τα παιδιά που βλέπουν τα τρένα να πετούν»
* Εμείς με τίτλο «Τα παιδιά που βλέπουν τα τρένα να πετούν» θα εντάξουμε αυτό το ταξίδι, γιατί ταξίδι το λέμε, δεν το λέμε παράσταση, αυτό το διαδραστικό, ψυχαγωγικό, παιδαγωγικό ταξίδι μέσα στα ίδια βαγόνια του «Τρένου των Νεφών».
Συνεργάτες
* Συνεργάζομαι με τη νεαρή performance και spatial designer Λέλα Ράμογλου που επέλεξα από μια δουλειά της που είδα στη Θεσσαλονίκη και ήταν καταπληκτική σε ένα παλιό ξενοδοχείο εγκαταλελειμμένο, το «Άριστον». Παρουσίασε μία περφόρμανς και στους έξι ορόφους, διαμορφώνοντας κάθε δωμάτιο διαφορετικά. Εκτίμησα τη δουλειά της και την κάλεσα στην Αθήνα να συνεργαστούμε στο Τρένο διαμορφώνοντας 4 βαγόνια της Αμαξοστοιχίας στα οποία οι θεατές θα μετακινούνται κατά τη διάρκεια της παράστασης. Ταυτόχρονα ένα μέρος του έργου θα παρουσιαστεί στην αποβάθρα σε ειδικά διαμορφωμένο εσωτερικό χώρο. Άρα αυτόν τον χειμώνα δεν θα δείτε το Τρένο στο Ρουφ όπως το γνωρίζατε, θα δείτε ένα άλλο τρένο.
Πρωτοποριακό
* Πιστεύω ότι είναι κάτι ιδιαίτερο, πρωτότυπο και πρωτοποριακό. Ας ελπίσουμε ότι θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί όπως τα φανταζόμαστε γιατί είναι δύσκολο εγχείρημα. Δεν ήθελα να πέσω πάλι στη μιζέρια των δύο τριών μονολόγων, επειδή είναι δύσκολα πια τα οικονομικά. Άρα λοιπόν με κάποια άλλη ματιά, σε κάποια άλλη βάση, πιο συνεργατικά φέτος, γιατί είναι και έργο που απαιτεί πολλούς ηθοποιούς θα προχωρήσουμε ομαδικά. Στηρίζομαι σε συνεργάτες που εμπιστεύομαι, η Ειρήνη Αναγνωστοπούλου θα κάνει τη διασκευή και των δύο έργων. Η Λέλα Ράμογλου είναι σκηνογράφος και συνεργαζόμενη σκηνοθέτις, συνεργάτες μας επίσης είναι οι εικαστικοί Βασίλης Παφίλης και Πένυ Κορρέ, η φωτίστρια Χρύσα Δαδίτσου. Είναι νέα παιδιά και νομίζω ότι αν όχι με τη γνωστή έννοια της ομάδας, όπως την ξέρουμε κι έχει διαμορφωθεί στον καλλιτεχνικό χώρο τα τελευταία χρόνια, αλλά ουσιαστικά της συνεργατικότητας θα προσπαθήσουμε να φέρουμε εις πέρας το σύνθετο αυτό έργο.
Ζωή – ταξίδι
* Με μεγάλη χαρά συνεργάζομαι με την Ευγενία Φακίνου γιατί θεωρώ το βιβλίο της, «Το Τρένο των Νεφών», εξαιρετικό. Είναι η διαδικασία της εισόδου σε ένα ταξίδι. Γιατί γεννιόμαστε; Τι κάνουμε σε αυτή τη ζωή; Ποιος είναι ο σκοπός μας; Τι ήρθαμε να κάνουμε; Αν αυτό το διερωτηθεί ο καθένας και η συμπεριφορά του και οι πράξεις του και η πορεία του στη ζωή θα είναι άλλη. Σ’ αυτή τη ζωή κάνουμε ένα πέρασμα, μπαίνουμε σε ένα τρένο, της ζωής, και μεγαλώνουμε και στο τέλος φεύγουμε. Σ’ αυτό το πέρασμα λοιπόν τι θέματα έχουμε επιλύσει, τι έχουμε προσφέρει, τι έχουμε αφήσει πίσω μας;
Ο πολιτισμός ισούται με το ψωμί
* Υπάρχει ένα θέμα που με θλίβει και θα επανέλθω σ’ αυτό. Αυτή τη στιγμή ο κόσμος δεν έχει χρήματα και άρα πρέπει όλοι να κατεβάσουμε τις τιμές. Ωραία, συμφωνώ. Όμως γιατί θεωρείται αυτονόητο ότι δεν κατέβασαν την τιμή στο απορρυπαντικό ή στη φέτα κι επομένως επειδή είναι τροφή εμείς πρέπει να την πληρώσουμε ακριβά και να πλουτίσει ο έμπορος. Και είναι όμως απαραίτητο να κατέβει το εισιτήριο του θεάτρου και με 8 ή 10 ευρώ να μπαίνουν στο θέατρο δύο άτομα; Γιατί η τέχνη είναι αέρας κοπανιστός και οι καλλιτέχνες είναι κάτι κακόμοιροι, φτωχοί, ρακένδυτοι, που πρέπει να πεθάνουν στην ψάθα; Θα πω ότι πολιτισμός, αυτό το άυλο που προσφέρει η τέχνη και αυτό το υλικό που λέγεται ψωμί για εμένα ισούνται. Θεωρώ ότι όσο δεν κατεβαίνει η φέτα, αντίστοιχα δεν πρέπει να κατέβει και το έσοδο, όποιο κι αν είναι αυτό, που προέρχεται από την τέχνη. Αυτό όταν γίνει συνείδηση στο λαό, ή μάλλον όταν γίνει αυτονόητο στη συνείδηση ενός λαού, τότε αυτός ο λαός έχει μέλλον. Αλλά αυτό το πράγμα βεβαίως δεν υπάρχει στην Ελλάδα, δεν υπήρχε ποτέ και δεν νομίζω ότι θα υπάρξει και στο μέλλον, επομένως αυτή τη στιγμή είναι ένα αδιέξοδο, δημιουργεί στρατιές απλήρωτων κι ανέργων καλλιτεχνών και δημιουργεί επίσης κι ένα λαό χωρίς παρελθόν και επομένως και χωρίς μέλλον. Γιατί η τέχνη είναι εκεί για να μας θυμίζει, για να καλλιεργεί τη μνήμη, να καλλιεργεί τη σκέψη κι επομένως να χτίζει το μέλλον. Κι εμείς δεν χτίζουμε το μέλλον μας. Εμείς το έχουμε κατα-γκρεμίσει. Γιατί πρέπει με έναν τρόπο να επιβάλεις τον σεβασμό. Όπως διαπαιδαγωγείς ένα μικρό παιδί και του θέτεις όρια για τα μη και τα πρέπει για να ενταχθεί σε μια κοινωνία που δυστυχώς έχει νόμους και κανόνες, έτσι και τον πολίτη τον εκπαιδεύσεις και του μαθαίνεις τι πρέπει να σεβαστεί και τι όχι. Όταν του μαθαίνεις ότι η τέχνη είναι απλώς να πάμε να χαχανίσουμε, να μπούμε τζάμπα, είναι κατάντια.
Στη φτώχεια
* Γιατί οδηγείς στη φτώχεια αυτόν τον άνθρωπο που σπούδασε; Γιατί τώρα τα περισσότερα παιδιά έχουν κάνει σπουδές, βλέπεις τα βιογραφικά τους, έχουν σπουδάσει στο εξωτερικό, έχουν κάνει μεταπτυχιακά, έχουν κάνει σεμινάρια, μιλούν γλώσσες. Οι γονείς τους προσπάθησαν, τους μόρφωσαν, δεν ήταν σαν τις δικιές μας τις γενιές που ήταν τα πράγματα πιο λιτά. Επομένως ακόμα και ο ίδιος ο γονιός του παιδιού θεωρεί αυτονόητο ότι θα πάει σε ένα θέαμα και θα πληρώσει 7 ευρώ. Μα 7 ευρώ πληρώνεις και για το σουβλάκι με την μπίρα. Δεν είναι το ίδιο. Δεν γίνεται να είναι το ίδιο. Υπάρχει πολύς κόσμος πίσω από αυτό. Ξέρει κανείς τι σημαίνει μία παραγωγή, όχι μόνο θεατρική, ό, τι κι αν είναι σε σχέση με την τέχνη και τον πολιτισμό, πώς παράγεται ένα πολιτιστικό έργο;
Στο Λένινγκραντ
* Όταν πρωτοέπαιξα στο Λένινγκραντ, την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» μου έκανε εντύπωση γιατί παίζαμε έξι ώρα το απόγευμα. Αναρωτιόμουν ποιος θα έρθει, άγνωστοι εμείς, ελληνικός θίασος, να παίζουμε την Ιφιγένεια εν Ταύροις στο Λένινγκραντ. Πριν βγω να παίξω, κοίταξα στο φουαγιέ μήπως ήρθε κανένας θεατής. Έπαθα ένα σοκ γιατί υπήρχε μια ατέλειωτη ουρά ανθρώπων, οι οποίοι μετά τη δουλειά κατευθείαν είχαν έρθει για να δουν τον ελληνικό θίασο να παίζει την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» του Ευριπίδη. Λοιπόν αυτό δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει. Ο κόσμος τώρα το κόβει το θέατρο, έχουν δίκιο οι καλλιτέχνες που φοβούνται. Το κόβει γιατί δεν είναι εκπαιδευμένος να μην το κόψει.
Κάθε Κυριακή
* Με τη μητέρα μου κάθε Κυριακή στη Θεσσαλονίκη η διασκέδασή μας ήταν να μπαινοβγαίνουμε σε τρεις κινηματογράφους, από τον έναν στον άλλον. Ξεκινούσαμε στις τέσσερις και τελειώναμε στις 10:00 και βλέπαμε τρία φιλμ. Κάθε Κυριακή απόγευμα. Πηγαίναμε στο θέατρο, βλέπαμε βέβαια όλες τις παραστάσεις που έρχονταν από την Αθήνα τότε, και παιδικό θέατρο, αυτό ήταν ενταγμένο στο πρόγραμμα, αυτό ήταν η διασκέδασή μας, δεν ήταν τίποτα άλλο. Μεγάλη ιστορία η οικογένεια, το σπίτι. Είναι μεγάλα θέματα και γι’ αυτό είναι αδιέξοδο αυτή τη στιγμή, γιατί είναι ένας φαύλος κύκλος. Χάθηκαν γενιές, πέρασαν δεκαετίες, χάθηκε η ευκαιρία του ’60, διαλύθηκε κι από εκεί και πέρα η Ελλάδα χάθηκε πολιτιστικά και πολιτισμικά… Άλλα πρότυπα, άλλες αξίες, μετατέθηκε το focus.
Ο παππούς
* Έχω μια ιδιαίτερη ιστορία με τα ζώα. Είχα έναν παππού, ο οποίος είχε στο σπίτι τρία κυνηγόσκυλα, εγώ είχα μια γάτα, η οποία γεννούσε κάθε τόσο, άρα ήμασταν μονίμως με οχτακόσια γατιά και ο παππούς είχε ένα δωμάτιο πάνω στο πλυσταριό όπου εκεί είχε τα πουλιά. Ένα δέντρο μέσα ξερό και 25 καναρίνια, τα οποία ήταν ελεύθερα μέσα στο πλυσταριό. Είχαμε λοιπόν στο σπίτι πουλιά, γατιά και σκυλιά. Και είχε κι ένα δέντρο, μια δαμασκηνιά, στο οποίο κάθε πρωί έκανε έπαρση των κλουβιών, δηλαδή έβαζε τα πουλιά στα κλουβιά και ακριβώς όπως ανεβάζουμε τη σημαία, πήγαινε στη δαμασκηνιά με τον τροχό, με την τροχαλία, ώστε να περνάνε όλη τη μέρα τους πάνω στο δέντρο και μετά το βράδυ έκανε υποστολή των κλουβιών και τα γύριζε στο σπίτι για να μην τα φάνε οι γάτες. Κάποια εποχή είχαμε τέσσερις γάτες, τρία κυνηγόσκυλα, είκοσι πέντε καναρίνια και εφτά παπαγαλάκια. Μεγάλωσα με όλα αυτά.
Η Πούσι
* Ήμουν τεσσάρων χρονών όταν βρήκα την Πούσι και την τράβαγα από την ουρά γιατί δεν ήξερα πώς να το πιάσω το γατί και την πήγα έτσι στο σπίτι. Και μου λέει η γιαγιά «αν το δει ο παππούς σου δεν θα σε αφήσει». Την έκρυψα κάτω από μια καρέκλα και όταν ήρθε ο παππούς έτρεξα και του είπα «Παππού, παππού, εμείς δεν έχουμε κανένα γατί στο σπίτι» και κατάλαβε βέβαια. Έτσι απέκτησα τη γάτα μου, την Πούσι. Όταν έφυγε η Πούσι, έπειτα από δεκαπέντε χρόνια και την έβλεπα στον ύπνο μου τρία χρόνια γιατί την είχα αδερφή μου, υποσχέθηκα ότι δεν θα ασχοληθώ ξανά, δεν θα ξαναπάρω ζώο μέσα στο σπίτι. Μπήκα στον πειρασμό και μάζεψα ένα γατί μικρό από το δρόμο κάποια στιγμή. Δεν κατάφερα να το κρατήσω στη ζωή, το τάιζα όλο το βράδυ, αλλά φαίνεται δεν είχε θηλάσει από τη μαμά του και το έχασα… Τότε ήταν που έκλεισα αυτό τον κύκλο.
– Το Τρένο στο Ρουφ – Το Τρένο των Νεφών
Τη χειμερινή θεατρική σεζόν όλα τα βαγόνια της Αμαξοστοιχίας – Θεάτρου θα μεταμορφωθούν για τις ανάγκες της καινούργιας μεγάλης θεατρικής παραγωγής του, τη μεταφορά στο θέατρο του γνωστού βιβλίου της Ευγενίας Φακίνου “Το Τρένο των Νεφών”.
Η τολμηρή και προκλητική σύλληψη της Τατιάνας Λύγαρη να παρουσιάσει στο γνωστό Τρένο – Θέατρό της το τελευταίο μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου “Το Τρένο των Νεφών” σε μια site-specific θεατρική παράσταση και με έναν πολυπρόσωπο θίασο, υλοποιείται έπειτα από τη γνωριμία της με την performance – spatial designer Λέλα Ράμογλου. Οι δυο τους συνεργάζονται και μετατρέπουν 4 βαγόνια της Αμαξοστοιχίας (το Θεατρικό Βαγόνι, το Μουσικό Βαγόνι Orient Express, το Wagon-Bar και το Wagon-Restaurant) στο «Τρένο των Νεφών», σ’ ένα τρένο – φάντασμα που «όταν φεύγει από το σταθμό, βγαίνει από τις ράγες, χώνεται στα νέφη και χάνεται».
– Συντελεστές
Θεατρική διασκευή Ειρήνη Αναγνωστοπούλου
Σύλληψη ιδέας – Σκηνοθεσία Τατιάνα Λύγαρη
Σκηνογραφία – Συνεργαζόμενη σκηνοθέτις Λέλα Ράμογλου
Μουσική Μηνάς Ι. Αλεξιάδης
Συνεργάτες εικαστικοί Βασίλης Παφίλης, Πένυ Κορρέ
Κοστούμια Duygu Ozturk
Χορογραφίες Mαρίζα Βινιεράτου
Φωτισμοί Χρύσα Δαδίτσου
* Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί: Ειρήνη Αναγνωστοπούλου, Δημήτρης Βέργαδος, Δήμητρα Βλάχου, Μαρία Δερεμπέ, Δημοσθένης Ελευθεριάδης, Ανδρέας Μαριανός, Μαρία Μπαγανά, Προμηθέας Nerattini – Δοκιμάκης, Βαγγέλης Ρόκκος, Άρης Τσαμπαλίκας και ο μουσικός Απόστολος Θεοδοσίου.
– Πληροφορίες
ΑΜΑΞΟΣΤΟΙΧΙΑ – ΘΕΑΤΡΟ «ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΣΤΟ ΡΟΥΦ»
Σιδηροδρομικός Σταθμός Ρουφ, επί της Λεωφ. Κωνσταντινουπόλεως,
Προαστιακός Ρουφ
Τηλ. 210-5298922 – 6937-604988
Καθημερινά εκτός Δευτέρας 10.00–14.00 και 18.00–22.00