Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Είναι ηθοποιός, μουσικός, σκηνοθέτις, συγγραφέας, τραγουδίστρια. Μια προσωπικότητα που απλώνεται σε όλον μας τον καλλιτεχνικό ορίζοντα. Θα έπρεπε, αν θέλαμε να είμαστε αντικειμενικοί, πρωτίστως να απονείμουμε με γενναιοδωρία τα εύσημα στη Φένια Παπαδόδημα και στο έργο της.
Φιλομάθεια, ευρυμάθεια, ωριμότητα, ενσυναίσθηση, είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά της καλλιτεχνικής ευφυίας της. Άλλωστε το ομολογεί και η ίδια στο catisart.gr: «Η επαφή με τη μελέτη ή οποιαδήποτε δημιουργική διαδικασία είναι ένα είδος εξάρτησης που έχει καλλιεργηθεί μέσα μου και που δεν μπορεί ν’ αλλάξει».
Μεγάλωσε στο Λυκαβηττό και θυμάται ακόμη την ανηφόρα στο πάρκο όπου έπαιζε κάθε μέρα. O άνεμος αρπαγμένος απ’ τις φυλλωσιές να φυσάει μακριά τη σκόνη του κι εκείνη ν’ ανεβαίνει. Ο λόγος της και οι μνήμες της ένα έργο τέχνης. Μιλάμε για την παιδική της ηλικία, τις οικογενειακές χαρές, τα πανηγύρια με κλαρίνα στην Ήπειρο, τις παραστάσεις στην Επίδαυρο, μιλάμε για θέατρο, από τότε θέατρο, πολύ θέατρο…
Αφορμή της συζήτησής μας η παράστασή της, «Έξοδος». «Μία μουσική παράσταση που δημιουργεί διαρκώς έντονα εσωτερικά τοπία, που έχει έναν κινηματογραφικό ρυθμό αφήγησης, όπου η μουσική, η εικόνα και ο λόγος καταγράφονται σ’ έναν χρόνο κινηματογραφικό».
Μιλά για το «δυσκίνητο» και κουρασμένο από τις διαρκείς μετοικεσίες σώμα του Σεφέρη, του «Σε», μέσα από ημερολόγια και προσωπικές επιστολές του προς τον Ζήσιμο Λορετζάτο, τον αγαπημένο του φίλο «Ζη». Τα γράμματα του Ζη και του Σε μοιάζουν μ’ έναν θησαυρό όπου φυλάγεται ακόμη ζωντανή η έννοια του «ιερού» στην τέχνη, στην ποίηση, στην καθημερινότητα της ζωής σ’ έναν κόσμο αναποδογυρισμένο, διαλυμένο, αβέβαιο. Αυτό το «ιερό» γεμίζει με κάθε τρόπο τις αισθήσεις του Σεφέρη καθώς ταξιδεύει στα μοναστήρια της Καππαδοκίας αναζητώντας μία «εσώτερη πατρίδα» στο τότε και στο τώρα.
H Φένια εξηγεί πώς ήταν η Ελλάδα της Ανατολής μέσα από τα μάτια του Γιώργου Σεφέρη. Τη δράση επί σκηνής όπου ο Γιώργος Κόρδης ζωγραφίζει ψηφιακά πομπές προσφύγων οι οποίοι σταδιακά, μέσα από τις κακουχίες, χάνουν τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους.
Για αυτή την απώλεια ταυτότητας, μνήμης, προσώπου μιλάει εν τέλει και η παράσταση «Έξοδος». Για τη φιλτάτη μνήμη, που όπου και να την αγγίξεις πονεί.
Φένια, πού μεγάλωσες και τι αναμνήσεις διατηρείς από την παιδική σου ηλικία;
•Μεγάλωσα στην Αθήνα, το πρώτο μου σπίτι ήταν ένα διαμέρισμα στο Λυκαβηττό, θυμάμαι ακόμη την ανηφόρα στο πάρκο όπου έπαιζα κάθε μέρα. Ίσως και να ήταν σημάδι για τη ζωή μου- αστειεύομαι. Έχω πολύ όμορφες και χαρούμενες αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία, οικογενειακές χαρές, πανηγύρια με κλαρίνα στην Ήπειρο, παιχνίδια με τα ξαδέρφια μου και από τότε θέατρο, πολύ θέατρο. Ήμουν η σκηνοθέτις της οικογένειας. Όσες παραστάσεις έβλεπα σαν παιδί στην Επίδαυρο τις ανεβάζαμε με τα ξαδέρφια μου και τις αδερφές μου. Για κακή του τύχη ο ξάδερφος μου ήταν το μόνο αγόρι κι έπρεπε να παίζει όλους τους αντρικούς ρόλους…
Η μουσική πότε και πώς μπήκε στη ζωή σου;
•Ο πατέρας μου όσες ώρες ήταν στο σπίτι άκουγε μουσική. Κλασική μουσική, μουσικές από όλον τον κόσμο, ρεμπέτικα, spirituals.
Τι ρόλο παίζει στην καθημερινότητά σου η τέχνη;
•Η επαφή με τη μελέτη ή οποιαδήποτε δημιουργική διαδικασία είναι ένα είδος εξάρτησης που έχει καλλιεργηθεί μέσα μου και που δεν μπορεί ν’ αλλάξει. Λέω όμως πως είναι μία καλή εξάρτηση.
Ποια διαδικασία ακολουθείς για να γράψεις τα τραγούδια σου;
•Συνήθως ένα κείμενο, ένα ποίημα, ακόμη κι ένα θεατρικό έργο μπορεί να λειτουργήσει σαν φορέας μίας ατμόσφαιρας που με συγκινεί γιατί εκφράζει κομμάτια του αληθινού μου εαυτού που δεν θα μπορούσα να τα ξεθάψω μόνη μου αν απλά καθόμουν στο πιάνο να γράψω κάτι. Στην περίπτωσή μου η έμπνευση έρχεται από τον λόγο.
Υπάρχει μια διάχυτη καχυποψία και μια συνεχής βία στην κοινωνία μας σήμερα. Πώς θα αποτάξουμε όσα συμβαίνουν, την έμφυλη βία, τις γυναικοκτονίες, τον εκφοβισμό;
•Δεν ξέρω πώς μπορούμε να αποτάξουμε κάθε μορφή βίας που υφιστάμεθα, μπορούμε όμως να πολλαπλασιάσουμε όσες ενέργειες, πράξεις, συνήθειες μας φέρνουν κοντά με μία θετική προσέγγιση της ζωής. Ίσως για αρχή να σταματήσουμε να βλέπουμε τόσο συχνά ειδήσεις στην τηλεόραση όπου οι φόνοι και οι ληστείες, ακόμη και τα καιρικά φαινόμενα χρησιμοποιούνται, σκηνοθετούνται έτσι ώστε να εκφοβίσουν τους ανθρώπους. Ίσως να κοιτάξουμε για άλλες πηγές πληροφόρησης, έμπνευσης – να διαβάσουμε κανένα βιβλίο αντί να κοιτάμε το κινητό μας με τις ώρες- να διαβάσουμε ποίηση γιατί όχι, να δούμε καμία ταινία του Τζάρμους, κάτι λίγο ν’ αλλάξουμε ατμόσφαιρα. Εμείς ορίζουμε σ’ έναν μεγάλο βαθμό την καθημερινότητά μας.
Πώς μεγαλώνουμε τα αγόρια μας, οι οικογένειες, στην Ελλάδα;
•Είναι πολύ δύσκολο για τις σημερινές μητέρες να μεγαλώσουν ειδικά τ’ αγόρια, που κατακλύζονται από μία σειρά μοντέλων, προτύπων, σκληρότητας, βίας, πλήρους αδιαφορίας προς οτιδήποτε πνευματικό, δημιουργικό. Αυτά τα πρότυπα προωθούνται μέσα από τα ηλεκτρονικά παιχνίδια αλλά και τη φτηνή λογοτεχνία. Πιστεύω ότι ιδιαίτερα τ’ αγόρια σήμερα χρειάζονται μεγαλύτερη προσοχή, παρουσία, φροντίδα, καθοδήγηση. Η καλύτερη λύση είναι το να στραφεί νωρίς το παιδί σε οποιαδήποτε δημιουργική ενασχόληση: μουσική. Ζωγραφική, αθλητισμό. Οτιδήποτε το κρατάει μακριά από το χαμηλό επίπεδο που του προσφέρεται σαν εύκολη λύση αυτοπροσδιορισμού.
Τι θα ήθελες να πεις για τη νέα σου παράσταση, «Έξοδος»;
•Πρόκειται για μία μουσική παράσταση που δημιουργεί διαρκώς έντονα εσωτερικά τοπία, που έχει έναν κινηματογραφικό ρυθμό αφήγησης, όπου η μουσική, η εικόνα και ο λόγος καταγράφονται σ’ έναν χρόνο κινηματογραφικό. Η παράσταση δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός το καλοκαίρι του 2022, στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη, σαν μία συνομιλία με την έκθεση του ζωγράφου Γιώργου Κόρδη «Ανέστιοι προσφεύγοντες». Οι ψηφιακές ζωγραφιές του δημιουργούνται μπροστά στα μάτια του θεατή. Μέσα από τα κείμενα του Σεφέρη, το οδοιπορικό του στην Καππαδοκία, την αλληλογραφία του με τον Λορεντζάτο, ένιωσα πως μπορεί κανείς να διηγηθεί την ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα. Έχω γράψει μουσική και τραγούδια που εμπνέονται και από τις ζωγραφιές του Γιώργου Κόρδη αλλά και από τα συγκλονιστικά κείμενα, τις μαρτυρίες της παράστασης. Ο Γεράσιμος Γεννατάς μπαινοβγαίνει στο «δυσκίνητο» και κουρασμένο από τις διαρκείς μετοικεσίες σώμα του Σεφέρη, του «Σε», μέσα από ημερολόγια και προσωπικές επιστολές του προς τον Ζήσιμο Λορετζάτο, τον αγαπημένο του φίλο «Ζη». Τα γράμματα του Ζη και του Σε μοιάζουν μ’ έναν θησαυρό όπου φυλάγεται ακόμη ζωντανή η έννοια του «ιερού» στην τέχνη, στην ποίηση, στην καθημερινότητα της ζωής σ’ έναν κόσμο αναποδογυρισμένο, διαλυμένο, αβέβαιο. Αυτό το «ιερό» γεμίζει με κάθε τρόπο τις αισθήσεις του Σεφέρη καθώς ταξιδεύει στα μοναστήρια της Καππαδοκίας αναζητώντας μία «εσώτερη πατρίδα» στο τότε και στο τώρα.
Πώς ήταν η Ελλάδα της Ανατολής μέσα από τα μάτια του Γιώργου Σεφέρη;
•Νομίζω ότι η παρακάτω παράγραφος εκφράζει ολοκληρωμένα τη σύνδεση του Σεφέρη με τον ελληνισμό της Ανατολής. «Πρέπει να μπορεί κανείς να ζήσει με άνεση ένα διάστημα σ’ αυτά τα μέρη. Να ιδεί και ξανά ιδεί, ν’ αργοπορήσει, να στοχαστεί και ν’ αναμετρήσει. Πρέπει να έχει κανείς τον τρόπο να παραβάλει και να κοιτάξει τι χάθηκε ανεπανόρθωτα και ό,τι μένει από τα καταπληκτικά τούτα αφιερώματα στο Θεό ενός σβησμένου κόσμου. Κι αν τύχει κι είναι Έλληνας πρέπει να έχει τον πόθο να κοιτάξει από πιο κοντά τι χρωστάμε και τι δεν χρωστάμε. Αλλά νομίζω ότι χρωστάμε πολλά στο σταυροδρόμι αυτής της άκρης…Όπου το μικρό και το λησμονημένο μπορεί να έχει την ίδια σημασία με τα απαρασάλευτα μνημεία της τέχνης».
Ποια ήταν η σχέση του Γιώργου Σεφέρη με τον Ζήσιμο Λορεντζάτο, με τον οποίο διατηρούσε αλληλογραφία;
•Πρόκειται για δύο μοναδικές μορφές στον χώρο της νεότερης λογοτεχνίας, δύο φίλους καρδιακούς και πνευματικούς που ακόμη και στις διαφωνίες τους παρέμεναν δεμένοι. Η αλληλογραφία τους ξεκίνησε το 1948, όταν ο Σεφέρης διορίστηκε διπλωματικός ακόλουθος στην Άγκυρα. Η αγάπη τους για την ποίηση και τη λογοτεχνία είναι τόσο παθιασμένη που και μόνο για τις αμέτρητες αναφορές, σχόλια και στοχασμούς που μοιράζονται πάνω σε σπουδαίους συγγραφείς, αξίζει κανείς να διαβάσει την αλληλογραφία τους. Αλλά ακόμη περισσότερο ίσως αξίζει κανείς να τη διαβάσει για να καταλάβει πώς ένιωθαν αυτοί οι τόσο σημαντικοί λογοτέχνες ζώντας σε μία Ελλάδα που θα θεωρούσε επίσημα τα γράμματά τους, όπως έγραφε ο Σεφέρης, «τα πιο άχρηστα σκουπίδια που πέταξε στον κάδο του δήμου Αθηναία υπηρέτρια..!».
Πώς συνδέεται η ιστορία της «Εξόδου» των Ελλήνων της Ασίας, με την Αθήνα του σήμερα;
•Είναι ακριβώς η παντελής έλλειψη σχέσης για την οποία μιλάμε στην παράσταση.
Η έλλειψη σχέσης, σύνδεσης με την ιστορία μας, με την παράδοσή μας σε όλα τα επίπεδα είναι αυτό που χαρακτηρίζει τον νεοέλληνα. Γι’ αυτή την έλλειψη σύνδεσης μιλάει και ο Σεφέρης με τον Λορεντζάτο στην αλληλογραφία τους.
Για την πολιτισμική και πνευματική κατάντια της Ελλάδας στην οποία προωθείται, ενθαρρύνεται η τέχνη της αντιγραφής σε κάθε μορφή έκφρασης και αποσιωπάται η αληθινή ιστορία. Γι’ αυτό γράφει ο Λορεντζάτος ότι οι άνθρωποι στην Αθήνα «έχουν χάσει κάθε επαφή με τον τόπο. …Σαν να έχουν πέσει από τον ουρανό ή σαν να τους έχουν φέρει εδώ μετά από κάποια διεθνή συμφωνία…».
Πώς το κείμενο της παράστασης συνομιλεί με την ψηφιακή ζωγραφική του Γιώργου Κόρδη;
•Ο Γιώργος Κόρδης ζωγραφίζει ψηφιακά πομπές προσφύγων που σταδιακά, μέσα από τις κακουχίες, χάνουν τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους. Χάνουν τον εαυτό τους και τους δεσμούς τους με τους άλλους, με την κοινωνία, με τη συλλογική τους μνήμη. Μία μεγάλη οθόνη προβάλλει τη διαδικασία δημιουργίας κάθε ζωγραφιάς ψηφιακά. Κάθε σταθμός αυτής της εξέλιξης συνοδεύει τη δράση επί σκηνής. Για την ίδια απώλεια ταυτότητας, προσώπου μιλάει εν τέλει και η παράστασή μας.
Τι θα ήθελες να πεις για την επί σκηνής συνεργασία σου με τον Γεράσιμο Γεννατά;
•Με τον Γεράσιμο έχουμε συνεργαστεί στο Θέατρο Τέχνης. Η συνεργασία μας υπήρξε και είναι εξαιρετική. Πρόκειται για έναν αληθινό καλλιτέχνη που τον καίει αυτό που κάνει και δίνεται χωρίς όρους. Κάτι πολύ σπάνιο στην Ελλάδα.
Τι μπορεί να σε κάνει να δακρύσεις και τι να χαμογελάσεις αυθόρμητα;
•Τα παιδιά που ζητιανεύουν, τα παιδιά που κυνηγούν τα περιστέρια, τα παιδιά που ξεχνούν αμέσως ότι είχαν θυμώσει.
Ποιος είναι, για σένα, ο ορισμός του αριστουργήματος;
•Όσο πιο διάφανος, πιο αόρατος ο δημιουργός, τόσο πιο σπουδαίο το έργο του.
Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Υπάρχει κάποιο κατοικίδιο με το οποίο συμβιώνεις;
•Έχω συμβιώσει με πολύ αγαπημένα κατοικίδια. Μία υπέροχη γατούλα την οποία όταν αποχωρίστηκα υπέφερα τόσο πολύ που υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι δεν θα ξαναπάρω ζώο. Δεν ξέρω όμως αν θα τηρήσω μία τόσο σκληρή απόφαση…
Ευχαριστώ πολύ, Φένια!
•Κι εγώ ευχαριστώ!
•Διαβάστε επίσης: