Ο Κεφαλονίτης ποιητής και πεζογράφος Ανδρέας Λασκαράτος έγραφε στην αυτοβιογραφία του:
«Θα πάρω μαζί μου στον τάφο την τιμή πως υπόφερα όλες τες δοκιμασίες και βγήκα απ’ αυτές πάντα ο ίδιος. Αφορεσμοί, φτυσιές σε δημόσιο μέρος, πετροβολισμοί στους δρόμους, φυλάκισες, εξορίες, κακολογιές, μπαστουνιές, πιστολιές, παγίδες, βρισιές, προσβολές δημόσιες κάθε λογής, φτώχεια τέλος από την εγκατάλειψη των συμφερόντων μου… όλα αυτά αντί να μ’ αποθαρρύνουν, μ’ έκαναν πάντα πειό δυνατό, πειό αποφασιστικό να ξαναρχίσω.
Η καρδιά μου ποτέ δεν εκλονίσθηκε, ο χαρακτήρας μου ποτέ δεν έπεσε σ’ αντίφαση μια υπερανθρώπινη δύναμη με κυβερνούσε: Η Αλήθεια»!
***
Ο Ανδρέας Τυπάλδος Λασκαράτος γεννήθηκε στο Ληξούρι την 1η Μαΐου 1811 και έφυγε από τη ζωή στο Αργοστόλι, στις 24 Ιουλίου 1901.
Αφορίστηκε από την Εκκλησία εξαιτίας των σατιρικών βελών του κατά των κληρικών.
Υπήρξε μαθητής του Ανδρέα Κάλβου, ενώ γνώρισε και τον Διονύσιο Σολωμό, κάτι που ασφαλώς επηρέασε τη μετέπειτα πορεία του. Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και την ποίηση.
Ήταν παντρεμένος με την Πηνελόπη Κοργιαλένειου, από γνωστή και εύπορη οικογένεια του νησιού, με την οποία απέκτησε 2 γιους και 7 κόρες.
Εξέδωσε αρκετές σατιρικές εφημερίδες – όπως ο «Λύχνος» – καυτηριάζοντας αδιακρίτως την ανηθικότητα, την αδικία, την υποκρισία. Πολλές φορές καταφέρθηκε εναντίον των πολιτικών και της ανικανότητάς τους, ενώ πολέμησε σκληρά τις θρησκευτικές προλήψεις και δοξασίες, κυρίως δε την αυθαιρεσία της θρησκευτικής αρχής.
Στις 16 Φεβρουαρίου του 1856 ο Μητροπολίτης Κεφαλληνίας Σπυρίδων Κοντομίχαλος αφόρισε το βιβλίο «Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς» με την παραίνεση προς τον συγγραφέα να το αποσύρει και να το καταστρέψει. Επειδή αυτό δεν έγινε, μερικές μέρες αργότερα αφόρισε και τον Ανδρέα Λασκαράτο.
Ένας γείτονας τον επισκέφθηκε για να του το αναγγείλει:
«Τα έμαθες σιορ-Ανδρέα, ο επίσκοπος σε αφόρισε»
και τότε ο Λασκαράτος του απαντά:
«Ευχαριστώ τον επίσκοπο για τον αφορισμό, αλλά θα τον παρακαλούσα πολύ να μου αφορίσει και τα παπούτσια των παιδιών μου για να μη λιώσουνε οι σόλες τους και υποβάλλομαι σε έξοδα».
Επειδή μετά τον αφορισμό ο Λασκαράτος δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει σε δημόσιους χώρους του νησιού αναγκάστηκε να φύγει και να πάει στη Ζάκυνθο.
Όμως, τον ίδιο χρόνο, αφορίζεται και εκεί από τον Μητροπολίτη Ζακύνθου Νικόλαο Κοκκίνη. Ο αφορισμός ήρθη από τον Μητροπολίτη Κεφαλληνίας Γεράσιμο Δόριζα ένα χρόνο πριν από το θάνατο του Λασκαράτου.
Τον ίδιο χρόνο στη γιορτή του, ένας γείτονάς του, για να τον ειρωνευτεί, του έστειλε με την υπηρέτριά του ως δώρο ένα καλάθι γεμάτο κέρατα κριαριού που πάνω είχε μια επιγραφή «Στη γιορτή σου».
Βλέποντας αυτό ο Λασκαράτος βγαίνει έξω στον κήπο του και κόβει τα ωραιότερα άνθη και τα βάζει μέσα στο ίδιο καλάθι με την επιγραφή «Ό,τι διαθέτει ο καθένας σε αφθονία δωρίζει» και τα δίνει στην υπηρέτρια λέγοντας: «Δώσε αυτά κόρη μου στον κύριό σου»…