Άβατο για τις γυναίκες το Άγιον Όρος εδώ και πολλούς αιώνες. Το αποφάσισε, όπως λέγεται, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Μονομάχος με το Δεύτερο Τυπικό, όταν έμαθε ότι οι καλόγεροι σκανδαλίζονταν -και όχι μόνο- από τις λυγερόκορμες βοσκοπούλες πού ανέβαιναν με τα κοπάδια τους στο βουνό.
Το άβατο κατοχυρώθηκε με αυτοκρατορικά χρυσόβουλα, πατριαρχικά σιγίλια, με σουλτανικά φιρμάνια, με άρθρα διεθνών κανονισμών, με όλα τα ελληνικά Συντάγματα και με νομοθετικό διάταγμα.
Γυναίκα απαγορεύεται να μπει στο Άγιον Όρος. Βέβαια οι Αγιορείτες μοναχοί εξηγούν πως το Άβατον δεν συνιστά υποτίμηση της γυναίκας, αλλά σεβασμό του μοναχισμού και προστασία των μοναχών από τους πειρασμούς. Το Άγιον Όρος εξάλλου τιμά την Υπεραγία Θεοτόκο, δια της οποίας έγινε το μυστήριο της Ενανθρωπήσεως του Υιού και του Λόγου του Θεού. Γι’ αυτό ονομάζεται και «Περιβόλι της Παναγίας».
Με τη βοήθεια του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, το 1046, ο Κωνσταντίνος ο Μονομάχος (1042 – 1054) ρύθμισε την εσωτερική διακυβέρνηση των μοναστηριών, τη διαχείριση των ακινήτων τους και την εμπορική δραστηριότητά τους. Από το αυτοκρατορικό έγγραφο (Δεύτερο Τυπικόν) που εξέδωσε, απαγορεύεται η είσοδος γυναικών (άβατον) στη χερσόνησο, μια απαγόρευση τόσο αυστηρή ώστε από τότε ακόμη και ο Τούρκος αγάς, ή ο ανώτερος υπάλληλος, που κατοικούσαν στις Καρυές, δεν έπαιρναν μαζί τους το χαρέμι τους.
Την αρχική της έκφραση η απαγόρευση αυτή βρίσκει ήδη σε Νεαρά του αυτοκράτορα Ιουστινιανού του 539, σύμφωνα με την οποία:
«ουκ εισελεύσεται δε ούτε γυνή παντελώς εις ανδρικόν μοναστήριον ούτε ανήρ εις γυναικείον…»
Την αυστηρή αυτή αρχή υιοθετούν και υπογραμμίζουν και σχεδόν όλα τα μοναστηριακά τυπικά που θέλουν κάθε μονή «άβατον», «αδιόδευτον», «ακατόπτευτον» σε πρόσωπα του άλλου φύλου. Και αυτή την αρχή ακολουθούν πιστώς και ανεξαιρέτως οι μονές του Αγίου Όρους από την ίδρυσή τους. Όχι μόνο γυναίκες, αλλά κανένα θηλυκό κατοικίδιο δεν επιτρέπεται να ταράξει την ηρεμία των μοναχών.
Όμως, ο κανόνας έχει μία εξαίρεση, τις γάτες!
Μόνες αυτές εκπροσωπούν το γιν στο αποκλειστικό περιβόλι της Παναγιάς! Με αυτοκρατορική εντολή οι γάτες εξαιρούνται γιατί ελέγχουν τον πληθυσμό ποντικών και αρουραίων…
Κι έτσι η μεγαλειότητά τους κυριαρχεί στις μονές και στις σκήτες μονοπωλώντας την προσοχή των μοναχών. Ένα ιδιαίτερα χαριτωμένο γεγονός περιγράφει ο William Dalrymple στο εξαιρετικά ευανάγνωστο οδοιπορικό του “Ταξίδι στη σκιά του Βυζαντίου”:
«”Αυτήν την ώρα ο Χριστόφορος πρέπει να ταΐζει τις γάτες του, κάτω στον αρσανά”, απάντησε ο αμπούνα Ιάκωβος ρίχνοντας μια ματιά σ’ ένα ρολόι τσέπης.
Βρήκα τον ηλικιωμένο άντρα να στέκεται στην προκυμαία κρατώντας έναν κουβά γεμάτο ψαράκια. Ένα ζευγάρι τεράστια μαύρα γυαλιά ισορροπούσαν αβέβαια πάνω στη μύτη του. Γύρω από τα πόδια του στριφογύριζαν δύο ντουζίνες γάτες.
“Έλα, Ιουστινιανέ”, παρότρυνε ο καλόγερος μια απ’ αυτές. “Έλα, Χρυσόστομε, ψιψιψι… ελάτε μικρά μου, έλα, έλα…”».
Ακολουθώντας τα βήματα του Ιωάννη Μόσχου και του μαθητή του Σοφρώνιου του Σοφιστή, που συγκέντρωσαν τις εμπειρίες τους στο «Λειμωνάριο», το οποίο θεωρείται αριστούργημα της βυζαντινής ταξιδιωτικής λογοτεχνίας, δεκατέσσερις αιώνες μετά το ταξίδι τους οι ήρωες του βιβλίου ακολουθούν την ίδια διαδρομή στο «Ταξίδι στη σκιά του Βυζαντίου» του Ουίλιαμ Νταλρίμπλ (μετάφραση Κατερίνα Οικονομάκου, εκδόσεις «Ωκεανίδα»).
* Ενδιαφέρον έχει κι ένα περιστατικό της μοναστικής ζωής που διηγείτο η αδελφή του Γέροντα Παΐσιου, Χριστίνα:
«Ήρθα μία φορά στο Στόμιο να δω τον Γέροντα και του έφερα και δύο γάτες, γιατί είχε πολλά ποντίκια, σκέτη μάστιγα.
“Πάτερ Παΐσιε”, λέω, “σου έφερα τις γάτες να ησυχάσεις από τα ποντίκια”.
Την επόμενη φορά που επισκέφτηκα την Μονή, βλέπω μπαίνοντας στην κουζίνα ένα σκεύος και να τρώνε μαζί γάτες και ποντίκια.
Λέω, “Γέροντα, εγώ σου έφερα τις γάτες να φάνε τα ποντίκια και συ τα ταΐζεις όλα μαζί;”.
Μου λέει, “Άστα ευλογημένη, κρίμα και αυτά, όλοι τα κυνηγάνε και τα σκοτώνουν, πλάσματα του Θεού είναι κι αυτά!”».
Ο Όσιος Παΐσιος (Μαρτυρίες – Περιστατικά – Διδαχές)
Εκδόσεις Ενωμένη Ρωμιοσύνη, σελ. 202