«Το Κουκλόσπιτο» (Et dukkehjem) είναι θεατρικό έργο του Νορβηγού θεατρικού συγγραφέα Χένρικ Ίψεν με τρεις πράξεις. Έκανε πρεμιέρα στο Βασιλικό Θέατρο της Κοπεγχάγης στις 21 Δεκεμβρίου 1879, ενώ είχε εκδοθεί νωρίτερα εκείνο το μήνα. Το έργο τοποθετείται σε μία νορβηγική πόλη γύρω στα 1879.
Το έργο είναι σημαντικό λόγω του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζει τη μοίρα μιας παντρεμένης γυναίκας, που τη συγκεκριμένη εποχή στη Νορβηγία δεν είχε τις λογικές ευκαιρίες για προσωπική ολοκλήρωση σε έναν κόσμο κυριαρχούμενο από άνδρες, παρά το γεγονός ότι ο Ίψεν αρνείται ότι ήταν πρόθεσή του να γράψει ένα φεμινιστικό έργο. Εκείνη την εποχή, το έργο προκάλεσε μεγάλη αίσθηση και μία «θύελλα έντονης αντιπαράθεσης», που πέρασε από το θέατρο στις εφημερίδες ανά τον κόσμο και στην κοινωνία.
Το 2006, στην εκατονταετία από το θάνατο του Ίψεν, Το κουκλόσπιτο διακρίθηκε ως το πιο πολυανεβασμένο έργο στον κόσμο εκείνη τη χρονιά. Η UNESCO έχει εγγράψει τα αυτόγραφα χειρόγραφα του Ίψεν για Το κουκλόσπιτο στο Μητρώο της Παγκόσμιας Μνήμης το 2001, ως αναγνώριση της ιστορικής τους αξίας.
Έμπνευση από την πραγματική ζωή
Το Κουκλόσπιτο βασίστηκε στη ζωή της Λάουρα Κίελερ (πατρικό όνομα Λάουρα Σμιτ Πέτερσεν), μιας καλής φίλης του Ιψεν. Πολλά από όσα συνέβησαν μεταξύ της Νόρας και του Τόρβαλντ είχαν συμβεί μεταξύ της Λάουρα και του συζύγου της, Βίκτορ. Όπως συμβαίνει και στο έργο, η Λάουρα συνήψε ένα παρόμοιο δάνειο για να σώσει το σύζυγό της. Ήθελε τα χρήματα για να εξασφαλίσει μια θεραπεία για τη φυματίωση, που τον ταλαιπωρούσε. Εγραψε στον Ίψεν, ζωτώντας του να συστήσει ένα έργο της στον εκδότη του, πιστεύοντας ότι από τις πωλήσεις του βιβλίου της θα αποπλήρωνε το χρέος της. Όταν αυτός αρνήθηκε πλαστογράφησε μια επιταγή για τα χρήματα και σε αυτό το σημείο αποκαλύφθηκε. Στην πραγματική ζωή, όταν ο Βίκτορ ανακάλυψε το μυστικό δάνειο της Βίκτορ τη χώρισε και την έκλεισε σε άσυλο. Δύο χρόνια με την προτροπή του επέστρεψε στο σύζυγο και τα παιδιά της και στη συνέχεια έγινε γνωστή Δανή συγγραφέας και έζησε μέχρι τα 83.
Ο Ίψεν έγραψε το Κουκλόσπιτο όταν η Λάουρα Κίελερ ήταν κλεισμένη στο άσυλο και η μοίρα αυτής της οικογενειακής φίλης τον επηρέασε έντονα, ίσως επίσης επειδή η Λάουρα του είχε ζητήσει να παρέμβει σε μια κρίσιμη στιγμή του σκανδάλου πράγμα που εκείνος δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να κάνει. Αντ’ αυτού μετέτρεψε αυτή την πραγματική κατάσταση σε ένα επιτυχημένο δράμα. Στο έργο η Νόρα εγκαταλείπει τον Τόρβαλντ με ψηλά το κεφάλι, αν και αντιμετωπίζει ένα αβέβαιο μέλλον, δεδομένων των περιορισμών που αντιμετώπιζαν οι μόνες γυναίκες στην κοινωνία της εποχής.
Η Κίελερ τελικά ανέκαμψε από την ντροπή του σκανδάλου και έκανε τη δικιά της πετυχημένη συγγραφική καριέρα, ενώ παρέμεινε δυσαρεστημένη με την αναγνώρισή της μόνο ως Νόρας του Ίψεν τα επόμενα χρόνια.
Σύνθεση
Ο Ίψεν άρχισε να σκέφτεται το έργο γύρω στο Μάιο του 1878, παρόλο που δεν ξεκίνησε το πρώτο του σχέδιο πριν από ένα χρόνο αργότερα, έχοντας σκεφτεί τα θέματα και τους χαρακτήρες κατά την ενδιάμεση περίοδο (φαντάστηκε, για παράδειγμα, την πρωταγωνίστριά του, Νόρα, καθώς τον πλησίασε μια μέρα φορώντας ένα “μπλε μάλλινο φόρεμα”). Περιέγραψε την αντίληψή του για το έργο ως «σύγχρονη τραγωδία» σε σημείωμα που γράφτηκε στη Ρώμη στις 19 Οκτωβρίου 1878. «Μια γυναίκα δεν μπορεί να είναι ο εαυτός της στη σύγχρονη κοινωνία», υποστηρίζει, δεδομένου ότι είναι «μια αποκλειστικά ανδρική κοινωνία, με νόμους φτιαγμένους από άνδρες και με εισαγγελείς και δικαστές που αξιολογούν τη γυναικεία συμπεριφορά από αρσενική άποψη!».
Έκδοση
Ο Ίψεν έστειλε ένα αντίγραφο του ολοκληρωμένου έργου στον εκδότη του στις 15 Σεπτεμβρίου 1879. Εκδόθηκε για πρώτη φορά στην Κοπεγχάγη στις 4 Δεκεμβρίου 1879, σε μια έκδοση 8.000 αντιγράφων που εξαντλήθηκαν μέσα σε ένα μήνα. Ακολούθησε μια δεύτερη έκδοση 3.000 αντιγράφων στις 4 Ιανουαρίου 1880 και μια τρίτη 2.500 αντιγράφων στις 8 Μαρτίου.
Οι χαρακτήρες
•Νόρα Χέλμερ – η σύζυγος του Tόρβαλντ, μητέρα τριών παιδιών, ζει με τα ιδανικά της γυναίκας του 19ου αιώνα, αλλά εγκαταλείπει την οικογένειά της στο τέλος του έργου.
•Tόρβαλντ Χέλμερ – σύζυγος της Νόρας, πρόσφατα προαχθείς διευθυντής τράπεζας, ισχυρίζεται ότι είναι ερωτευμένος με τη σύζυγό του, αλλά ο γάμος τους την καταπνίγει.
•Δρ. Ρανκ – πλούσιος οικογενειακός φίλος. Είναι ανίατα άρρωστος και υπονοείται ότι η «φυματίωση της σπονδυλικής στήλης» του προέρχεται από ένα αφροδίσιο νόσημα που κόλλησε από τον πατέρα του.
•Κρίστινε Λίντε – παλιά φίλη της Νόρας από το σχολείο, χήρα, αναζητά εργασία. Ήταν σε σχέση με τον Κρόγκσταντ πριν από την εποχή του έργου.
•Nιλς Κρόγκσταντ – υπάλληλος στην τράπεζα του Tόρβαλντ, πατέρας χωρίς σύζυγο, ωθείται στην απελπισία. Υποτιθέμενος απατεώνας, αποκαλύπτεται ότι είναι παλιός εραστής της Κριστίνε.
•Τα Παιδιά – Παιδιά της Νόρας και του Tόρβαλντ: Iβαρ, Μπόμπι και Εμύ (κατά σειρά ηλικίας).
•Aνε Μαρίε – πρώην παραμάνα της Νόρας, που έδωσε τη δική της κόρη σε «ξένους» όταν έγινε, όπως λέει, η μόνη μητέρα που γνώρισε η Νόρα. Φροντίζει τώρα τα παιδιά της Νόρας.
•Ελένε – υπηρέτρια των Χέλμερ
«Κουκλόσπιτο». Η Νόρα της Αμαλίας Μουτούση, μια αδιάλειπτη γοητεία