20.9 C
Athens
Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2024

Στο περιγιάλι το κρυφό… Η «Άρνηση» του Σεφέρη, μια άνω τελεία και κάποιες παλιές παρεξηγήσεις…

Επιμέλεια κειμένου: Ειρήνη Αϊβαλιώτου

«Άρνηση»

Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι.
μα το νερό γλυφό.

Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ’ όνομά της…
ωραία που φύσηξε ο μπάτης
και σβήστηκε η γραφή.

Με τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος
πήραμε την ζωή μας⋅ λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή

Το σύντομο αλλά υπέροχο αυτό ποίημα του Σεφέρη, πολύ δημοφιλές στους Έλληνες, στην Κύπρο, στην Ελλάδα και όπου γης, θεωρείται από πολλούς ότι έχει ως πηγή έμπνευσής του ένα πολύ όμορφο ακρογιάλι της Κύπρου, την παραλία του Κόννου στον Πρωταρά, στις ανατολικές ακτές του νησιού. Σαν τέτοιο το συστήνουν οι ξεναγοί, έτσι το χρησιμοποιούν σε κείμενά τους δημοσιογράφοι και άλλοι. Παρ’ όλη την αγάπη και τους δεσμούς του ποιητή με την Κύπρο, παρόλο ότι μια ολόκληρη ποιητική του συλλογή είναι εμπνευσμένη από την Κύπρο, αυτό δεν ευσταθεί.

Ο Σεφέρης ήρθε για πρώτη φορά στην Κύπρο το φθινόπωρο του 1953. Το ποίημα «Άρνηση» είναι το πέμπτο της πρώτης ποιητικής συλλογής «Στροφή», που εξέδωσε ο Σεφέρης το 1931, είκοσι δύο ολόκληρα χρόνια πριν από το ταξίδι του στο νησί. Τα ποιήματα της συλλογής είναι γραμμένα μετά την επιστροφή του από το Παρίσι (1924) και απηχούν απαισιόδοξα συναισθήματα και δύσκολες ψυχικές καταστάσεις της περιόδου εκείνης. Τέτοιες καταστάσεις είναι, για παράδειγμα, οι ίδιες οι σπουδές του στα νομικά που δεν τις επιθυμούσε, τις ακολούθησε όμως κατ’ απαίτηση του πατέρα του και τον έκαναν συχνά πολύ δυστυχισμένο. Είναι ακόμη δύο άτυχοι έρωτές του, με την κόρη της σπιτονοικοκυράς του στο Παρίσι και λίγο αργότερα με κάποια άλλη κοπέλα, τη Jacqueline, με την οποία χώρισε γιατί γνώριζε εκ των προτέρων την αντίδραση της οικογένειάς του. Πολλές λεπτομέρειες για όλα αυτά και την ψυχολογική του κατάσταση μας δίνει το βιβλίο της αδελφής του Ιωάννας Τσάτσου, «Ο αδελφός μου Γ. Σεφέρης», καθώς και τα ημερολόγια του ποιητή (Μέρες Α).

Η «Άρνηση», λοιπόν, είναι ποίημα αυτής της περιόδου, ένα ερωτικό ποίημα, αλλά και ποίημα που περικλείει ένα από τα προσφιλή θέματα του Σεφέρη, την τραγικότητα του «ανθρώπου που ξαστόχησε», του ανθρώπου που ξεκίνησε με όνειρα, με επιθυμίες, με πάθος για τη ζωή, αλλά που κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως η ζωή του ήταν ένα μοιραίο λάθος, πως χαράχτηκε πάνω σ’ ένα λανθασμένο δρόμο κι αποφασίζει ν’ αλλάξει ζωή.

Ο ερωτισμός του ποιήματος δεν μαρτυρείται μόνο από το «κρυφό» (τόπος μυστικής συνάντησης) αλλά και από το γράψιμο του ονόματος στην άμμο. Ένα ερωτευμένο ζευγάρι, περπατάει σ’ ένα ερημικό, αμμουδερό ακρογιάλι. Η άρνηση όμως βρίσκεται διαρκώς μπροστά του. Άρνηση της φύσης να σβήσει τη δίψα τους (το νερό είναι γλυφό), άρνηση της αμμουδιάς να κρατήσει το χαραγμένο όνομα. Παμπάλαιη όσο και διαχρονική συνήθεια των ερωτευμένων να χαράζουν τα ονόματά τους ή τα αρχικά τους πάνω σε κορμούς δέντρων ή όπου αλλού, ακόμα και πάνω στην άμμο κι ας ξέρουν, ή ας μην προνοούν, πόσο φευγαλέο θα είναι αυτό το γράψιμο. Και, τέλος, άρνηση της ίδιας της ζωής να πραγματοποιήσει τα όνειρα και τις επιδιώξεις των εραστών-αφηγητών. Με μια μελαγχολική παραδοχή του λάθους που έκαναν αποφασίζουν ν’ αλλάξουν ζωή.

Ο κόσμος που τραγουδάει τ’ πανέμορφο αυτό ποίημα με την εξαίσια μελοποίηση του Μίκη Θεοδωράκη, σπάνια πάει σ’ όλο το βάθος του ποιήματος. Οι πιο πολλοί περικλείουν όλο το νόημά του στον πρώτο στίχο. Γι’ αυτούς είναι ένα ποίημα που υμνεί ένα όμορφο ακρογιάλι. Τίποτ’ άλλο. Άλλοι ίσως σταματάνε στον τίτλο «Άρνηση» και συμβολικά το κάνουν ένα τραγούδι αντίστασης. (Όταν γινόταν η κηδεία του Σεφέρη, το 1971, τον καιρό της δικτατορίας, μ’ αυτό το τραγούδι χιλιάδες κόσμου συνόδεψαν τον ποιητή στην τελευταία του κατοικία. Ίσως γιατί συνδύασε τον τίτλο «Άρνηση» με την περίφημη δήλωση του Σεφέρη κατά της δικτατορίας). Κι άλλοι, τέλος, ίσως να γοητεύονται και να συνεπαίρνονται από κείνο το τελευταίο «κι αλλάξαμε ζωή», όνειρο που καθένας μας έκανε κάποια στιγμή της ζωής του. Πολλές οι ερμηνείες, πολλά τα νοήματα. Ποια είναι η αλήθεια; Πέρα από το ότι σίγουρα δεν γράφτηκε για κάποιο ακρογιάλι της Κύπρου αλλά και τι πειράζει αν το πιστεύουμε; Στην ποίηση όλα επιτρέπονται. Αυτή είναι η ομορφιά και το μεγαλείο της, η πολυσημία της.

Ας θυμίσουμε ξανά ότι το ποίημα «Άρνηση» ανήκει στην πρώτη ποιητική συλλογή του Γιώργου Σεφέρη, η οποία τιτλοφορείται «Στροφή», και εκδόθηκε το 1931. Το ποίημα αποτελεί τμήμα της ενότητας «Κοχύλια, Σύννεφα». Η συλλογή εκδόθηκε στον περιορισμένο αριθμό των 200 αντιτύπων. Πρόκειται για ένα λυρικό, συμβολικό ποίημα. Καθώς είναι γεμάτο σύμβολα, μπορεί να ερμηνευτεί με περισσότερους από έναν τρόπους. Η γλώσσα του είναι γνήσια δημοτική, απαλλαγμένη από περιττά στολίδια. Το μέτρο είναι ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο ανά δύο στίχους και η ομοιοκαταληξία σταυρωτή. Οι στίχοι όλοι είναι ανισομέτρητοι, ενώ ο αριθμός των συλλαβών του καθενός κυμαίνεται από 6 ως 9. Το ύφος του ποιήματος είναι σοβαρό και στοχαστικό, με κάποια μικρή δόση ειρωνείας.

Η «Άρνηση» έχει μελοποιηθεί από το μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη. Με τη μελοποίηση όμως αυτή, το ποίημα του Σεφέρη έχασε δύο πράγματα. Κανένα όμως από αυτά δεν στάθηκε ικανό να κλονίσει τη μεγάλη απήχηση που θα γνώριζε το κομμάτι.

Το πρώτο είναι ο τίτλος του. Οι περισσότεροι που αναφέρονται σ’ αυτό, χρησιμοποιούν ως τίτλο τις πρώτες λέξεις του ποιήματος «Στο περιγιάλι το κρυφό» ή σκέτο «Το περιγιάλι».

Το δεύτερο πράγμα που έχασε η «Άρνηση» κατά τη μελοποίησή της ήταν μια άνω τελεία, για την οποία έγινε πολύς λόγος μιας και ο Σεφέρης είχε τονίσει στον Μίκη Θεοδωράκη να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός μαζί της.

«Με τι καρδιά, με τι πνοή, τι πόθους και τι πάθος πήραμε τη ζωή μας· λάθος! κι αλλάξαμε ζωή», γράφει ο Γιώργος Σεφέρης. Στην τρίτη στροφή του ποιήματος, πριν από τη λέξη «λάθος» υπάρχει μία άνω τελεία και σε εκείνο το σημείο, κατά την ανάγνωση του ποιήματος, επιβάλλεται να κάνουμε μία μικρή παύση. Η παράλειψη της άνω τελείας με αποτέλεσμα να ακούγονται όλες οι λέξεις μαζί αλλάζει εντελώς το νόημα στο ποίημα κάτι που συνέβη κατά τη μελοποίηση του συγκεκριμένου ποιήματος. Ο Γιώργος Σεφέρης είχε τονίσει στον Θεοδωράκη να προσέξει την άνω τελεία και να μη γίνει λάθος γιατί το νόημα αλλάζει, όμως στην ηχογράφηση με τον Μπιθικώτση το… λάθος έγινε.

Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης παρέλειψε στην ηχογράφηση την άνω τελεία, ο Θεοδωράκης ίσως δεν επέμεινε ιδιαίτερα κι έτσι ο τρίτος στίχος έγινε «πήραμε τη ζωή μας λάθος κι αλλάξαμε ζωή» με την επική φωνή του Μπιθικώτση να μοιάζει λες και μας ζητάει, να πάρουμε τελικά τη ζωή μας λάθος, γιατί αυτή είναι και η ομορφιά, να κάνουμε λάθη και να μη μας νοιάζει τίποτε.

Ο ίδιος ο Θεοδωράκης γράφει αναφερόμενος στον δίσκο του «Επιφάνια» και στις περιπέτειες με την άνω τελεία:

«Ήθελα τα “Επιφάνια” -ακριβώς γιατί ο στίχος ήταν τόσο διανοουμενίστικος- να τα περάσω σε όσο το δυνατόν πιο πλατύ κοινό με λαϊκό μουσικό ένδυμα. Άλλωστε αυτή ήταν η πρώτη φορά που ελεύθερος στίχος φιλοδοξούσε να γίνει απλό λαϊκό τραγούδι. Να συντροφεύει δηλαδή τον κοσμάκη παντού. Στο γιαπί, στην ταβέρνα, στην εκδρομή, στην παρέα. Όταν ηχογραφούσαμε, λέω στον Μπιθικώτση “πρόσεξε την άνω τελεία. Εκεί που λες πήραμε τη ζωή μας, βάλε παύση πριν πεις λάθος”. Στα αυτιά μου είχα την προτροπή – παράκληση του ποιητή: “Την άνω τελεία! Την άνω τελεία! Αλλιώτικα μου αντιστρέφεις το νόημα”. Τελικά όμως αυτό αποδείχθηκε ανεφάρμοστο στην πράξη, με αποτέλεσμα να ακουστεί η λέξη “λάθος” κολλητά στο “πήραμε τη ζωή μας”, δίνοντας αντίθετο νόημα στο ποίημα. Όμως πόσο κατανοητό ήταν για το λαό, που ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχε πάρει τη ζωή του λάθος…».

Γιώργος Σεφέρης (1900-1971) 

Γιώργος Σεφέρης: Φιλολογικό ψευδώνυμο του Γιώργου Σεφεριάδη. Γεννήθηκε στη Σμύρνη κι εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το 1914. Σπούδασε Νομικά στο Παρίσι. Ακολούθησε το διπλωματικό στάδιο και γι’ αυτό πολλά χρόνια της ζωής του έζησε μακριά από την Αθήνα (Κορυτσά, Ν. Αφρική, Αίγυπτος, Άγκυρα, Βηρυτός, Λονδίνο κ.ά.). Αποχώρησε από τη διπλωματική υπηρεσία με το βαθμό του Πρέσβη. Πέθανε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και κηδεύτηκε με τιμές εθνικού ποιητή. Στα ελληνικά γράμματα εμφανίστηκε το 1931 με την ποιητική συλλογή Στροφή. Στη συλλογή αυτή τα περισσότερα ποιήματα κινούνται μέσα στο κλίμα του συμβολισμού και της καθαρής ποίησης, όπως και η επόμενη (Στέρνα, 1932). Στη Στροφή όμως υπάρχουν και ποιήματα που δείχνουν τη διαφοροποίηση της ποιητικής του γραφής και την απελευθέρωσή του από τα παραδοσιακά μετρικά πλαίσια. Η ολοκληρωτική ανανέωση της ποιητικής του γραφής άρχισε με το Μυθιστόρημα (1935) και συνεχίστηκε ως το τέλος. Η ποίησή του, που διακρίνεται για τη λιτότητα των εκφραστικών της μέσων και τον ήρεμο και χαμηλό της τόνο, αποτυπώνει τις αγωνίες του ποιητή για την τραγική μοίρα της φυλής μας (ο Σεφέρης έζησε το δράμα δύο παγκοσμίων πολέμων και της μικρασιατικής καταστροφής). Η καταστροφή της Σμύρνης και του μικρασιατικού ελληνισμού, ο ξεριζωμός των προσφύγων, η τραγική μοίρα του ανθρώπου, είναι βιώματα που σφράγισαν ανεξίτηλα τον ψυχικό του κόσμο κι αποκρυσταλλώθηκαν στην ποίησή του, που συντίθεται κάτω από το βάρος ενός δυσβάσταχτου παρελθόντος κι ενός αγωνιώδους παρόντος. Θεωρείται σήμερα ένας από τους πιο σημαντικούς νεοέλληνες ποιητές, που άνοιξε νέους ορίζοντες στη νεοελληνική ποίηση κι η συμβολή του στην ανανέωσή της υπήρξε αποφασιστική. Αναγνώριση της ποιητικής του αξίας αποτέλεσε κι η απονομή του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963. Ο Σεφέρης όμως δεν υπήρξε μόνο μεγάλος ποιητής, αλλά και εξαίρετος δοκιμιογράφος. Εφάμιλλα με τα ποιήματά του, τα δοκίμιά του συγκεντρώνουν δύο βασικές αρετές: τον απαραίτητο θεωρητικό οπλισμό και την πνευματική οξυδέρκεια σε συνδυασμό με την ποιητική ευαισθησία κι αποτελούν υποδείγματα γραφής, με κύρια χαρακτηριστικά τους την απλότητα, τη σαφήνεια και τη γλωσσική καθαρότητα. Το έργο του: 1) Ποιητικές συλλογές: Στροφή (1931), Η Στέρνα (1932), Μυθιστόρημα (1935), Τετράδιο Γυμνασμάτων (1940), Ημερολόγιο Καταστρώματος Α’ (1940), Ημερολόγιο Καταστρώματος Β’ (1944), Κίχλη (1947), …Κύπρον, ου μ’ εθέσπισεν… (1955), Τρία Κρυφά Ποιήματα (1966) (Σημ. όλες οι ποιητικές του συλλογές έχουν περιληφθεί στα άπαντά του με τον τίτλο Ποιήματα. Τον τίτλο Ημερολόγιο Καταστρώματος έχει πάρει ο ποιητής από τα ποντοπόρα πλοία). 2) Δοκίμια: Διάλογος πάνω στην ποίηση (1939), Δοκιμές (1944) (β’ έκδ. συμπληρωμένη, 1962, γ’ έκδ. οριστική, 1974). 3) Ταξιδιωτικά: Τρεις Μέρες στα Μοναστήρια της Καππαδοκίας (1963). 4) Μεταφράσεις: Η Έρημη Χώρα και άλλα ποιήματα του Τ.Σ. Έλλιοτ (1940), Αντιγραφές (μεταφράσεις ποιημάτων ξένων ποιητών), Άσμα ασμάτων (1965), Η αποκάλυψη του Ιωάννη (1960). Συνεργάστηκε στα περιοδικά Τα Νέα Γράμματα, Νεοελληνικά Γράμματα, Έλλην (Αλεξάνδρεια), Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, Κυπριακά Γράμματα, Πάλι, Νέα Εστία. Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν α) η αλληλογραφία του με το συγγραφέα Γ. Θεοτοκά και β) τα ημερολόγιά του με τον τίτλο Πολιτικό Ημερολόγιο και Μέρες.

•Πηγές πληροφοριών: www.peopleandideas.gr, Πολιτιστικός Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας, Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ

•Αρχική φωτογραφία: Ιωάννης Λάμπρου

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -