H παράδοση κάποιων αρχαίων και σοφών λαών θέλει τους παραμυθάδες να ξεκινούν την αφήγηση μόνον εφόσον ο ήλιος δύσει. Αλλιώς, η τύχη τούς επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις. Δεν ξέρω αν μια υπέροχη, σημερινή σκηνοθέτις, μια κυρία των ονείρων και των νεφών, έχει «συναντηθεί» με τη δοξασία αυτή, πόσω μάλλον αν την έχει επηρεάσει. Το σίγουρο είναι, όμως, πως η γνώριμη φιγούρα της Τατιάνας Λύγαρη είναι πάντα εκεί, όταν ο ήλιος ανατέλλει αλλά και μόλις ο ήλιος δύσει στην Κωνσταντινουπόλεως, στο Τρένο της, να δώσει την εντολή «παραμύθι να αρχινήσει». Τότε θα εμφανιστούν ένας ένας οι ηθοποιοί – μάγοι της αφήγησης να σε επιβιβάσουν ανάλαφρα στην ιστορία, να σε ταξιδέψουν σε ξεχασμένες συναισθηματικές χροιές και καλλιτεχνικές ανυψώσεις, να σε βυθίσουν σε όνειρα και σκληρές παραδοχές, να σε εντάξουν σε μια παράσταση που ρέει απρόσκοπτα πάνω σε μαγευτικές ράγες και, τελικά, να σε αναβαπτίσουν στο θεατρικό σύμπαν τους.
«Το Τρένο των Νεφών» είναι η φετινή υπερπαραγωγή που ανεβαίνει στο Τρένο, όπου και τα τέσσερα βαγόνια της Αμαξοστοιχίας (το Θεατρικό Βαγόνι, το Μουσικό Βαγόνι Orient Express, το Wagon-Bar και το Wagon-Restaurant) μετατρέπονται σ’ ένα τρένο – φάντασμα που «όταν φεύγει από το σταθμό, βγαίνει από τις ράγες, χώνεται στα νέφη και χάνεται». Η Αμαξοστοιχία – Θέατρο το Τρένο στο Ρουφ συνεχίζει και φέτος να πρωτοπορεί, παρουσιάζοντας την πρωτότυπη και εντυπωσιακή αυτή παράσταση, που είναι βασισμένη στο βιβλίο «Το Τρένο των Νεφών» της Ευγενίας Φακίνου.
Ο ανύποπτος θεατής βρίσκεται από το πουθενά να ταξιδεύει με το μυθικό «τρένο των νεφών», το οποίο σκαρφαλώνει στα υψίπεδα των Άνδεων, περνά εντυπωσιακά τοπία με ορεινές λίμνες και μαύρα ηφαίστεια, σκοτεινά δάση και κεχριμπαρένια καλαμποχώραφα. Πιο πέρα μπορεί να φανταστεί χωρικούς τυλιγμένους στα πόντσο τους με τα γεωμετρικά σχήματα, υπαίθρια παζάρια, αστραφτερές εκκλησίες και όμορφες γυναίκες που πουλάνε τα τροπικά φρούτα και τα λουλούδια της χώρας τους. Αρώματα κρασιού και ήχοι ξυλόφωνου γεμίζουν την ατμόσφαιρα των βαγονιών. Από τα παράθυρα περνάνε αχνιστές έρημοι, αγκαθωτοί κάκτοι, χωριά ψημένα στον ήλιο, ινδιάνικα νεκροταφεία, πανάρχαιοι χώροι λατρείας, τραχιά γη και ωραίες «ασχημουπόλεις».
Κάποιος Οδυσσέας
Ο μικρός Κανένας γεννιέται σχεδόν ορφανός, αφού ο άγνωστος πατέρας του, ένας κάποιος Οδυσσέας, Έλληνας ναυτικός, είναι άφαντος, ενώ η μητέρα του Ερέντιρα πεθαίνει αμέσως μετά τη γέννα. Την ανατροφή του αναλαμβάνει ένας φτωχός χωρικός, άκληρος και προλετάριος, ενώ την πρώτη μόρφωσή του ο δάσκαλος του χωριού που τον βαφτίζει με το άλλο όνομα του πατέρα του.
Ο μικρός Κανένας μεγαλώνει γεμάτος βασανιστικά ερωτήματα, ζυμώνεται με τη ζωή του τόπου, με τους άστεγους, με τις τοπικές προλήψεις και με τη δύσκολη καθημερινότητα και φτάνοντας στα δέκα του χρόνια αποφασίζει να αναζητήσει τον πατέρα του, ο οποίος φερόταν ότι εκτός από ναυτικός ήταν και λαθρέμπορος διαμαντιών. Το ταξίδι του δεκάχρονου Κανένα τον φέρνει στο τρένο των νεφών για το οποίο ακούγονται πολλά, όπως ότι μπαίνει κανείς νέος και βγαίνει γέρος.
Στο τρένο παρακολουθούμε ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα, αφού από βαγόνι σε βαγόνι ο μικρός μεγαλώνει δέκα χρόνια, καθώς έρχεται σε γνωριμία με τις αφηγήσεις των επιβατών, τις ιθαγενείς ιστορίες για παράξενα περιστατικά, τη ζωντανή ιστορία των εμφυλίων πολέμων, τη διαφθορά της εξουσίας, που επιδίδεται σε οργιαστικές, διονυσιακές γιορτές και σε τρυφηλές απολαύσεις. Επισκέπτεται τον κάτω κόσμο, σαν άλλος Οδυσσέας, και γνωρίζει την Εβίτα Περόν, τον Ωνάση, τον Τσε Γκεβάρα, τον Μπολιβάρ, περιδιαβαίνοντας έτσι στην Ιστορία της Λατινικής Αμερικής μέσα στον 20ό αιώνα.
Η ισπανόφωνη παράδοση
Η συγγραφέας εμπνέεται από το «Τρένο των Νεφών», ένα υπαρκτό τρένο -από τα ελάχιστα στον κόσμο- που ταξιδεύει σε ύψος 4.220 μέτρων στην κορδιλιέρα των Άνδεων. Επηρεασμένη από τη λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία συνδέει τον μύθο του Οδυσσέα με την ισπανόφωνη παράδοση.
H παράσταση που σκηνοθέτησε η Τατιάνα Λύγαρη ακολουθεί τα χνάρια του μαγικού ρεαλισμού και αποτελεί μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα θεατρική αφηγηματική πρόταση. Η σκηνική ροή αναιρεί με μοναδικό τρόπο τα σύνορα μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας και χαρακτηρίζεται από μια ισότιμη αποδοχή του καθημερινού και του απίθανου, του συνηθισμένου και του εκπληκτικού, του οικείου και του ανοίκειου. Αναμειγνύει με επιδέξιο τρόπο το προσιτό, το μυθικό και το φανταστικό με την κατά βάθος διερεύνηση της ανθρώπινης ύπαρξης και την έντονη κοινωνική κριτική. Έχει εσωτερικό ρυθμό που σταδιακά σε παρασύρει. Το ρυθμό της χαρακτηρίζουν ο λυρισμός του αυθεντικού κειμένου και η ποίηση της θεατρικής διασκευής, στοιχεία που τόσο μας λείπουν σήμερα. Η δουλειά αυτή αποτελεί μια γνήσια, καλή τέχνη. Γιατί η καλή τέχνη κάνει ακριβώς αυτό, σε φέρνει σε μια κατάσταση εκστατικής εγρήγορσης και σου δίνει πάντα την αίσθηση ενός εντυπωσιακού ονείρου.
Θαυμάσιοι ηθοποιοί, νέοι και παλαιότεροι, έδωσαν ψυχή και υποστήριξαν αυτήν την παράσταση – επίτευγμα.
Θαύμασα ιδιαίτερα τα κοστούμια, τη σκηνογραφία, τους φωτισμούς και τις εικαστικές ιδέες.
Eδώ έχουμε μια πολυμορφική παράσταση που παγιδεύει τη φαντασία. Ένα παιχνίδι με τον χρόνο και τον χώρο. Ένα παιχνίδι ιδεών, πολιτισμών και λαών, ένα θέατρο εικόνων και ένα θέατρο ιστορίας, πολιτικής, μυαλού και καρδιάς.
Συντελεστές
Η θεατρική διασκευή είναι της Ειρήνης Αναγνωστοπούλου, η σκηνοθεσία, η σύλληψη της ιδέας και η διδασκαλία των ρόλων της Τατιάνας Λύγαρη, η σκηνογραφία της Λέλας Ράμογλου με συνεργάτες τους εικαστικούς Βασίλη Παφίλη και Πένυ Κορρέ, η μουσική του Μηνά Ι. Αλεξιάδη, τα κοστούμια της Duygu Ozturk, οι χορογραφίες της Mαρίζας Βινιεράτου και οι φωτισμοί της Χρύσας Δαδίτσου.
Ερμηνεύουν: Ειρήνη Αναγνωστοπούλου, Δημήτρης Βέργαδος, Δήμητρα Βλάχου, Μαρία Δερεμπέ, Δημοσθένης Ελευθεριάδης, Ανδρέας Μαριανός, Μαρία Μπαγανά, Προμηθέας Nerattini – Δοκιμάκης, Βαγγέλης Ρόκκος, Άρης Τσαμπαλίκας και ο μουσικός Απόστολος Θεοδοσίου.
* Το πραγματικό τρένο των νεφών: Πρόκειται για ένα από τα πιο εντυπωσιακά τρένα στο κόσμο και μια από τις υψηλότερες σιδηροδρομικές γραμμές, αφού διατρέχει στις κορυφές των Άνδεων μέσα από τοπία που κόβουν την ανάσα. Το όνομά του, «Τρένο των Νεφών», το οφείλει στο υψόμετρο, στο όποιο κινείται και στην αίσθηση ότι πετάς μέσα από τα σύννεφα. Άλλωστε σε πολλά σημεία της διαδρομής o ταξιδιώτης βλέπει σύννεφα κάτω από τις γέφυρες που περνά. Το τρένο έχει ειδικούς μηχανισμούς λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους νόμους της Φυσικής και την αρχή της προσκόλλησης των τροχών του τρένου στις ράγες. Δεν έχει γρανάζια μιας και οι ράγες είναι κατασκευασμένες ώστε να κινούνται σε ένα σύστημα ζιγκ ζαγκ και σπιράλ και έτσι ανεβαίνει καθ’ ύψος. Κινείται σε μια συνολική διαδρομή 217 χιλιομέτρων και περνάει από 29 γέφυρες, 21 τούνελ, 2 σπιράλ και 2 ζικ ζακ. Όλη αυτή τη διαδρομή χρειάζεται 16, 5 ώρες για να εκτελεστεί, μιας και κινείται με μέση ταχύτητα περίπου 40 χιλιόμετρα την ώρα.